Κεντρική>Εργαλεία>Εθνικός
Τελωνειακός Κώδικας
ΝΟΜΟΣ
2960/2001
ΦΕΚ Α' 265/22.11.2001
Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας
Ενημερωμένος μέχρι και τον ν.3336/2005
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 1
1. Η Τελωνειακή Νομοθεσία, που θεσπίζεται με τον παρόντα Κώδικα,
εφαρμόζεται από τις Τελωνειακές Αρχές:
α) στις εμπορικές συναλλαγές της χώρας με τρίτες χώρες, σε συνδυασμό
με την αντίστοιχη κοινοτική νομοθεσία,
β) στα προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) και
γ) στα κοινοτικά ή μη εμπορεύματα που τελούν υπό ειδική τελωνειακή
παρακολούθηση.
2. Οι διατάξεις του δεύτερου μέρους, άρθρα 12 μέχρι και 23 του
παρόντα Κώδικα, δεν εφαρμόζονται στα κοινοτικά προϊόντα που
υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και τέλος ταξινόμησης.
Αρχή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 2
Τελωνειακό έδαφος
1. Το τελωνειακό έδαφος της χώρας περιλαμβάνει το χερσαίο, ηπειρωτικό
και νησιωτικό τμήμα, τα χωρικά ύδατα, τα εσωτερικά θαλάσσια ύδατα και
τον εναέριο χώρο. Οι Ελεύθερες Ζώνες και ελεύθερες αποθήκες αποτελούν
ειδικά τμήματα του τελωνειακού εδάφους της χώρας.
2. Στο τελωνειακό έδαφος συνιστώνται Τελωνειακές Αρχές, αρμόδιες για
την εφαρμογή της Τελωνειακής και συναφούς Εθνικής, Κοινοτικής και
Διεθνούς Νομοθεσίας.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η καθ' ύλην και
κατά τόπο αρμοδιότητα των Τελωνειακών Αρχών.
4. Επί του τελωνειακού εδάφους, με κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών, Δημόσιας Τάξης, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και
Αποκέντρωσης, Εθνικής Άμυνας, Εξωτερικών, Γεωργίας και κατά περίπτωση
Εμπορικής Ναυτιλίας, καθορίζονται τα σημεία εισόδου - εξόδου
εμπορευμάτων και επιβατών, στα οποία λειτουργούν υποχρεωτικά Τελωνειακές
Αρχές.
Αρχή
Άρθρο 3
Αρμοδιότητες
1. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας εμπίπτει η
εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικα, του Κοινοτικού Τελωνειακού
Κώδικα, της Εθνικής και Κοινοτικής Νομοθεσίας για την
παρακολούθηση των προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους
Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) και των προδρόμων ουσιών, η βεβαίωση και είσπραξη δασμών,
φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων επιβαλλόμενων σύμφωνα με την ανωτέρω
Νομοθεσία, η διαχείριση του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος
Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.), καθώς και η ανταλλαγή και διαχείριση πληροφοριών που
περιέρχονται σε αυτή, μέσω πληροφοριακών συστημάτων ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο
και αφορούν θέματα αρμοδιότητάς της.
Στην αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας επίσης εμπίπτει η εφαρμογή συναφούς
νομοθεσίας, που της έχει ανατεθεί, καθώς και η βεβαίωση και είσπραξη
επιβαρύνσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτήν.
2. Η Τελωνειακή Υπηρεσία είναι επίσης αρμόδια, δια των οργάνων της
στα σημεία εισόδου -εξόδου, σε τελωνειακούς περιβόλους και στο εν
γένει τελωνειακό έδαφος, για την προάσπιση της δημόσιας υγείας και
την προστασία του κοινωνικού συνόλου, να ελέγχει πρόσωπα,
αποσκευές, εμπορεύματα και μεταφορικά μέσα, για τον εντοπισμό αφ' ενός
παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, ψυχοτρόπων ή τοξικών ουσιών, όπλων,
εκρηκτικών, πυρηνικών υλικών, κεφαλαίων προερχόμενων από οικονομικές
εγκληματικές δραστηριότητες, πολιτιστικών αγαθών, πειρατικών
προϊόντων, προϊόντων παραποίησης ή απομίμησης, ασέμνων ειδών, και
αφ' ετέρου παρατυπιών που αφορούν μεταφορές, αλιεία,
λαθρομετανάστευση, προστασία περιβάλλοντος, διακίνηση ειδών
πνευματικής ιδιοκτησίας, άγριας πανίδας και χλωρίδας, προδρόμων ουσιών,
καθώς και παρατυπιών που δεν κατονομάζονται στην παρούσα παράγραφο και
διαπιστώνονται κατά τους ελέγχους, που της έχουν ανατεθεί, με Ειδικές
Κοινοτικές - Εθνικές Διατάξεις, Διεθνείς Συνθήκες και συμφωνίες για
την προστασία των εθνικών συμφερόντων και των συμφερόντων της
Ευρωπαϊκής
Ένωσης (Ε.Ε.).
3. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας ανήκει η
εποπτεία, ο έλεγχος και η φύλαξη, όπου απαιτείται, των χώρων που έχουν
αναγνωρισθεί ως τελωνειακοί περίβολοι και αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης ή έχουν
εγκριθεί ως Ελεύθερες Ζώνες.
Με την επιφύλαξη των
επόμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου, καθώς και των διατάξεων της
Ποινικής Δικονομίας, που αφορούν την τέλεση ανακριτικών πράξεων, η είσοδος εντός
των χώρων αυτών οποιουδήποτε υπαλλήλου άλλης δημόσιας
διωκτικής υπηρεσίας επιτρέπεται κατόπιν έγγραφης ειδοποίησης και
έγκρισης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής.
Η αρμοδιότητα της Ελληνικής Αστυνομίας σε
υποκείμενους σε τελωνειακή επιτήρηση χώρους Μεθοριακών Τελωνείων και Τελωνείων
Διεθνών Λιμένων και Αερολιμένων περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στον έλεγχο
των διαβατηρίων.
Η εγκατάσταση αστυνομικών ή λιμενικών φυλακίων στα
σημεία εισόδου -εξόδου και σε τελωνειακούς περιβόλους αποσκοπεί στην τήρηση της
έννομης τάξης εντός των χώρων αυτών και δεν παρέχεται στα αστυνομικά ή λιμενικά
όργανα η αρμοδιότητα ελέγχου εμπορευμάτων, μεταφορικών μέσων, αποθηκών και
αποσκευών ταξιδιωτών.
4. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν να
ελέγχουν την ταυτότητα των προσώπων που εισέρχονται, εξέρχονται ή κυκλοφορούν
στους τελωνειακούς περιβόλους, καθώς και στο τελωνειακό έδαφος της χώρας, σε
συνδυασμό με τους διενεργούμενους τελωνειακούς ελέγχους. Κατά πάντα χρόνο οι
υπάλληλοι της Τελωνειακής Υπηρεσίας επισκέπτονται κάθε χώρο υποκείμενο σε
τελωνειακή επιτήρηση, όπως αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, αποθήκες
προσωρινής εναπόθεσης, Ελεύθερες Ζώνες και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, για
επιθεώρηση και έλεγχο των ευρισκόμενων σ' αυτές εμπορευμάτων και των
συνοδευτικών εγγράφων και στοιχείων τα οποία αποδεικνύουν τη νόμιμη κατοχή και
σύννομη διαχείριση.
5. Για τη διαπίστωση τελωνειακής παράβασης οι τελωνειακοί υπάλληλοι
καθώς και οι, από τον Υπουργό Οικονομικών με ειδικές διαταγές
συγκεκριμένου περιεχομένου και χρονικής ισχύος, εξουσιοδοτημένοι
οικονομικοί υπάλληλοι, κατόπιν έγκαιρης ενημέρωσης του Προϊσταμένου
του Τελωνείου, μπορούν να διενεργούν ελέγχους επί όλων των αγαθών,
ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, τόσο κατά το στάδιο της διακίνησης
όσο και κατά το στάδιο της εναπόθεσής τους στους χώρους της ασκούμενης
επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων και των υφιστάμενων
αποθεμάτων με βάση τα τηρούμενα στοιχεία και να ενεργούν ελέγχους των
βιβλίων και λοιπών στοιχείων οποιασδήποτε επιχείρησης ή ιδιώτη.
Επιπλέον οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν να προβαίνουν σε κάθε εξέταση
ή έρευνα και να ενεργούν όλες τις ανακριτικές πράξεις προς διαπίστωση
των αδικημάτων λαθρεμπορίας, δασμοφοροδιαφυγής ή οποιασδήποτε άλλης
τελωνειακής παράβασης, έχοντας τα καθήκοντα και δικαιώματα των ειδικών
προανακριτικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής
Δικονομίας (Κ.Π.Δ.).
6. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι για τον έλεγχο, τη διαπίστωση της απόκρυψης,
κατοχής ή μεταφοράς με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο υποκειμένων ειδών ή
απαγορευμένων ουσιών, σε περίπτωση που υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες, μπορούν να
χρησιμοποιούν κάθε κατάλληλο επιστημονικό μέσο.
Οι τελωνειακοί υπάλληλοι κατά την εκτέλεση των
ελεγκτικών και διωκτικών καθηκόντων τους δικαιούνται να οπλοφορούν. Με απόφαση
του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις οπλοφορίας, οι περιπτώσεις
οπλοχρησίας, ο τρόπος εκπαίδευσης και προμήθειας του αναγκαίου οπλισμού, καθώς
και οι σχετικές αναγκαίες λεπτομέρειες για τις μεθόδους και τον τρόπο
αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος στον τομέα του λαθρεμπορίου και της
παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και όπλων.
7. Η Τελωνειακή Υπηρεσία συνεργάζεται με άλλες Υπηρεσίες του
εσωτερικού ή του εξωτερικού στον τομέα της αρμοδιότητάς της και
παρέχει τη συνδρομή της σε αυτές, όπως ορίζεται από ειδικές σχετικές
διατάξεις.
Οι άλλες Διωκτικές και Στρατιωτικές Αρχές και άλλες
Υπηρεσίες και Φορείς του Δημόσιου Τομέα, έχουν υποχρέωση να
συνδράμουν τους τελωνειακούς υπαλλήλους κατά την άσκηση των καθηκόντων
τους, εφόσον ζητηθεί, ενώ σε ουδένα έλεγχο υπόκεινται οι
τελωνειακοί υπάλληλοι, από ιδιωτικό Φορέα Ασφάλειας ή
Φρούρησης Χώρου υποκειμένου σε τελωνειακό έλεγχο, εφόσον δηλωθεί η
ιδιότητά τους.
8. Για την εξυπηρέτηση των στόχων της Ευρωπαϊκής 'Ένωσης (Ε. Ε.) και
του εξαγωγικού της εμπορίου, η Τελωνειακή Υπηρεσία δια των οργάνων
συνεργάζεται με τους οικονομικούς παράγοντες της χώρας και τους
Διεθνείς Φορείς Εμπορίου και Διακίνησης Εμπορευμάτων προκειμένου
να διασφαλίζεται:
α) η πληροφόρηση και ενημέρωση του πολίτη και των παραγωγικών,
εισαγωγικών και εξαγωγικών φορέων και τάξεων και
β) το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης και προσφυγής.
Αρχή
Άρθρο 4
Απείθεια, εξύβριση, συκοφαντική δυσφήμηση, απειλή ή άσκηση βίας
εναντίον τελωνειακών υπαλλήλων, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους,
τιμωρούνται κατά τις διατάξεις της Ποινικής Νομοθεσίας. Παράλληλα,
αστικές απαιτήσεις, που γεννώνται εκ των ανωτέρω πράξεων διεκδικούνται
κατά τις διατάξεις του Αστικού Δικαίου.
Αρχή
Άρθρο 5
Ωράριο λειτουργίας
Η εκτέλεση τελωνειακών εργασιών και διατυπώσεων διενεργείται κατά τις εργάσιμες
ημέρες και ώρες των Δημοσίων Υπηρεσιών. Για τις ανάγκες όμως του εμπορίου, καθώς
και για την εξυπηρέτηση των επιβατών, που διακινούνται μέσω των Διεθνών Λιμένων,
Αερολιμένων και των Μεθοριακών Τελωνειακών Αρχών εισόδου -εξόδου, με απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ιδιαίτερο ωράριο λειτουργίας των Τελωνειακών
Αρχών.
Οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Αρχών δύνανται να επιτρέπουν, μετά από αίτηση
και με δαπάνες του ενδιαφερομένου, την εκτέλεση τελωνειακών εργασιών και
διατυπώσεων και πέραν των εργάσιμων ημερών και ωρών.
Αρχή
Άρθρο 6
Τελωνειακός περίβολος
Τους τελωνειακούς περιβόλους αποτελούν οι αναγκαίοι υποκείμενοι σε τελωνειακό
έλεγχο, εποπτεία ή φρούρηση χώροι, που βρίσκονται εκτός του Τελωνειακού
Καταστήματος και των τελωνειακών αποθηκών και δύνανται να χρησιμοποιηθούν και ως
υπαίθριοι χώροι προσωρινής εναπόθεσης, στους οποίους εκτελούνται τελωνειακές
εργασίες.
Ως τελωνειακοί περίβολοι χρησιμοποιούνται και οι αναγκαίοι δημόσιοι χώροι
λιμένων, αερολιμένων και σιδηροδρομικών σταθμών. Τα όρια του τελωνειακού
περιβόλου, για κάθε Τελωνειακή Αρχή, καθορίζονται με απόφαση του Προϊσταμένου
της Τελωνειακής Αρχής, που εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών, μετά από
εισήγηση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Τελωνειακής Περιφέρειας.
Αρχή
Άρθρο 7
Έγκριση εργασιών
1. Εργασίες, που αφορούν φόρτωση, εκφόρτωση, μεταφόρτωση και γενικά
διακίνηση υποκειμένων σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις
εμπορευμάτων, επιτρέπονται μόνο με έγγραφη άδεια της Τελωνειακής Αρχής.
2. Η άδεια εκδίδεται από την Τελωνειακή Αρχή για συγκεκριμένη
περίπτωση εργασίας και για συγκεκριμένη χρονική περίοδο και
προβλέπει την παρουσία ή μη τελωνειακού υπαλλήλου κατά την εκτέλεση
αυτής.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας ή και άλλων
συναρμόδιων Υπουργών μπορεί να απαγορευθεί η εισαγωγή φυτών, ζώων ή
οποιωνδήποτε άλλων αντικειμένων, με σκοπό την προστασία της δημόσιας
υγείας, της γεωργίας και της κτηνοτροφίας από μόλυνση ή ασθένεια και
να επιβληθούν οι ποινές που προβλέπονται από τους ισχύοντες
υγειονομικούς ή ειδικούς νόμους.
Αρχή
Άρθρο 8
Απαγορεύσεις
1. Απαγορεύεται σε πλοία, οποιασδήποτε χωρητικότητας και
προέλευσης, που φέρουν φορτίο, το οποίο υπόκειται σε τελωνειακό
έλεγχο, η προσέγγιση σε λιμάνια και όρμους, όπου δεν υπάρχει
αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ή σε θέσεις που δεν έχουν εγκριθεί για
εκφόρτωση από τις Τελωνειακές Αρχές.
2. Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο, που μεταφέρει
υποκείμενα σε τελωνειακές διαδικασίες ή σε δασμούς και φόρους
εμπορεύματα, να τα εκφορτώσει σε μη εγκεκριμένο, από τις αρμόδιες
Τελωνειακές Αρχές, σημείο στο εσωτερικό της χώρας.
Αρχή
Άρθρο 9
Περί ναυαγίου
1. Σε περιπτώσεις ναυαγίου τηρούνται οι διατάξεις των νόμων περί
ναυαγίων και ναυαγιαιρέσεων.
2. Οι Τελωνειακές Αρχές οφείλουν να παρέχουν τη συνδρομή τους, με
κάθε δυνατό μέσο, στους ναυαγός και να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα
προς εξασφάλιση των δικαιωμάτων του Δημοσίου, που αναλογούν σε
προϊόντα του ναυαγίου, σε συνεργασία με τη Λιμενική Αρχή.
3. Οι Τελωνειακές Αρχές, ανεξάρτητα από την τάξη τους, έχουν το
δικαίωμα να ενεργούν όλες τις τελωνειακές εργασίες που απαιτούνται,
ανάλογα με τον προορισμό που δίνεται στο ναυάγιο.
Αρχή
Άρθρο 10
Ανώτερη βία
1. Παραβάσεις των Τελωνειακών Διατάξεων επισύρουν ποινικές κυρώσεις,
εφόσον ο υπαίτιος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τα πραγματικά
περιστατικά που συγκροτούν την αξιόποινη πράξη.
2. Παραβάσεις οφειλόμενες σε αποδεδειγμένη ανώτερη βία ή άλλο τυχαίο
γεγονός δεν επισύρουν ποινικές κυρώσεις. Το βάρος της απόδειξης των
τυχαίων γεγονότων φέρει τόσο ο πλοίαρχος και ο μεταφορέας, σύμφωνα
με τους κανόνες που καθορίζονται από το νόμο περί εμπορικής
ναυτιλίας, όσο και οι οδηγοί, κυβερνήτες, συνοδοί μεταφορικών μέσων
και οι υπόλοιποι ενδιαφερόμενοι.
Αρχή
Άρθρο 11
Απόρρητο στοιχείων
1. Όλα τα τελωνειακά παραστατικά, που προβλέπονται από την ισχύουσα
νομοθεσία, υποβάλλονται στις Τελωνειακές Αρχές είτε γραπτά είτε με τη
χρήση μηχανογραφικής μεθόδου και από την ημερομηνία αποδοχής τους, από
την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, αποτελούν τίτλους υπέρ του Δημοσίου.
Με
απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθιερώνεται ο τύπος των βιβλίων και ο
τρόπος τήρησης αυτών από τις Τελωνειακές Αρχές και αναπροσαρμόζονται
οι ρυθμίσεις που αφορούν το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνείων
(Ο.Π.Σ.Τ.).
2. Τα στοιχεία που απορρέουν από τα τελωνειακά παραστατικά είναι
απόρρητα και απαγορεύεται η γνωστοποίησή τους σε οποιονδήποτε τρίτο,
εκτός από τη Δικαστική Αρχή, μόνο εφόσον αυτή διενεργεί ανάκριση
προς διακρίβωση της τέλεσης αξιόποινης πράξης.
Η χορήγηση
πληροφοριών, από τα παραστατικά έγγραφα των Τελωνείων, στις Δημόσιες
Αρχές, επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που ανακύπτουν θέματα
προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, διεκδίκησης πόρων ή άλλων
έννομων δικαιωμάτων τους.
Αρχή
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΗΛΩΤΙΚΑ
ΤΜΗΜΑ Α'
ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 12
Κατάθεση δηλωτικού
1. Ο πλοίαρχος κάθε πλοίου, εκατό κόρων και άνω, που προέρχεται από
το εξωτερικό και καταπλέει σε λιμάνι ή όρμο της χώρας ή βρίσκεται
αγκυροβολημένο εντός των χωρικών υδάτων για οποιαδήποτε αιτία, ακόμη
και λόγω ανώτερης βίας, οφείλει να καταθέσει στην Τελωνειακή Αρχή
δηλωτικό του φορτίου μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες από τον κατάπλου
και πάντως πριν από τον από πλου. Την ίδια υποχρέωση έχει ο πλοίαρχος
και αν το πλοίο δεν φέρει φορτίο.
2. Δεν κατατίθεται από τον πλοίαρχο δηλωτικό, όταν πρόκειται για
πλοίο στο οποίο έχει χορηγηθεί άδεια τακτικής γραμμής, εκτός εάν με
αυτό μεταφέρονται υπό καθεστώς διαμετακόμισης εμπορεύματα που έχουν
προορισμό το λιμάνι κατάπλου του πλοίου.
3. Μέχρι να κατατεθεί δηλωτικό, τα εμπορεύματα δεν μπορούν να
εκφορτωθούν, παρά μόνο ύστερα από ειδική έγκριση της αρμόδιας
Τελωνειακής Αρχής και στους χώρους που ελέγχονται από αυτήν.
4. Η Τελωνειακή Αρχή μπορεί να ζητά και την επίδειξη κάθε σχετικού,
με το δηλωτικό, εγγράφου.
5. Η Τελωνειακή Αρχή θεωρεί και καταχωρεί το δηλωτικό, αφού
αναγράψει σ' αυτό την ώρα κατάθεσής του καθώς και την ημερομηνία και
ώρα κατάπλου του πλοίου.
6. Ο πλοίαρχος πλοίου, που έχει τεθεί υπό επιτήρηση και του έχει
απαγορευθεί η ελευθεροκοινωνία για υγειονομικούς λόγους, οφείλει να
προβεί σε προφορική προς τον υγειονόμο δήλωση του φορτίου και η
συντασσόμενη από αυτόν έκθεση αναπληρώνει το δηλωτικό.
7. Ο πλοίαρχος δεν υποχρεούται στην τήρηση των διατάξεων του άρθρου
αυτού, όταν το πλοίο, χωρίς να ελευθεροκοινωνήσει, αποπλέει πριν να
περάσει η προθεσμία που ορίζεται από την παράγραφο 1.
8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατή η θέσπιση
ειδικότερων διαδικασιών και διατυπώσεων, που αφορούν την κατάθεση του
δηλωτικού για:
α) Ελεύθερες Ζώνες,
β) ειδικά πλοία,
γ) πλοία αναψυχής ή ναυτικών αθλήσεων,
δ) πλοία που μεταφέρουν στρατιωτικά εφόδια,
ε) πλοία που μεταφέρουν επικίνδυνα φορτία.
Αρχή
Άρθρο 13
Το δηλωτικό των φορτηγών, επιβατικών και
οχηματαγωγών πλοίων επιτρέπεται να κατατίθεται στην Τελωνειακή Αρχή και από τους
πράκτορες των ναυτιλιακών εταιριών, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από το
προηγούμενο άρθρο και να περιλαμβάνει μόνο τα εμπορεύματα" που προορίζονται για
το λιμάνι κατάπλου.
Τα οχήματα διεθνών μεταφορών, που διακινούνται δια
των παραπάνω πλοίων και μεταφέρουν εμπορεύματα που καλύπτονται από τίτλο
διεθνούς διαμετακόμισης, περιλαμβάνονται στο δηλωτικό ως ένας στίχος, για κάθε
όχημα.
Αρχή
Άρθρο 14
1. Οι πλοίαρχοι οφείλουν, πριν από τον
απόπλου από το λιμάνι του πρώτου κατάπλου, κατά τους όρους του
άρθρου 12 του παρόντα Κώδικα, να εφοδιαστούν από την
Τελωνειακή Αρχή με δηλωτικό.
2. Εάν δεν εκφορτώθηκε φορτίο, η Τελωνειακή
Αρχή επιστρέφει το δηλωτικό στον πλοίαρχο, αφού βεβαιώσει σε αυτό ότι δεν
αποβιβάσθηκε εμπόρευμα και κρατάει αντίγραφο.
3. Εάν μέρος του φορτίου εκφορτώθηκε,
βεβαιώνεται αυτό ενυπόγραφα από τον πλοίαρχο στο πρωτότυπο δηλωτικό και η
Τελωνειακή Αρχή τον εφοδιάζει με αντίγραφο του κατατεθειμένου δηλωτικού ή του
επιστρέφει το πρωτότυπο, αφού κρατήσει αντίγραφο αυτού.
4. Εκδίδονται από την Τελωνειακή Αρχή τόσα
αντίγραφα δηλωτικού, όσοι είναι οι λιμένες προορισμού.
5. Εάν το πλοίο έχει προορισμό λιμάνι εκτός
της χώρας, εκδίδεται ένα μόνο αντίγραφο.
6. Της κατά την παράγραφο 1 υποχρέωσης δεν
απαλλάσσεται ο πλοίαρχος, όταν το πλοίο αποπλέει χωρίς φορτίο.
Αρχή
Άρθρο 15
1. Ο πλοίαρχος μετά τον κατάπλου στο δεύτερο
λιμάνι της χώρας παραδίδει στην Τελωνειακή Αρχή, μέσα στην προβλεπόμενη από το
άρθρο 12 προθεσμία, το δηλωτικό, ως ορίζεται στο
προηγούμενο άρθρο.
2. Η Τελωνειακή Αρχή προορισμού των
εμπορευμάτων ενημερώνει άμεσα την Τελωνειακή Αρχή έκδοσης αντιγράφων δηλωτικού,
σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο.
Αρχή
Άρθρο 16
1. Ως δηλωτικό μπορεί να γίνει δεκτό από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή
και κάθε εμπορικό ή διοικητικό έγγραφο, που περιέχει όλα τα αναγκαία
στοιχεία για την εξακρίβωση της ταυτότητας των εμπορευμάτων.
2. Επέχουν θέση δηλωτικού οι εκθέσεις ή τα έγγραφα των αρμόδιων Αρχών
για παράδοση ναυαγίων ή ναυαγιαιρέσεων στην Τελωνειακή Αρχή, καθώς
και άλλα έγγραφα ή αιτήσεις, που κατατίθενται στις Τελωνειακές Αρχές
είτε για τη θέση σε ανάλωση, είτε για τη διαμετακόμιση ειδών που
παραλήφθηκαν με το καθεστώς προσωρινής εισαγωγής για ορισμένη
ειδική χρήση, είτε εισήχθησαν αντικανονικά, είτε εισάγονται από τα
πληρώματα των πλοίων, είτε σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, ή οι
διαταγές του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδονται για ανάλογες
περιπτώσεις.
3. Ειδικά για τα εμπορεύματα που διακινούνται στο πλαίσιο διαδικασίας
διαμετακόμισης, ως δηλωτικό χρησιμοποιείται αντίγραφο του αντιτύπου
του παραστατικού διαμετακόμισης.
4. Το δηλωτικό κατατίθεται με την προσκόμιση
των εμπορευμάτων στην Τελωνειακή Αρχή.
5. Η εν λόγω Αρχή μπορεί να ορίζει, εφόσον
υπάρχει δικαιολογημένη αιτία, προθεσμία κατάθεσης του δηλωτικού και εκφόρτωσης
των εμπορευμάτων, που να λήγει το 1 αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα, μετά από
την ημέρα προσκόμισης των εμπορευμάτων σ' αυτήν.
6. Σε περίπτωση μη κατάθεσης του δηλωτικού ή καθυστέρησης εκφόρτωσης
των εμπορευμάτων, η Τελωνειακή Αρχή, ανεξάρτητα από τις άλλες κυρώσεις
που προβλέπονται, δικαιούται να διατάξει, με κίνδυνο και έξοδα του
μεταφορέα, την εκφόρτωση των εμπορευμάτων από το μέσο μεταφοράς,
στο οποίο βρίσκονται, στους χώρους που έχουν καθορισθεί ή εγκριθεί
από την Αρχή αυτή, για να εξασφαλίζεται ο έλεγχος τόσο των
εμπορευμάτων όσο και του μέσου μεταφοράς.
7. Το δηλωτικό τηρείται και εξοφλείται από την Τελωνειακή Αρχή, η
οποία ελέγχει αν τα εμπορεύματα που αναφέρονται στο δηλωτικό
λαμβάνουν τελωνειακό προορισμό μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες. Το
δηλωτικό φυλάσσεται στην εν λόγω Τελωνειακή Αρχή.
Αρχή
Άρθρο 17
1. Το δηλωτικό του φορτίου περιλαμβάνει το
ονοματεπώνυμο του πλοιάρχου, την εθνικότητα και τον αριθμό της ταυτότητας ή του
διαβατηρίου του, το όνομα και την εθνικότητα του πλοίου, τη χώρα προέλευσης και
τον τόπο φόρτωσης, τον αριθμό των μελών του πληρώματος, την ποσότητα και το
είδος του φορτίου και τα συνοδευτικά αυτού έγγραφα.
Στο δηλωτικό περιλαμβάνονται και τα μη αναφερόμενα
στις φορτωτικές εμπορεύματα.
2. Όταν το δηλωτικό έχει συνταχθεί σε ξένη
γλώσσα, πρέπει να συνοδεύεται από μετάφραση στην Ελληνική, επικυρωμένη από τον
πλοίαρχο ή τον πράκτορα και επέχει θέση πρωτότυπου δηλωτικού.
3. Ο πλοίαρχος δεν υποχρεούται να περιλάβει στο δηλωτικό τις
αποσκευές των επιβατών, εάν δεν έχουν εκδοθεί γι' αυτές φορτωτικές.
4. Για τα είδη που φέρουν τα μέλη του
πληρώματος για δική τους χρήση ή κατέχουν για οποιονδήποτε σκοπό, καθώς και για
τα εφόδια του πλοίου, οφείλει ο πλοίαρχος να καταθέσει μαζί με το δηλωτικό και
ιδιαίτερη δήλωση, η οποία αν έχει συνταχθεί σε ξένη γλώσσα πρέπει να συνοδεύεται
από μετάφραση στην Ελληνική.
Η δήλωση αυτή θεωρείται από την Τελωνειακή Αρχή και
λαμβάνει τον ίδιο αριθμό με το δηλωτικό. Ο πλοίαρχος οφείλει να καταθέσει τις
δηλώσεις αυτές, έστω και, με αρνητικό περιεχόμενο. Συμπληρωματικές δηλώσεις δεν
λαμβάνονται υπόψη.
5. Τα έγγραφα που συνοδεύουν το δηλωτικό προσαρτώνται σε αυτό.
6. Σε περίπτωση που δεν τηρούνται οι όροι και οι διατυπώσεις
των παραπάνω παραγράφων, η Τελωνειακή Αρχή κρίνει το δηλωτικό
απαράδεκτο, επιβάλλει το διοικητικό πρόστιμο που προβλέπεται από τις
διατάξεις της παραγράφου 1 α του άρθρου 145 του παρόντα Κώδικα και
υποχρεώνει τον πλοίαρχο στη σύνταξη και κατάθεση νέου δηλωτικού.
Αρχή
Άρθρο 18
1. Κάθε πλοίο, κατά τον κατάπλου, απόπλου ή και στην περίmωση
που παραμένει αγκυροβολημένο στο λιμάνι, υπόκειται σε επίσκεψη, από την αρμόδια
Τελωνειακή Αρχή, η παρεμπόδιση της οποίας δεν επιτρέπεται, έστω και αν άλλες
διατάξεις ορίζουν διαφορετικά. Οι ναυτικοί πράκτορες ή οι αντιπρόσωποι των
πλοίων υποχρεούνται να γνωστοποιούν γραπτά στην Τελωνειακή Αρχή, δώδεκα (12)
τουλάχιστον ώρες, πριν από τον κατάπλου του πλοίου, την επικείμενη άφιξη,
παρέχοντας κάθε αναγκαία πληροφορία.
2. Οι πλοίαρχοι οφείλουν να επιδεικνύουν
στους τελωνειακούς υπαλλήλους που πραγματοποιούν την επίσκεψη όλα τα
εμπορεύματα, να ανοίγουν τα κλεισμένα μέρη του πλοίου και να διευκολύνουν γενικά
την εκτέλεση της επίσκεψης, θέτοντας στη διάθεση των υπαλλήλων κάθε ζητούμενο
σχετικό έγγραφο.
3. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι που
πραγματοποιούν την επίσκεψη, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί λαθρεμπορίας,
προβαίνουν στην κατάσχεση των εμπορευμάτων που υποχρεωτικά περιλαμβάνονται στο
δηλωτικό και άσχετα με την κατάθεση αυτού, εφόσον αυτά δεν συνοδεύονται από τις
ανάλογες φορτωτικές και τα υπόλοιπα επίσημα έγγραφα, που αποδεικνύουν τη νόμιμη
κατοχή, κυριότητα, προέλευση και προορισμό αυτών.
4. Σε περίπτωση αντίστασης του πλοιάρχου στην
επίσκεψη, αυτή πραγματοποιείται με τη συνδρομή της Λιμενικής ή άλλης Δημόσιας
Αρχής. Εάν ο πλοίαρχος πλοίου με ξένη σημαία αντισταθεί κατά την επίσκεψη, αυτή
πραγματοποιείται με την παρουσία εκπροσώπου της Προξενικής Αρχής και σε
περίπτωση που αυτή δεν προσέλθει, με τη συνδρομή της Λιμενικής Αρχής.
5. Κατά τη διάρκεια παραμονής του πλοίου στο
λιμάνι, η Τελωνειακή Αρχή το επιτηρεί, μπορεί δε να απαγορεύσει την άνοδο σε
αυτό προσώπων, που δεν έχουν σχέση με τις εργασίες του πλοίου.
6. Για πρόληψη λαθρεμπορικών ενεργειών, οι
τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν, όταν επιβιβασθούν στο πλοίο, να παραμένουν σε
αυτό για φρούρηση, στις περιπτώσεις που αυτό κρίνεται αναγκαίο. Η φρούρηση και η
επιτήρηση του πλοίου ενεργείται με δαπάνη των υπευθύνων αυτού.
Σε περίπτωση που ο πλοίαρχος αρνηθεί να διευκολύνει
την εγκατάσταση στο πλοίο ή την ασφαλή επιβίβαση ή αποβίβαση από αυτό των
εντεταλμένων τελωνειακών υπαλλήλων, επιβάλλεται σε αυτόν το πρόστιμο που
προβλέπεται από την παράγραφο 1 γ' του άρθρου 145.
7. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των
προηγούμενων παραγράφων, οι τελωνειακοί υπάλληλοι που πραγματοποιούν την
επίσκεψη στο πλοίο ή σε οποιοδήποτε αεροσκάφος, που βρίσκεται σε Ελληνικό
Αερολιμένα ή σε οποιοδήποτε όχημα ή σιδηροδρομικό συρμό, που εισέρχεται στο
τελωνειακό έδαφος της χώρας ή εξέρχεται ή διατρέχει αυτό, μπορούν ιδιαίτερα:
α) να δίνουν εντολή, ορισμένα εμπορεύματα να
επισημαίνονται με σημεία αναγνώρισης, πριν την εκφόρτωσή τους.
β) να ασφαλίζουν, σφραγίζουν και να
επισημαίνουν οποιοδήποτε εμπόρευμα.
γ) να ανοίγουν, ακόμη και με θραύση,
οποιοδήποτε εμπορευματοκιβώτιο ή κλεισμένο χώρο, ασφαλισμένο με κλειδιά, τα
οποία παρακρατούνται.
Σε περίπτωση ρήξης, αντικατάστασης, αφαίρεσης ή
αλλοίωσης τελωνειακών σφραγίδων, κλειδαριών ή άλλων σημείων αναγνώρισης, που
τέθηκαν σύμφωνα με τα παραπάνω εδάφια α' και β', επιβάλλεται στον πλοίαρχο το
από την παράγραφο 3δ του άρθρου 144 προβλεπόμενο πρόστιμο.
8. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζονται οι διαδικασίες της ελευθεροκοινωνίας και επίσκεψης από την
Τελωνειακή Αρχή, των πλοίων και των αεροσκαφών των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας ή
άλλων Δημοσίων Υπηρεσιών, καθώς και οι δηλώσεις και οι διατυπώσεις που πρέπει να
τηρηθούν για τα είδη, που μεταφέρονται από τα πληρώματα αυτών. Με όμοιες
αποφάσεις καθορίζονται οι διατυπώσεις που πρέπει να τηρηθούν για τα πολεμικά
πλοία και αεροσκάφη άλλων κρατών.
9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών
είναι δυνατόν να ορίζονται ειδικές διαδικασίες ελευθεροκοινωνίας, τελωνειακής
επίσκεψης, επίβλεψης και ελέγχου της κίνησης των πλοίων αναψυχής ή ναυτικών
αθλήσεων, καθώς και οι υποχρεώσεις των κυβερνητών και ιδιοκτητών αυτών.
Αρχή
Άρθρο 19
1. Στην περίπτωση κατά την οποία πλοία, για
λόγους ανώτερης βίας, προσορμίζονται και έχουν ανάγκη επισκευής, οι πλοίαρχοι,
αφού φροντίσουν για τις διατυπώσεις περί δηλωτικών, μετά από άδεια της
Τελωνειακής Αρχής, μπορούν να εκφορτώσουν και να εναποθέσουν τα εμπορεύματα του
πλοίου σε χώρους που εγκρίνονται από την Αρχή αυτή.
2. Δύο (2) μήνες από την εκφόρτωση τα, κατά
τους όρους της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εμπορεύματα επιβαρύνονται με
δικαιώματα υπερημερίας.
ΤΜΗΜΑ Β'
ΛΟΙΠΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 20
Αεροπορικές μεταφορές
1. Τα αεροσκάφη που προέρχονται από άλλο
Κράτος - Μέλος της Ευρωπαϊκής' Ένωσης (Ε.Ε.) ή τρίτη χώρα υποχρεωτικά
προσγειώνονται σε αεροδρόμια που τελούν υπό την επιτήρηση και τον έλεγχο των
Τελωνειακών Αρχών.
Η αναχώρηση αεροσκαφών που έχουν ως προορισμό άλλο
Κράτος - Μέλος ή τρίτη χώρα επιτρέπεται μόνο από τα ως άνω αεροδρόμια.
2. Οι κυβερνήτες των αεροσκαφών, που
προέρχονται από αερολιμένα εκτός του τελωνειακού εδάφους της χώρας, καταθέτουν
στην Τελωνειακή Αρχή, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 12 έως
19 του παρόντα Κώδικα, το δηλωτικό φορτίου, ως
προβλέπεται από τη Σύμβαση για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, το οποίο φέρει την
επωνυμία της αεροπορικής εταιρίας που μεταφέρει τα εμπορεύματα, τον αριθμό και
την ημερομηνία της πτήσης, το όνομα του αερολιμένα φόρτωσης -αναχώρησης και
εκφόρτωσης - προορισμού, τον αριθμό της φορτωτικής, τον αριθμό των δεμάτων, την
περιληπτική περιγραφή των εμπορευμάτων και τη μικτή μάζα.
Αρχή
Άρθρο 21
Οδικές -Σιδηροδρομικές μεταφορές
1. Για τα εμπορεύματα, που μεταφέρονται
οδικώς στο τελωνειακό έδαφος της χώρας, μέσω αναγνωρισμένων χερσαίων σημείων
εισόδου, εφόσον δεν καλύπτονται με τίτλο διεθνούς διαμετακόμισης, κατατίθεται
στην Τελωνειακή Αρχή εισόδου, από τον οδηγό του μεταφορικού μέσου, ως δηλωτικό
εισαγωγής, οποιοδήποτε έγγραφο, από τα αναφερόμενα στο άρθρο
16 του παρόντα Κώδικα.
2. Για τα εμπορεύματα που μεταφέρονται
σιδηροδρομικώς στο τελωνειακό έδαφος της χώρας ισχύουν τα αναφερόμενα στην
προηγούμενη παράγραφο. Ειδικότερες διαδικασίες καθορίζονται με απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών.
3. Με απόφαση του Υπουργού οικονομικών
ρυθμίζονται οι διαδικασίες εισαγωγής, διαμετακόμισης και εξαγωγής των
εμπορευμάτων, που μεταφέρονται μέσω δικτύου αγωγών, καθώς και τυχόν λοιπές
συναφείς τελωνειακές εργασίες.
Αρχή
Άρθρο 22
Υποχρεώσεις προσώπων
Οι κυβερνήτες αεροσκαφών, οι προϊστάμενοι
αμαξοστοιχιών, οι οδηγοί φορτηγών οδικών οχημάτων ή άλλων χερσαίων μεταφορικών
μέσων ή οι υπεύθυνοι διαχειριστές δικτύου αγωγών υπέχουν τις υποχρεώσεις και
ευθύνες, που προβλέπονται από τον παρόντα Κώδικα για τους πλοιάρχους.
Οι φορείς ιδιοκτησίας των μεταφορικών αυτών μέσων,
φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οι κατά νόμο εκπρόσωποί τους υπέχουν τις υποχρεώσεις
και ευθύνες, που προβλέπονται για τους πράκτορες.
Αρχή
Άρθρο 23
Οι τελωνειακές διατυπώσεις για τα είδη, που
διακινούνται με το ταχυδρομείο και υπόκεινται σε έλεγχο από τις Τελωνειακές
Αρχές, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών. και Μεταφορών και
Επικοινωνιών.
Αρχή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΕΙΣΟΔΟΣ -ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ -ΕΝΑΠΟΘΕΣΗ
ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
Άρθρο 24
Είσοδος -Επιτήρηση εμπορευμάτων
1. Τα εμπορεύματα, που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της χώρας,
υποβάλλονται, από τη στιγμή της εισόδου τους, σε τελωνειακή επιτήρηση
ή και έλεγχο, προσκομίζονται δε, χωρίς καθυστέρηση και σύμφωνα με
τους όρους, που καθορίζει η Τελωνειακή Αρχή εισόδου στο
τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), στην αρμόδια
Τελωνειακή Αρχή ή σε άλλο χώρο, που καθορίζει ή εγκρίνει η αρμόδια
αυτή Αρχή.
Με ανάλογο τρόπο προσκομίζονται στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή και
τα κοινοτικά εμπορεύματα, που αποστέλλονται από άλλο Κράτος - Μέλος στην Ελλάδα
και διακινούνται, σύμφωνα με τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις, με την κάλυψη
εγγράφου κοινοτικής διαμετακόμισης ή εγγράφου που επέχει θέση εγγράφου
κοινοτικής διαμετακόμισης ή αντιτύπου ελέγχου Τ5.
Στην περίπτωση αυτή η εκπρόθεσμη κατάθεση των
εγγράφων αυτών και η μη προσκόμιση των κοινοτικών εμπορευμάτων στην αρμόδια
Τελωνειακή Αρχή προορισμού, συνεπάγεται εκτός από τις άλλες προβλεπόμενες
κυρώσεις και την επιβολή, για κάθε ημέρα καθυστέρησης, προστίμου που προβλέπεται
από την παράγραφο 1 του άρθρου 145 του παρόντα Κώδικα.
2. Η εκφόρτωση των εμπορευμάτων στις δημόσιες προσωρινές αποθήκες
και χώρους ή σε οποιονδήποτε άλλο χώρο, που καθορίζει ή εγκρίνει η
αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, καθώς και η παράδοση αυτών στην αρμόδια αυτή
Αρχή, γίνεται ύστερα από άδεια αυτής, με βάση το δηλωτικό
εισαγωγής.
3. Αν κατά την εκφόρτωση των εμπορευμάτων διαπιστωθούν ελλείμματα ή
βρεθούν δέματα, δοχεία, κιβώτια ή άλλα είδη συσκευασίας τους, που
φέρουν σαφή σημεία παραβίασης ή διαρρέουν ή είναι κενά του
περιεχομένου τους, για την παραλαβή των εμπορευμάτων εκ μέρους
της Τελωνειακής Αρχής συντάσσεται πρωτόκολλο, που υπογράφεται από
το διαχειριστή της αποθήκης και το μεταφορέα ή τον αντιπρόσωπό του.
Στο πρωτόκολλο αυτό αναγράφονται, με κάθε λεπτομέρεια, η κατάσταση
και το περιεχόμενο των παραπάνω μέσων συσκευασίας κατά βάρος, ποσότητα
και εμπορευματολογική περιγραφή, καθώς και τα ληφθέντα διασφαλιστικά μέτρα.
Για τα ελλείμματα αυτά η Τελωνειακή Αρχή προβαίνει
στη βεβαίωση και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, στην είσπραξη των δασμών, φόρων
και λοιπών επιβαρύνσεων, που αναλογούν σε αυτά.
Αρχή
Άρθρο 25
Προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων
1. Η προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων, που μετα φέρονται απευθείας
από το εξωτερικό ή αποστέλλονται ύστερα από διαμετακόμιση, επιτρέπεται
με γραπτή άδεια της Τελωνειακής Αρχής σε προσωρινές αποθήκες ή
χώρους, που βρίσκονται στη χωρική της αρμοδιότητα και τη διαχείριση
των οποίων έχουν άλλα εκτός από τις Τελωνειακές Αρχές φυσικά ή νομικά
πρόσωπα, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για την εξυπηρέτηση του
εμπορίου.
Η εκφόρτωση των εμπορευμάτων στις παραπάνω αποθήκες και χώρους
γίνεται με βάση το δηλωτικό.
Η χρήση των προσωρινών αυτών αποθηκών ή χώρων
επιτρέπεται να γίνεται και από περισσότερους του ενός μεταφορείς και εισαγωγείς
εμπορευμάτων.
Για τα εμπορεύματα που εναποτίθενται στις παραπάνω
αποθήκες ή χώρους εφαρμόζονται όλες οι διατάξεις των Τελωνειακών Νόμων και
Κανονισμών.
Οι αποθήκες και χώροι αυτοί θεωρούνται ως προσωρινές
τελωνειακές αποθήκες και χώροι, μέσα στους οποίους μπορούν να διεξάγονται από
την Τελωνειακή Υπηρεσία όλες οι προβλεπόμενες τελωνειακές εργασίες και
διαδικασίες και θεωρείται ότι αυτές διεξάγονται εκτός Τελωνειακού Καταστήματος.
2. Τα εμπορεύματα που τελούν σε κατάσταση προσωρινής εναπόθεσης
επιτρέπεται να μετακινηθούν ή απομακρυνθούν από τον τόπο που είχαν
αρχικά τοποθετηθεί ή αποθηκευτεί, μόνο με άδεια της Τελωνειακής
Αρχής. Τα εμπορεύματα αυτά επιτρέπεται να υποστούν μόνο επεξεργασία
τέτοια, που να εξασφαλίζει τη διατήρησή τους στην αυτή
κατάσταση, χωρίς μεταβολή της εμφάνισης ή των τεχνικών
χαρακτηριστικών τους.
Επίσης επιτρέπεται, σύμφωνα με τις ισχύουσες
διατάξεις και ύστερα από άδεια της Τελωνειακής Αρχής, η εξέταση ή η
λήψη δειγμάτων των εμπορευμάτων αυτών, με σκοπό να τους δοθεί
τελωνειακός προορισμός.
3. Οι Τελωνειακές Αρχές ασκούν έλεγχο και
εποπτεία στις αποθήκες ή χώρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Για την άσκηση
του ελέγχου και της εποπτείας, μπορεί να εγκαθίσταται στους χώρους αυτούς
κλιμάκιο τελωνειακών υπαλλήλων.
4. Οι εκμεταλλευόμενοι αποθήκες προσωρινής
εναπόθεσης ή χώρους ευθύνονται έναντι του Δημοσίου για τους δασμούς, φόρους και
λοιπές επιβαρύνσεις, που αναλογούν στα εμπορεύματα.
Το Δημόσιο δεν υπέχει
ευθύνη για οποιαδήποτε βλάβη, φθορά ή καταστροφή, οφειλόμενη σε
οποιαδήποτε αιτία, των εμπορευμάτων που εναποτίθενται στις αποθήκες ή
χώρους αυτούς.
5. Στις προσωρινές αποθήκες ή χώρους, που προβλέπονται από το άρθρο
αυτό, απαγορεύεται η αποθήκευση εμπορευμάτων που έχουν υπαχθεί στις
διατυπώσεις της τελωνειακής αποταμίευσης ή εξαγωγής.
Η εναπόθεση εμπορευμάτων, στις παραπάνω αποθήκες ή
χώρους, που μπορούν από τη φύση ή την κατάστασή τους να επηρεάσουν άλλα
εμπορεύματα ή να προκαλέσουν κίνδυνο στη δημόσια υγεία, τάξη, ασφάλεια ή στις
αποθηκευτικές εγκαταστάσεις, επιτρέπεται μόνο σε ειδικά διαρρυθμισμένα ιδιαίτερα
διαμερίσματα ή χώρους, εφόσον υπάρχουν και μπορούν να αποτρέψουν τους κινδύνους
αυτούς.
Αν δεν υπάρχουν τέτοιοι ειδικοί χώροι, η εναπόθεση
των εν λόγω εμπορευμάτων επιτρέπεται, μόνο με άδεια της Τελωνειακής Αρχής, στις
κατάλληλες εγκαταστάσεις του εισαγωγέα αυτών.
Η Τελωνειακή Αρχή μπορεί να μην επιτρέψει την εκφόρτωση σε
προσωρινές αποθήκες ή χώρους εμπορευμάτων, που έχουν υποστεί σήψη ή
αλλοίωση, κατά τη γνώμη ιατρού της Υγειονομικής ή Κτηνιατρικής ή άλλης
Δημόσιας Υπηρεσίας ή άλλου ιατρού ή ειδικού επιστήμονα. Τα
εμπορεύματα αυτά, εφόσον δεν ζητείται η καταστροφή τους, επανεξάγοντqι, με δαπάνες που βαρύνουν τον κάτοχο αυτών.
6. Για τη λειτουργία των αποθηκών και χώρων
προσωρινής εναπόθεσης της παραγράφου 1 απαιτείται άδεια του Προϊσταμένου της
οικείας Τελωνειακής Περιφέρειας, που εκδίδεται μετά από αίτηση του
ενδιαφερομένου και εισήγηση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται:
α) Οι προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να
πληρούν οι αποθήκες ή χώροι που προβλέπονται από την παράγραφο 1.
β) Η διαδικασία παραλαβής των εμπορευμάτων.
γ) Οι όροι αποθήκευσης και λογιστικής διαχείρισης των εμπορευμάτων.
δ) Ο τρόπος παρακολούθησης και άσκησης του τελωνειακού ελέγχου τόσο
των εμπορευμάτων όσο και των χώρων.
ε) Ο χρόνος λειτουργίας των αποθηκών και χώρων αυτών και οι λόγοι
ανάκλησης της άδειας λειτουργίας πριν από το χρόνο λήξης αυτής.
στ) Οι εγγυήσεις, που παρέχονται για τη διασφάλιση των οφειλόμενων
κάθε φορά προς το Δημόσιο δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, για τα
εμπορεύματα που αποθηκεύονται Δεν απαιτείται παροχή εγγύησης, όταν ο
εκμεταλλευόμενος προσωρινές αποθήκες ή χώρους είναι Νομικό Πρόσωπο
Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.).
ζ) Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την έγκριση και λειτουργία των
αποθηκών αυτών.
Με όμοια απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να ανατίθεται σε φυσικά ή
νομικά πρόσωπα η διαχείριση των εμπορευμάτων που εκφορτώνονται σε
δημόσιες προσωρινές αποθήκες ή χώρους.
8. Οι εκμεταλλευόμενοι τις αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης ή χώρους,
της παραγράφου 1 του παρόντος, οφείλουν να γνωστοποιούν γραπτά στην
Τελωνειακή Αρχή κάθε επιπλέον ή επί έλατον διαπιστούμενη, κατά
την εκφόρτωση, διαφορά μεταξύ των αναγραφόμενων στο δηλωτικό
εμπορευμάτων και εκείνων που εναποτέθηκαν.
Επί έλαπον διαφορές εμπορευμάτων, που δεν γνωστοποιήθηκαν γραπτά στην
Τελωνειακή Αρχή, εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από την εκφόρτωση, δεν
λαμβάνονται υπόψη, οι δε εκμεταλλευόμενοι τις προσωρινές αυτές
αποθήκες ή χώρους υποχρεούνται, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας
διατάξεων, στην καταβολή των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, που
αναλογούν στις διαφορές αυτές.
Για τη βεβαίωση και είσπραξη των οφειλόμενων στο Δημόσιο δασμών,
φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, που αναλογούν στα διαπιστούμενα κάθε
φορά ελλείμματα ή τις διαφορές εμπορευμάτων, που εισήχθησαν στις
προσωρινές αποθήκες ή χώρους, εκδίδεται από την Τελωνειακή Αρχή καταλογιστική πράξη, σε βάρος των εκμεταλλευομένων τις προσωρινές
αυτές αποθήκες ή χώρους.
9. Για την εναπόθεση των εμπορευμάτων στις προσωρινές αποθήκες ή
χώρους, που προβλέπονται από το άρθρο αυτό, ισχύουν οι προθεσμίες που
ορίζονται στο άρθρο 43 του παρόντα Κώδικα.
Οι παραπάνω προθεσμίες εναπόθεσης των εμπορευμάτων μπορούν να
περιορίζονται ή παρατείνονται από την Τελωνειακή Αρχή, όταν το
απαιτούν οι περιστάσεις, 10, Τα εμπορεύματα που προσκομίζονται στο
Τελωνείο και εναποτίθενται στις προσωρινές αποθήκες ή χώρους, πρέπει,
μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου
43, να λάβουν τελωνειακό προορισμό, που μπορεί να είναι:
α) είτε η υπαγωγή τους σε οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς,
β) είτε η είσοδός τους σε Ελεύθερη Ζώνη,
γ) είτε η επανεξαγωγή τους εκτός του τελωνειακού εδάφους της
Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε,Ε,),
δ) είτε η καταστροφή τους με την άδεια της
Τελωνειακής Αρχής και με τους όρους που η Αρχή αυτή καθορίζει,
ε) είτε η εγκατάλειψή τους υπέρ του Δημοσίου, ύστερα από έγκριση της
Τελωνειακής Αρχής.
Για τα εμπορεύματα, στα οποία δεν έχει δοθεί οποιοσδήποτε
τελωνειακός προορισμός, μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται,
εφαρμόζονται οι περί αζήτητων εμπορευμάτων διατάξεις του παρόντα Κώδικα.
11. Η εγκατάλειψη ή η καταστροφή των
εμπορευμάτων δεν συνεπάγεται δαπάνη για το Δημόσιο.
Η Τελωνειακή Αρχή μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 37 του παρόντα Κώδικα,
να καταστρέψει τα εμπορεύματα που έχουν τοποθετηθεί στις προσωρινές
αποθήκες ή χώρους, πληροφορεί δε γι' αυτό τον κάτοχο των εμπορευμάτων.
Τα έξοδα καταστροφής των εμπορευμάτων βαρύνουν τον κάτοχό τους.
12. Οι εκμεταλλευόμενοι τις προσωρινές
αποθήκες ή χώρους του παρόντος άρθρου υποχρεούνται να διαθέτουν σε αυτούς τους
χώρους, χωρίς επιβάρυνση για το Δημόσιο, κατάλληλο και ασφαλή στεγασμένο χώρο:
α) για την εγκατάσταση της Τελωνειακής
Υπηρεσίας, προς διενέργεια των κατά περίπτωση απαιτούμενων τελωνειακών και
συναφών εργασιών και διατυπώσεων.
β) για τη μεταφορά των εμπορευμάτων που δεν παραλαμβάνονται μέσα
στις προβλεπόμενες προθεσμίες και κηρύσσονται αζήτητα. Η μεταφορά αυτή
διενεργείται με προσωπικό και μεταφορικά μέσα των
εκμεταλλευομένων τις αποθήκες αυτές.
Οι εκμεταλλευόμενοι τις
προσωρινές αποθήκες δικαιούνται σε απόληψη προνομιακώς των τυχόν
οφειλόμενων αποθήκευτρων, εργατικών και μεταφορικών εξόδων, από το
πλειστηρίασμα που επιτυγχάνεται.
Μετά τη διάθεση ή καταστροφή από την Τελωνειακή Αρχή
των εμπορευμάτων που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου, σύμφωνα με τις
διατάξεις του άρθρου 43, οι απαιτήσεις των εκμεταλλευομένων τις αποθήκες ή
χώρους αυτούς, αποσβένονται
13. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του παρόντα ή άλλων
Τελωνειακών Νόμων και Κανονισμών σχετικά με τις άδειες εισόδου ή εξόδου
των εμπορευμάτων ή άλλων αντικειμένων, απαγορεύεται η είσοδος και
έξοδος των κάθε φύσης αντικειμένων, εμπορευμάτων, οχημάτων και ατόμων
στις αποθήκες ή χώρους, που προβλέπονται από το παρόν άρθρο και τελούν
υπό τελωνειακή επιτήρηση, φρούρηση ή εποπτεία, χωρίς έλεγχο από τους
υπαλλήλους της Τελωνειακής Υπηρεσίας, οι οποίοι μπορούν να απαγορεύσουν την
είσοδο προσώπων ή οχημάτων, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού ιδιωτικών
εταιριών ασφάλειας και φρούρησης, που δεν έχει σχέση με συγκεκριμένη εργασία.
Η εκμίσθωση χώρων για την εγκατάσταση επαγγελματιών,
προς άσκηση του επιτηδεύματός τους, μέσα στις αποθήκες και χώρους που τελούν υπό
τελωνειακή επιτήρηση, επιτρέπεται μόνο με έγκριση της αρμόδιας Τελωνειακής
Αρχής.
14. Η αποθήκευση, ταξινόμηση, διαλογή των εμπορευμάτων και
αποσκευών επιβατών, οι εργασίες για την επαλήθευση, εξέταση και τον
έλεγχο αυτών, καθώς και οι υπόλοιπες απαραίτητες εργασίες στις
αποθήκες ή χώρους, που τελούν υπό την αποκλειστική διαχείριση των
Τελωνείων του Κράτους, πραγματοποιείται από την Κομιστική Υπηρεσία,
κατά τις υποδείξεις του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής
Αρχής, κατά το χρόνο λειτουργίας της Αρχής αυτής.
Σε περίπτωση άρνησης εκτέλεσης ή παράβασης των υποδείξεων του
Προϊσταμένου της Τελωνειακής Αρχής, επιβάλλονται στον υπαίτιο οι κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, περί ασκήσεως
πειθαρχικού ελέγχου των φορτοεκφορτωτών, μετά από αίτηση της
αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής.
Σε περίπτωση υποτροπής, ο υπαίτιος
απομακρύνεται της Κομιστικής Υπηρεσίας των Τελωνείων, με απόφαση του
Προϊσταμένου του Τελωνείου.
Το προσωπικό που προσλαμβάνεται, από τους εκμεταλλευόμενους τις
αποθήκες ή χώρους της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, για τη
φορτοεκφόρτωση και διαχείριση των εμπορευμάτων, πρέπει να
απομακρύνεται από αυτούς, ύστερα από υπόδειξη του Προϊσταμένου
της οικείας Τελωνειακής Αρχής, για δικαιολογημένη αιτία.
Οι υπόχρεοι για την εκτέλεση φορτοεκφορτωτικών εργασιών πρέπει να
χρησιμοποιούν, εφόσον κατά την κρίση των Προϊσταμένων του
Τελωνείου επιβάλλεται τούτο, προς ταχεία και ασφαλή διενέργεια των
εργασιών αυτών, τα κατάλληλα μηχανικά και λοιπά μέσα,
15. Το Δημόσιο δεν ευθύνεται για τις φυσικές απομειώσεις, φθορές ή
βλάβες των εναποτιθέμενων εμπορευμάτων στις προσωρινές αποθήκες ή
χώρους, που τελούν υπό τη διαχείριση των Τελωνείων, καθώς και για
τις οφειλόμενες σε ανώτερη βία.
16. Εφαρμόζονται από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή οι περί λαθρεμπορίας
διατάξεις του παρόντα Κώδικα, ανεξάρτητα από την τυχόν λήψη εγγύησης ή
αλλού διασφαλιστικού, των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, μέτρου, όταν
διαπιστώνεται ότι ελλείπουν εμπορεύματα που έχουν εναποτεθεί στις αποθήκες ή
χώρους της παραγράφου 1, χωρίς την τήρηση γι' αυτά των τελωνειακών και λοιπών
συναφών διατυπώσεων και τη χορήγηση της κατά περίπτωση απαιτούμενης, κατά τις
διατάξεις του παρόντα ή άλλων Τελωνειακών Νόμων και Κανονισμών, γραπτής άδειας
παράδοσης ή εξόδου ή φόρτωσης αυτών.
Αρχή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΟ -ΔΑΣΜΟΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ
Άρθρο 26
Οι δασμοί, που καθίστανται απαιτητοί, σε περίπτωση γένεσης
τελωνειακής οφειλής, υπολογίζονται σύμφωνα με το Δασμολόγιο των
Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κοινοτικό
Τελωνειακό Κώδικα, ενώ οι φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις επιβάλλονται
από Εθνικές Διατάξεις.
Εθνικές Διατάξεις.
Αρχή
Άρθρο 27
1. Η εφαρμογή των ευεργετικών δασμολογικών μέτρων έναντι τρίτων
χωρών, που προβλέπονται είτε σε διμερείς προτιμησιακές συμφωνίες είτε
σε αυτόνομα προτιμησιακά καθεστώτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε. Ε.),
εξαρτάται από την πλήρωση των προϋποθέσεων καταγωγής, που
αναφέρονται στις εν λόγω συμφωνίες ή στις διατάξεις εφαρμογής του
Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα αντίστοιχα.
Η μη προτιμησιακή καταγωγή των εμπορευμάτων προσδιορίζεται για την
εφαρμογή του Δασμολογίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και για την εφαρμογή
μέτρων εμπορικής πολιτικής.
Οι σχετικές διατάξεις αναφέρονται στον
Κοινοτικό Τελωνειακό Κώδικα.
2. Η καταστρατήγηση των περί καταγωγής διατάξεων θεωρείται ως απλή
τελωνειακή παράβαση, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων
σε περίπτωση δόλου.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αρμόδιοι
Εθνικοί Φορείς ή Αρχές για την έκδοση του εγγράφου πιστοποίησης της
καταγωγής.
Αρχή
Άρθρο 28
Αμφισβητήσεις
1. Τα εμπορεύματα τελωνίζονται στην κατάσταση και μορφή που
προσκομίζονται στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, όπου κατατίθεται διασάφηση
θέσης αυτών σε οποιοδήποτε καθεστώς, υπό την εποπτεία της οποίας
προσδίδεται οιοσδήποτε προορισμός.
2. Η κατάταξη των προς τελωνισμό εμπορευμάτων στην οικεία διάκριση
της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) του Δασμολογίου ενεργείται από
την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.
3. Εάν ο παραλήπτης αμφισβητεί την από την Τελωνειακή Αρχή κατάταξη,
τη δασμολογητέα ή φορολογητέα αξία, την υπαγωγή ή μη των
εμπορευμάτων σε άλλο συντελεστή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), ή
άλλο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), ή άλλο φόρο, ή τέλος,
συντάσσεται για την αμφισβήτηση αυτή πράξη στο σώμα της διασάφησης,
που υπογράφεται από τον ενεργήσαντα τον τελωνισμό υπάλληλο, τον
Προϊστάμενο του Τμήματος Τελωνισμού και το διασαφιστή ή τον
αντιπρόσωπο αυτού.
4. Η επίλυση των κατά την προηγούμενη παράγραφο αμφισβητήσεων εμπίmει
στην αρμοδιότητα των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών Τελωνειακών
Αμφισβητήσεων, (Π.Ε.Τ.Α.), που λειτουργούν στις έδρες των Τελωνειακών
Περιφερειών.
5. Η εκδίκαση των ασκούμενων εφέσεων κατά των αποφάσεων των
Πρωτοβάθμιων Επιτροπών Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Π.Ε.Τ.Α.) ανήκει
στην αρμοδιότητα της Ανώτατης Επιτροπής Τελωνειακών Αμφισβητήσεων
(Α.Ε.Τ.Α.), καθώς επίσης και η επίλυση των, μεταξύ του
Προϊσταμένου του Τμήματος Τελωνισμού και του ενεργήσαντα τον
τελωνισμό υπαλλήλου, αναφυόμενων διαφωνιών ως προς την κατάταξη.
6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού
Οικονομικών, ανακαθορίζονται η συγκρότηση, οι αρμοδιότητες και η έδρα
των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Π.Ε.Τ.Α.) και
της Ανώτατης Επιτροπής Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Α.Ε.Τ.Α.).
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται τα μέλη των ανωτέρω
Επιτροπών, ο τρόπος αποστολής, από τις Τελωνειακές Αρχές των
αμφισβητούμενων διασαφήσεων και των σχετικών δειγμάτων, τα έξοδα
εξέτασης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Αρχή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΟΦΕΙΛΗ
Άρθρο 29
Γένεση, βεβαίωση, είσπραξη, απόσβεση
τελωνειακής οφειλής
1. Τελωνειακή οφειλή είναι η υποχρέωση κάθε φυσικού ή νομικού
προσώπου για καταβολή του συνόλου των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων
και λοιπών δικαιωμάτων του Δημοσίου συμπεριλαμβανομένου του Φόρου
Προστιθέμενης Αξίας, (Φ.Π.Α.), που αναλογούν σε εμπορεύματα που
εισάγονται ή εξάγονται
2. Επιφυλασσομένων των διατάξεων του Τελωνειακού Κοινοτικού
Κώδικα η τελωνειακή οφειλή γεννάται:
α) τη στιγμή της αποδοχής της σχετικής διασάφησης για θέση σε ανάλωση
ή ελεύθερη κυκλοφορία ή εξαγωγή ενός εμπορεύματος υποκειμένου σε
δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις,
β) από την παράτυπη εισαγωγή στο τελωνειακό έδαφος ενός εμπορεύματος,
γ) από την υπεξαίρεση υποκειμένου σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις
εμπορεύματος κατά την τελωνειακή επιτήρηση,
δ) από τη μη εκτέλεση των υποχρεώσεων που
απορρέουν από τη θέση των εμπορευμάτων σε ένα καθεστώς ή προορισμό ή από τη μη
τήρηση ενός από τους όρους που είχαν τεθεί για την υπαγωγή των εμπορευμάτων
αυτών στο συγκεκριμένο καθεστώς,
ε) όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση ειδικότερα
καθοριζόμενη.
3. Η τελωνειακή οφειλή υπολογίζεται από τις αρμόδιες Τελωνειακές
Αρχές, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 26 του παρόντα Κώδικα, βεβαιώνεται
επί των οικείων τελωνειακών παραστατικών εγγράφων και εγγράφεται σε
ειδικά λογιστικά βιβλία.
4. Η είσπραξη της τελωνειακής οφειλής πραγματοποιείται κατά τα
οριζόμενα στις διατάξεις περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων και με
αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία
λεπτομέρεια.
5. Η απόσβεση της τελωνειακής οφειλής επέρχεται με την καταβολή ή
διαγραφή του ποσού της οφειλής κατά τα οριζόμενα στην Εθνική και
Κοινοτική Νομοθεσία.
Αρχή
Άρθρο 30
Εγγυήσεις
1. Για την εξασφάλιση της τελωνειακής οφειλής όλων των τελωνειακών
καθεστώτων, οι Τελωνειακές Αρχές μπορούν να απαιτούν, από το διασαφιστή ή τον
υπόχρεο κατάθεσης του σχετικού τελωνειακού παραστατικού, τη σύσταση εγγύησης.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τις προθεσμίες και τον τρόπο
καταβολής ή αναστολής της τελωνειακής οφειλής και των παρεχόμενων εγγυήσεων, σε
συνδυασμό με τις αντίστοιχες διατάξεις του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα.
Αρχή
Άρθρο 31
Συμπληρωματική βεβαίωση -Είσπραξη εκ των υστέρων
1. Το Δημόσιο διατηρεί αμείωτες τις απαιτήσεις του κατά του κυρίου
των εμπορευμάτων για δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που
δεν είχαν εισπραχθεί, όπως επίσης και για εκείνες που είχαν ελλιπώς
βεβαιωθεί ή εισπραχθεί.
Τα ποσά θεωρούνται ότι είχαν ελλιπώς
βεβαιωθεί ή εισπραχθεί, όταν δεν βεβαιώθηκαν ή δεν εισπράχθηκαν, ολικά ή
μερικά, λόγω οποιασδήποτε παράλειψης που έγινε κατά τον τελωνισμό
των εμπορευμάτων, εφόσον αυτό προκύπτει από το κείμενο του τελωνειακού
παραστατικού που κατατέθηκε, τις πράξεις επ' αυτού και τα
δικαιολογητικά έγγραφα, που επισυνάπτονται σε αυτό, με τα οποία
προσδιορίζονται τα κρίσιμα στοιχεία για την ορθή βεβαίωση των δασμών,
φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται
2. Επίσης, ως ελλιπώς βεβαιωθέντα ή εισπραχθέντα θεωρούνται και τα
ποσά που βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν ελλιπώς, αν κατά τον εκ των υστέρων
έλεγχο αποδειχθεί ότι δεν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενοι για το
καθεστώς, στο οποίο έχουν υπαχθεί τα εμπορεύματα, όροι ή ότι τα
προσκομισθέντα πιστοποιητικά που χρησιμοποιήθηκαν για προτιμησιακή
μεταχείριση του εμπορεύματος δεν είναι αυθεντικά ή έγκυρα.
3. Όσα έχουν εισπραχθεί ή έχουν βεβαιωθεί και εισπραχθεί ελλιπώς
βεβαιώνονται συμπληρωματικά με πράξη της Τελωνειακής Αρχής και
εισπράττονται απ' αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις περί Εισπράξεως
Δημοσίων Εσόδων.
4. Η προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά της πράξης βεβαίωσης των ποσών
που, από οποιαδήποτε αιτία, δεν εισπράχθηκαν ή ελλιπώς βεβαιώθηκαν ή
εισπράχθηκαν, όπως επίσης και η άσκηση της προσφυγής, δεν έχουν
ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός εάν καταβληθεί ποσοστό τουλάχιστον
πενήντα τοις εκατό (50%) της οφειλής που βεβαιώθηκε.
Η ρύθμιση αυτή
εφαρμόζεται και για τις πράξεις βεβαίωσης της Τελωνειακής Αρχής για
εμπορεύματα, που παραδόθηκαν με τελωνειακό καθεστώς, που επιφέρει
αναστολή είσπραξης των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων.
Η αίτηση αναστολής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών
Δικαστηρίων κατά της πράξης βεβαίωσης δεν αναστέλλει την εκτέλεση της
προσβαλλόμενης πράξης.
Αρχή
Άρθρο 32
Αχρεωστήτως εισπραχθέντα
1. Τα ποσά που εισπράχθηκαν από τα Τελωνεία αχρεωστήτως
επιστρέφονται άτοκα στο δικαιούχο, εάν, μέσα σε ανατρεπτική
προθεσμία τριών (3) ετών από την ημερομηνία βεβαίωσής τους, αυτός
υποβάλλει σχετική αίτηση στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή
επισυνάπτοντας τα δικαιολογητικά έγγραφα που απαιτούνται
Εάν η διαπίστωση της αχρεωστητης είσπραξης έγινε από την Τελωνειακή
Υπηρεσία, καλείται από αυτήν ο δικαιούχος να υποβάλει τη σχετική αίτηση
περί επιστροφής με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, μέσα στην ως άνω
προθεσμία. Για την επιστροφή αυτή οι Τελωνειακές Αρχές ενεργούν κατά
προτεραιότητα.
Εάν η αχρεωστητη είσπραξη έχει αναγνωριστεί. ή
βεβαιωθεί με απόφαση του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου, ο
δικαιούχος πρέπει μέσα σε ένα (1) έτος, από τη δημοσίευση της
παραπάνω απόφασης, να υποβάλει σχετική αίτηση περί επιστροφής
στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Εάν η αναγνώριση ή βεβαίωση της αχρεωστητης
είσπραξης έγινε με απόφαση που εκδόθηκε μετά από έφεση ή αναίρεση, η ετήσια
προθεσμία για την υποβολή της σχετικής αίτησης με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά
αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης.
Έντοκη επιστροφή επιτρέπεται εάν και εφόσον η
σχετική αίτηση υποβληθεί μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία έξι (6) μηνών, που
αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα από το μήνα κατά τον οποίο κοινοποιήθηκε
στην Τελωνειακή Αρχή η απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου.
Η μη υποβολή της αίτησης επιστροφής εμπρόθεσμα
συνεπάγεται την παραγραφή του δικαιώματος έντοκης επιστροφής του δικαιούχου.
2. Για την επιστροφή εκδίδεται απόφαση:
-του Προϊσταμένου της Τελωνειακής Αρχής επιπέδου
Διεύθυνσης,
-του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής
Περιφέρειας, για τις υπόλοιπες Τελωνειακές Αρχές.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται τα
δικαιολογητικά που απαιτούνται για την επιστροφή, ο τρόπος επιστροφής, καθώς και
κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
3. Εάν εντός της προβλεπόμενης κατά περίπτωση προθεσμίας, κατά την
παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δεν υποβληθεί από το δικαιούχο ή τον
αντιπρόσωπό του αίτηση με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται,
παραγράφονται οι απαιτήσεις αχρεωστήτως εισπραχθέντων.
4. Η χρηματική αξίωση από την αχρεώστητη είσπραξη επιβαρύνσεων, για
την οποία εκδόθηκε η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του παρόντος
άρθρου απόφαση της Τελωνειακής Αρχής, παραγράφεται μετά την παρέλευση
προθεσμίας ενός (1) έτους από την κοινοποίηση της απόφασης.
5. Η αναστολή ή διακοπή της παραγραφής διέπεται από τις διατάξεις του
Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού.
6. Ποσά από φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις μέχρι τρία (3) ευρώ, κατά
πράξη, που εισπράχθηκαν αχρεώστητα ή βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν ελλιπώς, δεν
επιστρέφονται ή δεν βεβαιώνονται συμπληρωματικά για είσπραξη.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών το ανωτέρω
ποσό μπορεί να αυξομειώνεται, δεν μπορεί όμως να υπερβεί το αντίστοιχο για τους
δασμούς ποσό, που προβλέπεται από τις ισχύουσες συναφείς διατάξεις της
Κοινοτικής Τελωνειακής Νομοθεσίας.
Αρχή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΙ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ
ΤΜΗΜΑ Α'
ΣΥΝΗΘΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Άρθρο 33
1. Ο κύριος των εμπορευμάτων ή ο νόμιμος
αντιπρόσωπός του, κατά την ισχύουσα νομοθεσία, οφείλει μετά την προσκόμισή τους
στην Τελωνειακή Αρχή, να καταθέσει διασάφηση, προκειμένου τα εμπορεύματα αυτά να
υπαχθούν σε οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς ή να λάβουν έναν από τους λοιπούς
τελωνειακούς προορισμούς, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα από την Κοινοτική
Νομοθεσία.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι
δυνατόν να καθορίζονται συγκεκριμένες Τελωνειακές Αρχές της Επικράτειας για τον
τελωνισμό συγκεκριμένων εμπορευμάτων, όταν αυτό επιβάλλεται από τη φύση τους ή
τον τρόπο διακίνησής τους.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
ρυθμίζονται:
α) οι επί μέρους διαδικασίες που αφορούν στην
εφαρμογή των όρων και προϋποθέσεων υπαγωγής των εμπορευμάτων σε ένα από τα
τελωνειακά καθεστώτα, ή οι όροι και προϋποθέσεις και ειδικότερες διαδικασίες δια
των οποίων προσδίδεται οιοσδήποτε άλλος τελωνειακός προορισμός, κατά το μέρος
που οι διαδικασίες αυτές δεν καθορίζονται ρητά από την Κοινοτική Νομοθεσία.
β) η συμπλήρωση, κατάθεση της διασάφησης, η εξέταση, δειγματοληψία
των εμπορευμάτων, ο υπολογισμός, βεβαίωση, συμπληρωματική βεβαίωση και
είσπραξη των επιβαρύνσεων κατά το μέρος που οι διαδικασίες αυτές δεν
καθορίζονται ρητά από την Κοινοτική Νομοθεσία, καθώς και ο τύπος των
χρησιμοποιούμενων εντύπων ή αποδεικτικών είσπραξης, εφόσον δεν
προβλέπονται από την Κοινοτική Νομοθεσία.
γ) ο χρόνος και ο τόπος φύλαξης των εξοφλημένων τελωνειακών
παραστατικών εγγράφων, που κατατίθενται στις Τελωνειακές Αρχές.
4. Επιτρέπεται η αναστολή είσπραξης εθνικών επιβαρύνσεων, που
αναλογούν σε εμπορεύματα κοινοτικά ή μη, εγχώρια ή και ευρισκόμενα
σε ελεύθερη κυκλοφορία, σε κάθε περίπτωση που πρόκειται να υποστούν, υπό
την επίβλεψη των Τελωνειακών Αρχών, οιασδήποτε μορφής ενσωμάτωση και
επεξεργασία για την παραγωγή προϊόντων, τα οποία τίθενται οριστικά
σε ανάλωση. Ειδικότεροι όροι λειτουργίας και ελέγχου της
συγκεκριμένης δραστηριότητας καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Β'
ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Άρθρο 34
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι
όροι και προϋποθέσεις για τη χορήγηση έγκρισης εφαρμογής των απλουστευμένων
διαδικασιών, που προβλέπονται από τις αντίστοιχες διατάξεις του Κοινοτικού
Τελωνειακού Κώδικα.
Αρχή
Άρθρο 35
Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που ισχύουν
για τις ταχυδρομικές αποστολές επιστολών και δεμάτων μπορεί:
α) να μην απαιτείται η κατάθεση της προβλεπόμενης από το
άρθρο 33
διασάφησης, για να τεθούν σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία
εμπορεύματα, τα οποία προηγούμενα είχαν τεθεί υπό το καθεστώς της
τελειοποίησης προς επανεξαγωγή.
β) να μην αποτελούν αντικείμενο διασάφησης τα εμπορεύματα που
εισάγονται για σκοπούς μη εμπορικούς, καθώς και τα εμπορεύματα μικρής
αξίας, ιδίως εκείνα που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές επιβατών.
Αρχή
Άρθρο 36
Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων επιτρέπεται στο διασαφιστή
να προσκομίζει ή να τροποποιεί μεταγενέστερα ορισμένα στοιχεία της διασάφησης,
καταθέτοντας συμπληρωματικές διασαφήσεις γενικού, περιοδικού ή ανακεφαλαιωτικού
χαρακτήρα.
Οι ενδείξεις των συμπληρωματικών διασαφήσεων
θεωρείται ότι συνιστούν, μαζί με τις ενδείξεις των διασαφήσεων στις οποίες
αναφέρονται, μια ενιαία και αδιαίρετη πράξη που ισχύει από την ημερομηνία
αποδοχής της αντίστοιχης αρχικής διασάφησης.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Γ
ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ -ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ -ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
Άρθρο 37
1. Η Τελωνειακή Αρχή, πριν από την έκδοση της άδειας παραλαβής και
ύστερα από γραπτή αίτηση του διασαφιστή ή υπόχρεου καταβολής Ειδικού
Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), μπορεί να εγκρίνει:
α) Την εγκατάλειψη των εμπορευμάτων, υπέρ του Δημοσίου, μετά
προηγούμενη καταβολή του συνόλου των εξόδων και κάθε άλλης
επιβάρυνσης που έχει επιβληθεί ή κρίνεται αναγκαία.
Η εγκατάλειψη δεν συνεπάγεται έξοδα για το Δημόσιο.
Η αίτηση αυτή μπορεί να διατυπώνεται και στο σώμα της διασάφησης.
Η αποδοχή της από την Τελωνειακή Αρχή σημειώνεται και στη διασάφηση.
Μετά την αποδοχή δεν επιτρέπεται ανάκλησή της.
Στα εγκαταλειπόμενα εμπορεύματα εφαρμόζονται οι διατάξεις της
παραγράφου 5 του άρθρου 48.
β) Την καταστροφή των εμπορευμάτων.
Τα σχετικά έξοδα βαρύνουν το διασαφιστή. Η γραπτή αίτηση του
διασαφιστή για την καταστροφή των εμπορευμάτων μπορεί να διατυπώνεται
και στο σώμα της διασάφησης, Η αποδοχή της από την Τελωνειακή Αρχή ση
μειώνεται και στη διασάφηση. Για την καταστροφή συντάσσεται πρωτόκολλο
και γίνεται μνεία στη διασάφηση.
Στη διασάφηση και στο προσαρτώμενο σε αυτήν πρωτόκολλο καταστροφής
αναφέρεται το είδος και η ποσότητα των υπολειμμάτων και
απορριμμάτων, που ενδεχόμενα προκύπτουν από την καταστροφή, ώστε να
είναι δυνατόν να τεθούν σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία, εφόσον
προηγούμενα καταβληθούν οι δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που
αναλογούν σ' αυτά.
Η κατά τα ανωτέρω διαδικασία καταστροφής διενεργείται από Επιτροπή
και υπό τους όρους και προϋποθέσεις, που καθορίζονται με απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών.
2. Η εγκατάλειψη υπέρ του Δημοσίου ή η καταστροφή των εμπορευμάτων
υπό τον έλεγχο της Τελωνειακής Αρχής απαλλάσσει το διασαφιστή από την
υποχρέωση να πληρώσει δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις εκτός
από τα ανταποδοτικά τέλη και δικαιώματα.
3. Μετά την αποδοχή της αίτησης εγκατάλειψης, τα εμπορεύματα
περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου και ακολουθείται για την
εκποίηση η διαδικασία των άρθρων 45, 46, 47, 48 και 49του παρόντα
Κώδικα.
4. Στη διαδικασία της εκποίησης, σύμφωνα με τα ως άνω άρθρα,
οδηγούνται υποχρεωτικά τα εμπορεύματα:
α) Αν μετά την καταχώρηση και την αποδοχή της διασάφησης ο διασαφιστής αποχωρήσει ή δεν προσφέρει την απαραίτητη συνδρομή και
δεν προσέλθει, μέσα σε τέσσερις (4) ημέρες από την αποδοχή της, για
την εξέταση των εμπορευμάτων.
Στην περίπτωση αυτή ο Προϊστάμενος του Τελωνείου ή ο
Προϊστάμενος του
Τμήματος Τελωνισμού μαζί με τον Τελωνειακό Ελεγκτή ή, αν δεν υπάρχει
Τελωνειακός Ελεγκτής, με άλλο τελωνειακό υπάλληλο, εξετάζει, έστω
και αν απουσιάζει ο διασαφιστής, τα εμπορεύματα ή συνεχίζει την
εξέταση, αν αυτή είχε αρχίσει πριν από την αποχώρηση του διασαφιστή,
αφού γίνει μνεία στη διασάφηση για την παρουσία ή την απουσία του.
β) Αν τα εμπορεύματα, μέσα σε οκτώ (8) ημέρες ή και μετά παράταση
το πολύ πέντε (5) ημερών, που είναι δυνατόν να χορηγηθεί από την
Τελωνειακή Αρχή, ύστερα από αίτηση του διασαφιστή, μετά την εξέτασή
τους με παρουσία του διασαφιστή, δεν παραληφθούν ή αν δεν
παρασχεθεί εγγύηση για τους δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις.
Και στις δυο αυτές περιπτώσεις προηγούνται της εκποίησης τα
ακόλουθα:
-
Αν μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την εξέταση των εμπορευμάτων ο διασαφιστής δεν προσέλθει, για να ρυθμιστεί η κατάσταση των
εμπορευμάτων και δεν είναι δυνατή η έκδοση άδειας παραλαβής τους,
είτε γιατί δεν προσκομίστηκαν τα έγγραφα από τα οποία εξαρτάται η
θέση των εμπορευμάτων σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία είτε
γιατί δεν καταβλήθηκαν ή δεν αποτέλεσαν αντικείμενο εγγύησης
εμπρόθεσμα οι δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις είτε από
οποιαδήποτε άλλη αιτία, η Τελωνειακή Αρχή επικολλά στην εξωτερική
θύρα του Τελωνειακού Καταστήματος δηλοποίηση, η οποία περιλαμβάνει και
τα στοιχεία της διασάφησης, καθώς και της εξέτασης των
εμπορευμάτων.
-
Στη δηλοποίηση αυτή ορίζεται επίσης και η ημέρα
εκποίησης των εμπορευμάτων με δημοπρασία, η οποία διενεργείται μετά
την πάροδο πέντε (5) ημερών από την τοιχοκόλληση της δηλοποίησης.
-
Η
Τελωνειακή Αρχή πληροφορεί επίσης σχετικά το διασαφιστή ή τον
αντιπρόσωπό του με απλή επιστολή της, επίδοση της οποίας δεν
απαιτείται
5. Η Τελωνειακή Αρχή μπορεί, με ευθύνη και με δαπάνες του διασαφιστή,
να μεταφέρει τα εμπορεύματα, αν βρίσκονται σε χώρους που εγκρίθηκαν από αυτήν
και είναι έξω από τις τελωνειακές αποθήκες ή περιβόλους, σε ειδικούς υπό την
εποπτεία της χώρους ή αποθήκες.
6. Αν τα εμπορεύματα υπόκεινται σε φθορά ή
είναι δυσχερής η φύλαξή τους, η Τελωνειακή Αρχή μπορεί να συντμήσει τις
προθεσμίες του άρθρου αυτού.
7. Σε περίπτωση που υφίσταται κίνδυνος από τη
διατήρηση των εμπορευμάτων η Τελωνειακή Αρχή μπορεί να καταστρέψει τα
εμπορεύματα.
Οι σχετικές δαπάνες καταστροφής βαρύνουν το διασαφιστή.
8. Για τον υπολογισμό των πιο πάνω προθεσμιών δεν λαμβάνονται υπόψη
οι μη εργάσιμες ημέρες, αν συμπίπτοuv με τη λήξη των προθεσμιών αυτών.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Δ'
ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ
Άρθρο 38
1. Για τη διακίνηση υποκειμένων εμπορευμάτων, με αναστολή είσπραξης
των αναλογουσών επ' αυτών δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων μεταξύ δύο
Τελωνείων, που βρίσκονται εντός του ελληνικού τελωνειακού εδάφους,
κατατίθεται διασάφηση (δήλωση) διαμετακόμισης υπό τους όρους, που
προβλέπονται για την εφαρμογή του καθεστώτος της κοινοτικής
διαμετακόμισης.
2. Για την κατά τα ανωτέρω διακίνηση υποκειμένων εμπορευμάτων
κατατίθεται εγγύηση.
Ο κύριος υπόχρεος και ο εγγυητής ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο για
οποιαδήποτε απώλεια του εμπορεύματος ή διαφορά που προκύπτει στον τόπο της
παραλαβής αυτού.
Οι Τελωνειακές Αρχές είναι δυνατόν να εγκρίνουν τη
μη σύσταση εγγύησης, υπό τους όρους και προϋποθέσεις, που προβλέπονται για την
εφαρμογή του καθεστώτος της κοινοτικής διαμετακόμισης.
3. Η Τελωνειακή Αρχή επιτρέπει τη διακίνηση
των εμπορευμάτων μετά από την εξέταση και επαλήθευσή τους. Στη συνέχεια τα
εμπορεύματα σφραγίζονται και παραδίδονται με τα συνοδευτικά έγγραφα και
παραστατικά προς μεταφορά στο Τελωνείο Προορισμού. Η Τελωνειακή Αρχή δύναται να
επιτρέψει τη διακίνηση των εμπορευμάτων χωρίς σφράγιση, όταν το είδος αυτών και
τυχόν άλλα μέτρα που έχουν ληφθεί εξασφαλίζουν τη διαπίστωση της ταυτότητάς
τους.
4. Οι διατάξεις που προβλέπονται στις
προηγούμενες παραγράφους του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και κατά τις
διατυπώσεις της διακίνησης εμπορευμάτων για τα οποία αναγράφεται σε δηλωτικό
πλοίου ότι προορίζονται να μεταφερθούν σε άλλο προορισμό, που πραγματοποιούνται
από τον πλοίαρχο ή τον πράκτορα του πλοίου, ο οποίος και έχει κατ' αναλογία τις
ευθύνες και υποχρεώσεις του κύριου υπόχρεου.
Σε περίπτωση που δηλώνεται από τον πλοίαρχο ή τον
πράκτορα προορισμός διαφορετικός από αυτόν που αναγράφεται στο δηλωτικό του
πλοίου, κατατίθεται σχετική αίτηση από τον πλοίαρχο ή τον πράκτορα, η οποία
εγκρίνεται και θεωρείται από το Τελωνείο και προσαρτάται επί της φορτωτικής που
επισυνάπτεται στη διασάφηση διαμετακόμισης, αντίγραφο δε αυτής προσαρτάται στο
δηλωτικό. Στις περιπτώσεις της παρούσας παραγράφου η εξέταση και επαλήθευση των
εμπορευμάτων δεν πραγματοποιείται παρά μόνο αν τούτο κριθεί αναγκαίο από την
αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.
5. Για τη διαδικασία της παραγράφου 4
προσαρτάται η φορτωτική του πλοίου υπογεγραμμένη από τον πλοίαρχο ή τον πράκτορα
της ναυτιλιακής εταιρίας, που πραγματοποίησε τη μεταφορά.
6. Το καθεστώς της εθνικής διαμετακόμισης
θεωρείται ότι έληξε κανονικά, όταν τόσο τα εμπορεύματα όσο και τα παραστατικά
που τα συνοδεύουν προσκομισθούν στο Τελωνείο Προορισμού.
7. Το επιστρεπτέο αντίτυπο της διασάφησης (δήλωσης) διαμετακόμισης,
δεόντως συμπληρωμένο και θεωρημένο από το Τελωνείο Προορισμού,
επιστρέφεται το αργότερο εντός μηνός στο Τελωνείο Αναχώρησης.
Εάν μετά την παρέλευση μηνός δεν επιστραφεί το εν λόγω αντίτυπο, το
Τελωνείο Αναχώρησης διεξάγει έρευνα σύμφωνα με τα οριζόμενα για το
καθεστώς της κοινοτικής διαμετακόμισης, με σκοπό τη διαπίστωση της
λήξης του καθεστώτος.
8. Όταν στο Τελωνείο Αναχώρησης προκύψει δασμοφορολογική ή άλλη
διαφορά μεταξύ της διασάφησης (δήλωσης) διαμετακόμισης και της
εξέτασης και επαλήθευσης των εμπορευμάτων, επιβάλλεται ποινή
ανακριβούς δήλωσης σε βάρος του κύριου υπόχρεου.
Η ίδια ποινή επιβάλλεται αν, κατά την εξέταση των εμπορευμάτων από
το Τελωνείο Προορισμού, προκύψει η παραπάνω διαφορά, μεταξύ της
εξέτασης αυτής και της διασάφησης διαμετακόμισης, που κατατέθηκε στο
Τελωνείο Αναχώρησης, εφόσον δεν έγινε εξέταση στο Τελωνείο
αυτό.
Το Τελωνείο Προορισμού σημειώνει, για το σκοπό
αυτόν, όλα τα σχετικά στοιχεία με τη διαφορά που διαπιστώθηκε, στο αντίτυπο που
προορίζεται γι' αυτό και στο επιστρεπτέο αντίτυπο της διασάφησης (δήλωσης)
διαμετακόμισης, που προορίζεται για το Τελωνείο Αναχώρησης.
Το Τελωνείο Αναχώρησης, με την επιφύλαξη των
διατάξεων περί λαθρεμπορίας, βεβαιώνει με πράξη του σε βάρος του κύριου υπόχρεου
και εισπράττει, σε κάθε περίπτωση, την ποινή ανακριβούς δήλωσης.
9. Η εγγύηση που έχει συσταθεί επιστρέφεται,
μετά τη διαπίστωση από το Τελωνείο Αναχώρησης ότι τηρήθηκαν όλες οι
προβλεπόμενες για το καθεστώς διατυπώσεις και ότι δεν προέκυψε παρατυπία ή
διαφορά στα εμπορεύματα που διακινήθηκαν, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις που
σημειώνονται στο επιστρεπτέο αντίτυπο της διασάφησης (δήλωσης) διαμετακόμισης.
10. Επιτρέπεται στις Τελωνειακές Αρχές, που έχει εγκατασταθεί το
Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.), η ανταλλαγή δεδομένων,
που αφορούν την αναχώρηση, άφιξη και τα αποτελέσματα ελέγχων, μέσω του
συστήματος αυτού.
11. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο του εντύπου εθνικής διαμετακόμισης, για
αποστολή από ένα Τελωνείο σε άλλο, εμπορευμάτων που υπόκεινται σε ειδικά μέτρα
επιτήρησης.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Ε'
ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΖΩΝΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ
Άρθρο 39
1. Οι Ελεύθερες Ζώνες ή ελεύθερες αποθήκες
αποτελούν τμήματα του τελωνειακού εδάφους της χώρας, όπου:
α) τα αποτιθέμενα σε αυτές εμπορεύματα τρίτων
χωρών θεωρούνται, ως προς την εφαρμογή των εισαγωγικών δασμών, φόρων και μέτρων
εμπορικής πολιτικής, μη ευρισκόμενα στο τελωνειακό έδαφος,
β) τα αποτιθέμενα στους χώρους των Ελεύθερων
Ζωνών εμπορεύματα, εγχώρια ή τελούντα σε ελεύθερη κυκλοφορία, αποτελούν κατά
κανόνα αντικείμενα εξαγωγής.
2. Με απόφαση, που δημοσιεύεται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο Υπουργός Οικονομικών, αφού λάβει υπόψη του σχετικές
θέσεις των Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης και κατά περίπτωση των
Υπουργείων Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας ή Εμπορικής Ναυτιλίας:
α) συνιστά Ελεύθερες Ζώνες ή ελεύθερες αποθήκες,
β) ορίζει τους όρους λειτουργίας, διαχείρισης και ελέγχου της
διακίνησης και παραμονής των εμπορευμάτων σε αυτές, κατά τρόπο διασφαλίζοντα την ακώλυτη διενέργεια του κοινοτικού και διεθνούς
εμπορίου και
γ) προσδιορίζει την ευθύνη και τις αρμοδιότητες του διαχειριστή
αυτών.
3. Για την έκδοση της κατά τα ανωτέρω απόφασης, υποβάλλεται σχετική
πρόταση από το Φορέα Διοίκησης ή Εκμετάλλευσης του χώρου όπου
πρόκειται να συσταθεί η Ελεύθερη Ζώνη ή αίτηση από το πρόσωπο που
επιθυμεί την αναγνώριση ελεύθερης αποθήκης, προς τη Γενική
Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) του
Υπουργείου Οικονομικών, συνοδευόμενη από μελέτη σκοπιμότητας, από
την οποία πρέπει να προκύπτουν:
α) η υπάρχουσα ή προβλεπόμενη διακίνηση μη κοινοτικών εμπορευμάτων
μέσω της προτεινόμενης Ελεύθερης Ζώνης ή ελεύθερης αποθήκης,
β) η προσδοκώμενη συμβολή της Ελεύθερης Ζώνης ή ελεύθερης αποθήκης
στην αύξηση της εμπορευματικής διακίνησης μη κοινοτικών εμπορευμάτων,
σε συνδυασμό με τα αναμενόμενα γενικότερα οικονομικά οφέλη από τη
λειτουργία της,
γ) τα εχέγγυα για τη σωστή διοίκηση και εκμετάλλευση της Ελεύθερης
Ζώνης ή για τη σωστή διαχείριση των εμπορευμάτων στην περίπτωση της
ελεύθερης αποθήκης.
4. Η διοίκηση και εκμετάλλευση των Ελευθέρων Ζωνών ανατίθεται σε
νομικά πρόσωπα και ασκείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις αναφερόμενες
στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου αποφάσεις, των δε ελευθέρων
αποθηκών σε οιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
5. Η τροποποίηση των ορίων των Ελευθέρων Ζωνών, που συνιστώνται με
βάση το παρόν άρθρο, πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών δημοσιευόμενη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ ΣΤ'
ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΙ
Άρθρο 40
Με την κατάθεση τελωνειακού παραστατικού επιτρέπεται η παράδοση
προϊόντων που προορίζονται για τον εφοδιασμό πλοίων, αεροσκαφών,
Διεθνών Οργανισμών, ξένων ενόπλων δυνάμεων και λοιπών κατηγοριών
δικαιούχων ατέλειας σύμφωνα με τις ειδικότερα ισχύουσες Εθνικές
και Κοινοτικές, κατά περίπτωση, Διατάξεις.
Ως εφόδια νοούνται τα προϊόντα, που προορίζονται αποκλειστικά για
διάθεση στους ως άνω προορισμούς.
Τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες προϊόντα, εφόσον προορίζονται για
εφόδια, απολαύουν δασμοφορολογικής ατέλειας κατά την εισαγωγή, ως
ειδικότερες Εθνικές και Κοινοτικές Διατάξεις ορίζουν.
Επιτρέπεται η απόθεση των προϊόντων, που προορίζονται για αποστολή
προς εφοδιασμό των ως άνω περιπτώσεων, σε ειδικούς χώρους ή αποθήκες,
που υπόκεινται σε τελωνειακό έλεγχο ή επιτήρηση.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η διαδικασία και οι αναγκαίες λεπτομέρειες
εφαρμογής του καθεστώτος των εφοδιασμών, ειδικότερα δε εκείνες που αφορούν τον
τρόπο λειτουργίας των ως άνω αποθηκών της διακίνησης και του τρόπου ελέγχου των
εφοδίων προς τους ως άνω προορισμούς.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Ζ'
ΕΠΙΒΟΛΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Άρθρο 41
Δικαιώματα υπερημερίας και αποταμίευσης
1. Τα εμπορεύματα που αποτίθενται στις αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης
ή στον τελωνειακό περίβολο, τη διαχείριση των οποίων έχουν οι
Τελωνειακές Αρχές και προέρχονται είτε από το εξωτερικό είτε από το
εσωτερικό υποβάλλονται σε δικαιώματα υπερημερίας μετά παρέλευση
οκτώ (8) ημερών από την ημερομηνία εναπόθεσής τους,
συμπεριλαμβανομένης και της ημέρας αυτής, κατά τα οριζόμενά στις
επόμενες παραγράφους.
Τα δικαιώματα υπερημερίας επιβάλλονται, σε κάθε περίπτωση, για τις
παρεχόμενες από τα Τελωνεία υπηρεσίες διαχείρισης και διαφύλαξης των
εμπορευμάτων, κατά το χρόνο παραμονής τους στις αποθήκες του
Δημοσίου, είτε πρόκειται για προσωρινή εναπόθεση είτε πρόκειται για
τελωνειακή αποταμίευση.
Στις περιπτώσεις τελωνειακής αποταμίευσης τα
εμπορεύματα επιβαρύνονται με δικαιώματα υπερημερίας τέσσερις (4)
ημέρες με τά από την κατάθεση παραστατικών πρόσδοσης άλλου τελωνειακού
προορισμού.
2. Τα εμπορεύματα που βρίσκονται αποτεθειμένα στις Ελεύθερες Ζώνες,
αποθήκες αποταμίευσης και αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, τη
διαχείριση των οποίων έχουν άλλα εκτός των τελωνειακών πρόσωπα,
επιβαρύνονται με τα κατά περίπτωση δικαιώματα υπερημερίας μετά
τέσσερις (4) ημέρες από την κατάθεση παραστατικών πρόσδοσης προορισμού στα
εμπορεύματα αυτά.
Όταν η λήξη των ανωτέρω προθεσμιών συμπίπτει με μη εργάσιμη ημέρα,
οι προθεσμίες αυτές παρατείνονται μέχρι την πρώτη εργάσιμη ημέρα.
3. Τις πρώτες δεκαπέντε (15) ημέρες μετά τη λήξη της προθεσμίας της
πρώτης παραγράφου επιβάλλεται δικαίωμα υπερημερίας ισόποσο των σαράντα
λεπτών (0,40) ευρώ για τα αποβιβαζόμενα εμπορεύματα στις τελωνειακές
αποθήκες και είκοσι λεπτών (0,20) ευρώ για τα αποβιβαζόμενα εμπορεύματα
στον τελωνειακό περίβολο, για κάθε ημέρα ανά πενήντα (50) χιλιόγραμμα
βάρους.
4. Όταν το βάρος είναι μεγαλύτερο, υπολογίζεται ως διπλό ή πολλαπλό
των πενήντα (50) χιλιόγραμμων.
5. Μετά την παρέλευση της παραπάνω δεκαπενθημέρου προθεσμίας το
δικαίωμα αυτό διπλασιάζεται και μετά την παρέλευση άλλων δεκαπέντε (15)
ημερών τριπλασιάζεται.
6. Τα δικαιώματα αυτά δεν μπορούν να υπερβούν τη συναλλακτική αξία
του εμπορεύματος.
7. Τα εμπορεύματα, για τα οποία ζητήθηκε τελωνειακός προορισμός ή
τέθηκαν σε οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς και κατατέθηκε διασάφηση,
υποβάλλονται, με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου 8, στο
δεκαπλάσιο του δικαιώματος υπερημερίας μετά τέσσερις (4) ημέρες από
την ημέρα της επαλήθευσής τους ή μετά από είκοσι (20) ημέρες από
την αποδοχή του ως άνω τελωνειακού παραστατικού.
Προκειμένου για εμπορεύματα που βρίσκονται αποτεθειμένα στους
χώρους της δεύτερης παραγράφου, το δεκαπλούν δικαίωμα υπερημερίας
εισπράττεται μειωμένο κατά το ποσό των αποθήκευτρων των ως άνω Ζωνών
ή αποθηκών.
Τα δικαιώματα υπερημερίας βεβαιώνονται επί του οικείου τελωνειακού
παραστατικού και εισπράττονται μαζί με τις λοιπές δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις.
Συμπληρωματική βεβαίωση είναι δυνατή.
Τα εμπορεύματα δεν υποβάλλονται σε δικαιώματα
υπερημερίας κατά τις τέσσερις (4) επόμενες ημέρες της έκδοσης της άδειας
παράδοσης έστω και αν αυτές συμπεριλαμβάνονται εντός των προθεσμιών των
προηγούμενων παραγράφων 3 και 5.
8. Σε δεκαπλάσιο δικαίωμα υπερημερίας υποβάλλονται τα εμπορεύματα,
για τα οποία κατατέθηκε διασάφηση εξαγωγής ή διαμετακόμισης μετά
παρέλευση είκοσι (20) ημερών από την ειδική πρόσκληση της Τελωνειακής
Αρχής προς εξαγωγή ή διαμετακόμιση.
9. Εμπορεύματα των οποίων η καθυστέρηση παραλαβής οφείλεται σε λόγους
ανώτερης βίας, μπορούν μετά από αί τηση του ενδιαφερομένου να
απαλλάσσονται, ολικά ή μερικά, από τα οφειλόμενα δικαιώματα
υπερημερίας.
Η απαλλαγή αυτή παρέχεται με πράξη:
α) των Προϊσταμένων των Τελωνείων Β' τάξης για τα εμπορεύματα της
αρμοδιότητάς τους και για τα εμπορεύματα της αρμοδιότητας των
υποδεέστερων Αρχών που υπάγονται σε αυτά, εφόσον η αιτούμενη
απαλλαγή αφορά χρονικό διάστημα μέχρι δεκαπέντε (15) ημερών από
την παρέλευση της ανώτερης βίας,
β) των Προϊσταμένων των Τελωνειακών
Διευθύνσεων για τα εμπορεύματα της αρμοδιότητάς τους, καθώς και τα εμπορεύματα
της αρμοδιότητας των υποδεέστερων Αρχών που υπάγονται σε αυτές, εφόσον η
αιτούμενη απαλλαγή αφορά χρονικό διάστημα μέχρι ενός (1) μήνα, από την παρέλευση
της ανώτερης βίας.
Όταν πρόκειται για απαλλαγή από δικαιώματα υπερημερίας για χρονικά
διαστήματα μεγαλύτερα των παραπάνω, αυτή χορηγείται με πράξη της
Επιτροπής στην έδρα της οικείας Τελωνειακής Περιφέρειας, που
αποτελείται από τον αρμόδιο Οικονομικό Επιθεωρητή ως πρόεδρο, τον
Προϊστάμενο της οικείας Τελωνειακής Περιφέρειας και έναν Τελωνειακό
Διευθυντή.
10. Τα εμπορεύματα της παραγράφου 1 του
άρθρου 25 του παρόντα Κώδικα
υπόκεινται στο τέταρτο των επιβαλλόμενων, σύμφωνα με τις παραπάνω
παραγράφους, δικαιωμάτων υπερημερίας.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μπορούν να
απαλλάσσονται από δικαιώματα υπερημερίας που προβλέπονται από την παράγραφο
αυτή, ορισμένα εμπορεύματα που εναποτίθενται στις παραπάνω αποθήκες ή σε
υπαίθριους χώρους εκτός τελωνειακού περιβόλου.
11. Για τα εμπορεύματα που ευρίσκονται
αποταμιευμένα σε αποθήκες αποταμίευσης, υπό τη διαχείριση της Τελωνειακής Αρχής,
επιβάλλονται δικαιώματα αποταμίευσης, τα οποία καθορίζονται με απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Η'
ΠΟΙΝΕΣ ΑΝΑΚΡΙΒΟΥΣ ΔΗΛΩΣΗΣ
Άρθρο 42
1. Σε κάθε περίπτωση που υπολογισθούν δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις
μικρότερες των πράγματι αναλογουσών και διαπιστωθεί ότι αυτό οφείλεται
στην ανακρίβεια εγγραφών και δηλωθέντων στοιχείων της διασάφησης
εισπράττεται ποινή ανακριβούς δήλωσης, υπολογιζόμενη σε ποσοστό δύο τοις
εκατό (2%) επί του συνολικού ποσού από δασμούς, φόρους και λοιπές
επιβαρύνσεις, που βεβαιώνεται στα εμπορεύματα που τελωνίζονται σε
ανάλωση ή ελεύθερη κυκλοφορία.
2. Σε κάθε άλλη περίπτωση ανακριβών στοιχείων και εγγραφών, που δεν
επηρεάζουν τον προσδιορισμό των πράγματι οφειλόμενων επιβαρύνσεων, εισπράπεται πρόστιμο ποσού εκατό (100) ευρώ.
3. Οι ανωτέρω ποινές επιβάλλονται και κατά τον εκ των υστέρων έλεγχο
των διασαφήσεων.
4. Οι ποινές ανακριβούς δήλωσης που προβλέπονται από τις προηγούμενες
παραγράφους εισπράττονται έστω και αν τα εμπορεύματα εγκαταλειφθούν ή
καταστραφούν.
5. Η επιβολή των παραπάνω ποινών δεν αποκλείει την εφαρμογή των περί
λαθρεμπορίας διατάξεων, όταν συντρέχει περίπτωση.
6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών επιτρέπεται η αύξηση ή μείωση
κατά πενήντα τοις εκατό (50%) των ποινών του παρόντος άρθρου.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Θ'
ΑΖΗΤΗΤΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ
Άρθρο 43
1. Εμπορεύματα που μεταφέρονται δια θαλάσσης και δεν παραλαμβάνονται
μέσα σε προθεσμία σαράντα πέντε (45) ημερών, από την ημερομηνία
κατάθεσης του δηλωτικού, καθώς και εμπορεύματα που μεταφέρονται με
κάθε άλλο μεταφορικό μέσο και δεν παραλαμβάνονται μέσα σε
προθεσμία είκοσι (20) ημερών, από την ημερομηνία κατάθεσης του
δηλωτικού, κηρύσσονται αζήτητα, με πρωτόκολλο που συντάσσεται εις
διπλούν και υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του Τελωνείου και τον
αρμόδιο τελωνειακό υπάλληλο που τα διαχειρίζεται
2. Στο πρωτόκολλο περιγράφεται το είδος των εμπορευμάτων και
αναγράφονται το μικτό - καθαρό βάρος, η ποσότητα, η κατάσταση των
εμπορευμάτων, ο αριθμός ή η κατάσταση των δοχείων και των δεμάτων.
Μετά την επαλήθευση των παραπάνω στοιχείων από τον ειδικά προς τούτο
οριζόμενο υπάλληλο και τον Προϊστάμενο του Τμήματος Τελωνισμού, τα
εμπορεύματα παραδίδονται στον τελωνειακό υπάλληλο, που διαχειρίζεται τα
αζήτητα και καταχωρούνται στο βιβλίο αζήτητων εμπορευμάτων, που
τηρείται από την Τελωνειακή Αρχή, ή στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό
Σύστημα Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.).
3. Το ένα από τα παραπάνω πρωτόκολλα προσαρτάται στο δηλωτικό για
εξόφληση του αντίστοιχου στίχου και το άλλο πρωτόκολλο τηρείται στο
Τελωνείο αντί δηλωτικού.
4. Τα εμπορεύματα που κηρύσσονται αζήτητα
σύμφωνα με τα παραπάνω, μεταφέρονται σε χωριστή αποθήκη αζήτητων, με έξοδα που
τα επιβαρύνουν. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει αποθήκη αζήτητων ή όταν η μεταφορά
των εμπορευμάτων σε αποθήκη είναι οικονομικά ασύμφορη ή δεν είναι δυνατή για
ειδικούς λόγους, τα εμπορεύματα παραμένουν σε ιδιαίτερο χώρο των προσωρινών
τελωνειακών αποθηκών ή περιβόλων.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
μπορούν να μεταβάλλονται οι προθεσμίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου,
καθώς και των άρθρων 44 και 48,
είτε γενικά για όλα τα εμπορεύματα είτε ειδικά για ορισμένα από αυτά.
Αρχή
Άρθρο 44
Σε δέκα (10) ημέρες από τη σύνταξη των πρωτοκόλλων που προβλέπονται
από το προηγούμενο άρθρο, αντίγραφα ή αποσπάσματα αυτών
τοιχοκολλούνται στην είσοδο του Τελωνειακού Καταστήματος. Αντίγραφα
ή αποσπάσματα των πρωτοκόλλων αυτών είναι δυνατόν να κοινοποιούνται
στις μεταφορικές εταιρίες και πράκτορες αυτών, με τις οποίες
μεταφέρθηκαν τα εμπορεύματα, εφόσον εδρεύουν στην πόλη, όπου
βρίσκεται και η Τελωνειακή Αρχή.
Αρχή
Άρθρο 45
1. Μέσα σε άλλες δέκα (10) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας του
προηγούμενου άρθρου, ο Προϊστάμενος του Τελωνείου εκδίδει διακήρυξη
για την πώληση των εμπορευμάτων, τα οποία αναφέρει κατά είδος και βάρος
και ορίζει τον τόπο και την ημέρα της δημοπρασίας.
2. Η διακήρυξη τοιχοκολλάται, στην ορισμένη
γι' αυτό θέση του Τελωνειακού Καταστήματος, με απόδειξη του υπαλλήλου που
ενήργησε την τοιχοκόλληση και δημοσιεύεται στο Κατάστημα της Δημοτικής ή
Κοινοτικής Αρχής, στην οποία εδρεύει η Τελωνειακή Αρχή, καθώς επί σης μπορεί να
δημοσιευτεί και σε περίληψη σε τοπική εφημερίδα, εάν υπάρχει. Όταν πρόκειται για
αζήτητα των Τελωνείων Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης, περίληψη της διακήρυξης
δημοσιεύεται σε δύο (2) τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες και σε εμφανές μέρος, η
δε δαπάνη που απαιτείται γι' αυτό, καταβάλλεται από την πάγια προκαταβολή των
Τελωνείων αυτών.
3. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν δικαίωμα να
εξετάσουν τα προς δημοπράτηση εμπορεύματα, που βρίσκονται στην αποθήκη του
Τελωνείου.
Αρχή
Άρθρο 46
1. Η δημοπρασία ενεργείται από την Τελωνειακή
Αρχή την ημέρα που ορίστηκε, από την ενδέκατη πρωινή ώρα και μέχρι τη δωδέκατη
μεσημβρινή στο Τελωνειακό Κατάστημα και παρατείνεται στην περίπτωση που δίνονται
ανώτερες προσφορές.
2. Μετά την κατακύρωση στο όνομα του τελευταίου πλειοδότη
παρακατατίθεται απ' αυτόν άμεσα το τέταρτο του πλειστηριάσματος και στη
συνέχεια υπογράφονται τα πρακτικά της δημοπρασίας από τον τελευταίο
πλειοδότη, τον εγγυητή και τον κήρυκα, η έγκριση δε της κατακύρωσης
γίνεται από την αρμόδια Επιτροπή Εκποίησης, η οποία απαρτίζεται από τον
Προϊστάμενο του Τελωνείου, τον Προϊστάμενο του Τμήματος Τελωνισμού και
έναν υπάλληλο με ελεγκτικά καθήκοντα, που ορίζεται από τον Προϊστάμενο
της Τελωνειακής Αρχής ή προκειμένου για Τελωνεία επιπέδου Τμήματος, από
τον Προϊστάμενο αυτών και δύο άλλους τελωνειακούς υπαλλήλους, που
ορίζονται με απόφαση του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής
Περιφέρειας.
Αρχή
Άρθρο 47
1. Μετά την έγκριση, ο Προϊστάμενος του Τελωνείου καλεί με έγγραφο
τον υπερθεματιστή να καταθέσει το υπόλοιπο του πλειστηριάσματος,
υποχρεώνεται δε αυτός, ύστερα από την καταβολή του ποσού αυτού, να
προσδώσει στα εμπορεύματα οποιοδήποτε τελωνειακό προορισμό.
2. Εάν ο υπερθεματιστής δεν καταβάλει το πλειστηρίασμα, μέσα σε οκτώ
(8) ημέρες από την κοινοποίηση σε αυτόν της έγκρισης, ενεργείται
αναπλειστηριασμός σε βάρος αυτού και του εγγυητή και η επί έλαπον
διαφορά εισπράττεται με τα νόμιμα αναγκαστικά μέσα, που προβλέπονται
από τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.
3. Εάν, πριν από την καταβολή του πλειστηριάσματος από τον
υπερθεματιστή, εμφανιστεί ο κύριος των εμπορευμάτων και ζητήσει να
λάβουν τελωνειακό προορισμό, θεωρείται άκυρη η δημοπρασία και
διενεργούνται οι σχετικές με τον τελωνειακό προορισμό διατυπώσεις.
4. Η μεταφορά των εμπορευμάτων στην αποθήκη, η αποσυσκευασία για
επαλήθευση, η επανασυσκευασία και επανατοποθέτηση αυτών, ενεργείται υπό
την επιστασία του Τελωνείου.
5. Μέσα σε τρεις (3) ημέρες από την καταβολή του πλειστηριάσματος,
αυτό κατατίθεται στο αρμόδιο ταμείο με την έκδοση γραμματίου παραλαβής
για παρακαταθήκη, στο όνομα του Προϊσταμένου του Τελωνείου, ο οποίος
το παραλαμβάνει και το προσαρτά στο πρωτόκολλο αζήτητων, με τα
πρακτικά.
6. Εάν ο δικαιούχος πλειστηριάσματος προσκομίσει στην Τελωνειακή Αρχή
μέσα σε ένα (1)χρόνο από την κατάθεσή του, νόμιμο τίτλο, που να
αποδεικνύει την κυριότητα των πωληθέντων αζήτητων εμπορευμάτων, η
Τελωνειακή Αρχή αποστέλλει το γραμμάτιο στον αρμόδιο ταμία με
έγγραφο, με το οποίο δίνει εντολή να αποδοθεί το ποσό που
παρακατατέθηκε, αφαιρουμένων τυχόν εξόδων.
7. Αντίγραφο του εγγράφου αυτού με τα πρακτικά, προσαρτάται στο
σχετικό πρωτόκολλο αζήτητων, για εξόφλησή του.
8. Εάν μέσα σε ένα (1) χρόνο από την έκδοση του γραμματίου
παρακαταθήκης δεν εμφανισθεί ο κύριος του πωληθέντος αζήτητου, ο
Προϊστάμενος Τελωνείου αποστέλλει το γραμμάτιο σε δέκα (10) ημέρες
από τη λήξη της προθεσμίας, στο Δημόσιο Ταμία, για να εισαχθεί
ως Δημόσιο Έσοδο το ποσό που παρακατατέθηκε και εκδίδεται
τακτικό γραμμάτιο παραλαβής.
9. Εμπορεύματα, που έχουν κηρυχθεί αζήτητα
από Τοπικά Τελωνειακά Γραφεία, απαγορεύεται να εκποιηθούν από αυτά. Τα
εμπορεύματα αυτά αποστέλλονται για πώληση στο πλησιέστερο Τελωνείο Α' ή Β'
Τάξης. Είναι δυνατή δε η αποστολή μόνο των σχετικών εγγράφων στις ως άνω
αναφερόμενες Αρχές.
10. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου και του
άρθρου 46 του παρόντα Κώδικα εφαρμόζονται και στην
περίπτωση της εκποίησης εμπορευμάτων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
11. Για τα εμπορεύματα που εκποιούνται από την Τελωνειακή Αρχή και
που δεν παραλαμβάνονται από τον τελευταίο πλειοδότη, μέσα σε οκτώ (8)
ημέρες από την καταβολή του πλειστηριάσματος, εφαρμόζονται οι
διατάξεις περί αζήτητων εμπορευμάτων του άρθρου 43 και επομένων του
παρόντα Κώδικα.
12. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου, όταν πρόκειται για τα
εμπορεύματα που, μετά την εκποίηση και καταβολή του πλειστηριάσματος,
εγκαταλείπονται στις αποθήκες αποταμίευσης, αυτά μεταφέρονται σε
αποθήκες υπό τη διαχείριση του Τελωνείου.
Η δαπάνη της μεταφοράς εκπίπτει από το πλειστηρίασμα της νέας
εκποίησης.
Αρχή
Άρθρο 48
1. Όταν μεταξύ των αζήτητων εμπορευμάτων υπάρχουν είδη που έχουν
ευτελή αξία ή είδη που κατέστησαν άχρηστα λόγω βλάβης, βεβαιώνεται
αυτό με λεπτομερές πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφεται από τον
Προϊστάμενο του Τελωνείου, έναν υπάλληλο με ελεγκτικά
καθήκοντα και το διαχειριστή της αποθήκης και στη συνέχεια
καταστρέφονται,
παρουσία αυτών.
2. Εάν πρόκειται για βρώσιμα είδη, την απαγόρευση ανάλωσής τους
βεβαιώνει στο ίδιο πρωτόκολλο και γιατρός της αρμόδιας Υγειονομικής
Αρχής, εφόσον δε δεν υπάρχει, οποιοσδήποτε γιατρός.
3. Εάν τα εμπορεύματα υπόκεινται σε φθορά, οι οριζόμενες προθεσμίες
στο άρθρο 43 του παρόντα Κώδικα μπορούν να συντομευτούν, κατά την
κρίση της Τελωνειακής Αρχής.
4. Αζήτητα εμπορεύματα, τα οποία δεν έγινε
δυνατόν να εκποιηθούν μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την επαλήθευσή τους,
σε τρεις (3) διαφορετικές δημοπρασίες, οι οποίες απέχουν μεταξύ τους,
τουλάχιστον κατά δέκα (10) ημέρες, θεωρούνται ως εγκαταλελειμμένα και
περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου.
Για τη συνδρομή των παραπάνω όρων της εγκατάλειψης,
συντάσσεται πράξη στα οικεία πρωτόκολλα από τον Προϊστάμενο του Τελωνείου και
από αρμόδιο υπάλληλο, στον οποίο ανατέθηκαν ελεγκτικά καθήκοντα.
5. Τα εμπορεύματα που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου,
σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, επιτρέπεται να καταστρέφονται ή
να διατίθενται, με την επιφύλαξη της διασφάλισης των Ιδίων Πόρων
της Ευρωπαϊκής 'Ένωσης, ελεύθερα από φορολογικές και λοιπές
επιβαρύνσεις για κάλυψη των αναγκών Δημοσίων Υπηρεσιών ή
Φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων.
Με την ίδια επιφύλαξη, είναι δυνατόν να εκποιούνται
τα παραπάνω είδη, ελεύθερα από φορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις, μετά από
προηγούμενη γνωμοδότηση Επιτροπής και ύστερα από γενικές ή ειδικές διαταγές του
Υπουργείου Οικονομικών.
Οταν πρόκειται για Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) ή
Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή Γεωργικούς
Συνεταιρισμούς, που έχουν ανάγκη από βοήθεια, επιτρέπεται, με απόφαση
του Υπουργού Οικονομικών, η διάθεση των παραπάνω ειδών, με τίμημα
που δεν μπορεί να υπερβεί το ένα δέκατο (1/10) της τιμής
κοστολόγησης.
Η ανωτέρω Επιτροπή απαρτίζεται:
α) Προκειμένου για Τελωνεία επιπέδου Διεύθυνσης από τον Προϊστάμενο
της Τελωνειακής Αρχής, τον αρμόδιο Προϊστάμενο Τελωνισμού και τον
ελεγκτή αζήτητων, κωλυομένων δε αυτών από τους νόμιμους αναπληρωτές
τους.
β) Προκειμένου για Τελωνείο άλλης βαθμίδας από τον Προϊστάμενο της
αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής και δύο άλλους τελωνειακούς υπαλλήλους, που
ορίζονται με απόφαση του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής
Περιφέρειας.
Η παράδοση των εμπορευμάτων αυτών στις Δημόσιες Υπηρεσίες ή
Φιλανθρωπικά Ιδρύματα, υπέρ των οποίων διατίθενται, γίνεται με
πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής, το οποίο αναγράφει λεπτομερώς τα
είδη που παραδίδονται σύμφωνα με τις δασμολογικές και εμπορευματολογικές διακρίσεις.
Η διάθεση από τα Φιλανθρωπικά Ιδρύματα στη γενική
κατανάλωση των ειδών αυτών απαγορεύεται πριν από την παρέλευση πενταετίας από
την παραλαβή τους.
Είδη που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου,
σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο 4, είναι δυνατόν να διατίθενται δωρεάν
στους συνεταιρισμούς των Δημοσίων Υπαλλήλων, ελεύθερα από φορολογικές και λοιπές
επιβαρύνσεις, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Οικονομικών.
Αρχή
Άρθρο 49
1. Εμπορεύματα για τα οποία προβλέπονται απαγορεύσεις ή περιορισμοί
κατά την εισαγωγή τους, όταν κηρυχθούν αζήτητα και περιέλθουν στην
κυριότητα του Δημοσίου, επιτρέπεται κατ' εξαίρεση να εκποιούνται ή να
διατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 48
του παρόντα Κώδικα, με όρους και διατυπώσεις που καθορίζονται με αποφάσεις του
Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού.
2. Οι διατάξεις του παρόντα Κώδικα για τα
αζήτητα εμπορεύματα εφαρμόζονται και σε περίπτωση κατάσχεσης ή μεσεγγύησης, που
διατάχθηκε από Ποινικό Δικαστήριο, για εμπορεύματα που βρίσκονται στις αποθήκες
ή χώρους προσωρινής εναπόθεσης ή αποταμίευσης, αν αυτή δεν αρθεί μέσα σε ένα
χρόνο, από την επιβολή της ή από τη λήξη της αποταμίευσης, όταν πρόκειται για
αποταμιευμένα εμπορεύματα.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Ι'
ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ ΕΠΙΒΑΤΩΝ
Άρθρο 50
1. Οι επιβάτες που προέρχονται από τρίτη προς την Ευρωπαϊκή Ένωση
(Ε.Ε.) χώρα οφείλουν να προσκομίζουν τις αποσκευές τους στην Τελωνειακή
Αρχή εισόδου για εξέταση.
2. Η δήλωση του περιεχομένου των αποσκευών γίνεται προφορικά.
3. Είδη υποκείμενα σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις παραδίδονται στον
επιβάτη μετά τον τελωνισμό τους και την έκδοση του αποδεικτικού
πληρωμής.
Αρχή
Άρθρο 51
1. Τα υποκείμενα σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις είδη, που δεν είναι
δυνατόν να τελωνισθούν κατά την άφιξή τους, παραδίδονται προς φύλαξη
στην Τελωνειακή Αρχή, η οποία εκδίδει, μετά από προηγούμενη εξέτασή
τους, απόδειξη παραλαβής.
2. Όσες από τις αποσκευές των επιβατών δεν παραληφθούν εντός
σαράντα πέντε (45) ημερών από την παράδοσή τους στο Τελωνείο,
εξετάζονται από την Τελωνειακή Αρχή και ενεργούνται τα προβλεπόμενα από
το άρθρο 43 και επόμενα του παρόντα.
Η ανωτέρω προθεσμία είναι δυνατόν να παραταθεί κατά
περίπτωση, μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, μέχρι τρεις (3) μήνες, με απόφαση
της οικείας Τελωνειακής Αρχής και εφόσον συντρέχουν ειδικοί προς τούτο λόγοι
3. Οι αποσκευές των επιβατών είναι δυνατόν να
διαμετακομίζονται, εφαρμοζομένων ανάλογα των διατάξεων περί διαμετακόμισης.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ ΙΑ'
ΕΥΦΛΕΚΤΕΣ ΥΛΕΣ
Άρθρο 52
Τα εισαγόμενα δοχεία ή δέματα, που περιέχουν
εύφλεκτες, εκρηκτικές ή άλλες επικίνδυνες για την υγεία και το περιβάλλον ύλες
και ουσίες, πρέπει να φέρουν ευδιάκριτη και ευανάγνωστη επιγραφή, που να δηλώνει
το περιεχόμενο και την επικινδυνότητά τους.
Οι μεταφορείς ή οι πράκτορες των εταιριών οφείλουν
να δηλώνουν, με χωριστό σημείωμα, στην Τελωνειακή Αρχή την εισαγωγή των δοχείων
ή δεμάτων αυτών πριν την εκφόρτωσή τους άλλως, υποπίπτουν σε απλή τελωνειακή
παράβαση, τιμωρούμενη κατά τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα.
Αρχή
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΕΙΔΙΚΟΙ ΦΟΡΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ Α'
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 53
Επιβολή του φόρου
Επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.)
στα ενεργειακά προϊόντα, στην ηλεκτρική ενέργεια, στην αλκοόλη, στα
αλκοολούχα ποτά και στα βιομηχανοποιημένα καπνά
και καθορίζονται τα περί παραγωγής, μεταποίησης, κατοχής, κυκλοφορίας και
ελέγχου των προϊόντων αυτών, σύμφωνα με τις
διατάξεις του παρόντα Κώδικα - αντικαταστάθηκε ως άνω με το αρθρ. 1 παρ. 1
του ν. 3336/2005
Αρχή
Άρθρο 54
Αντικείμενο του φόρου
1. Στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.)υπάγονται τα προϊόντα του
άρθρου 53, τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, προέρχονται από
άλλα Κράτη - Μέλη ή εισάγονται στο εσωτερικό της χώρας.
Ως εισαγωγή νοείται η είσοδος των προϊόντων αυτών από τρίτες χώρες
στο εσωτερικό της χώρας. Εάν όμως τα προϊόντα έχουν τεθεί υπό
τελωνειακό καθεστώς κατά την είσοδό τους στο εσωτερικό της χώρας, η
εισαγωγή τους λογίζεται ότι γίνεται τη στιγμή που εξέρχονται από αυτό
το καθεστώς.
2. Με την επιφύλαξη των Εθνικών και Κοινοτικών Διατάξεων όσον αφορά
τα τελωνειακά καθεστώτα, θεωρείται ότι τελούν υπό καθεστώς αναστολής
της επιβολής των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) τα υποκείμενα στο
φόρο αυτόν προϊόντα που προέρχονται από ή προορίζονται για τρίτη χώρα ή
εδάφη που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου αυτού εφόσον:
α) τελούν σε ένα από τα καθεστώτα αναστολής του άρθρου 84 παραγράφου
1 στοιχείου α' του Κανονισμού ΕΟΚ 2913/1992 (EEL 302/19.10.1992) ή
βρίσκονται σε Ελεύθερη Ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη, ή
β) αποστέλλονται από ένα Κράτος - Μέλος προς ένα άλλο μέσω χωρών ΕΖΕΣ, ή μεταξύ Κράτους - Μέλους και χώρας ΕΖΕΣ υπό το καθεστώς της
κοινοτικής εσωτερικής διαμετακόμισης, ή μέσω μιας ή περισσοτέρων τρίτων
χωρών εκτός ΕΖΕΣ, υπό την κάλυψη δελτίου ΤΙΑ ή δελτίου ΑΤΑ.
Όταν στην παραπάνω περίπτωση (β) χρησιμοποιείται το ενιαίο διοικητικό
έγγραφο θα πρέπει:
- να συμπληρώνεται σε αυτό ο κωδικός αριθμός της Συνδυασμένης
Ονοματολογίας (Σ.Ο.) και να αναφέρεται σαφώς ότι πρόκειται για αποστολή
προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.).
- ο παραλήπτης να αποστείλει για εκκαθάριση ένα αντίτυπο του ενιαίου
διοικητικού εγγράφου με τις κατάλληλες παρατηρήσεις, σύμφωνα με τις
λεπτομέρειες εφαρμογής που προβλέπονται στο άρθρο 112.
Επί των εισαγόμενων και εξαγόμενων προϊόντων του
άρθρου 53
εφαρμόζονται οι διατάξεις της συναφούς νομοθεσίας,
3. Τα προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και
τελούν υπό καθεστώς αναστολής, εφόσον εξάγονται από εγκεκριμένο
αποθηκευτή, επιτρέπεται να κυκλοφορούν υπό το καθεστώς αυτό μέχρι την
έξοδό τους από το κοινοτικό έδαφος.
4. Θεωρούνται ως προϊόντα εισαγόμενα στο εσωτερικό της χώρας τα
προϊόντα που προέρχονται από τα ακόλουθα κοινοτικά εδάφη:
α) το νησί Ελιγολάνδη και το έδαφος του BUSINGEN της Ομοσπονδιακής
Δημοκρατίας της Γερμανίας,
β) το LIVIGNO, το CAMPIONE D' ΙΤΑLΙΑ και τα Ιταλικά ύδατα της λίμνης
του Λουγκάνο, της Ιταλικής Δημοκρατίας,
γ) τη Θέουτα και Μελίλια του Βασιλείου της Ισπανίας,
δ) τα Κανάρια Νησιά του Βασιλείου της
Ισπανίας,
ε) τα υπερπόντια διαμερίσματα της Γαλλικής
Δημοκρατίας,
στ) τα Αγγλονορμαδικά νησιά και
ζ) τα νησιά Ααλαντ της Φινλανδικής Δημοκρατίας.
Οι περιπτώσεις (δ) και (ε) παύουν να ισχύουν από την πρώτη ημέρα του
δεύτερου μήνα μετά την κατάθεση σχετικής δήλωσης του Βασιλείου της
Ισπανίας ή της Γαλλικής Δημοκρατίας, για τα προϊόντα που θα
περιλαμβάνονται στη δήλωση αυτή.
5. Θεωρούνται ως προϊόντα προερχόμενα από άλλα Κράτη - Μέλη και τα
προϊόντα που προέρχονται από:
α) το Πριγκιπάτο του Μονακό,
β) το JUNGHOLZ και MITTELBERG (KLEINES WAL SERTAL),
γ) το νησί του Μαν και
δ) τον Άγιο Μαρίνο.
Αρχή
Άρθρο 55
Ορισμοί
Για την εφαρμογή των διατάξεων του τρίτου μέρους του παρόντα Κώδικα
νοούνται ως:
α) "Καθεστώς Αναστολής":
το φορολογικό καθεστώς που εφαρμόζεται στην
παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και κυκλοφορία των προϊόντων που τελούν
υπό αναστολή καταβολής του Ειδικού Φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.).
β) "Φορολογική Αποθήκη":
κάθε τόπος όπου παράγονται, μεταποιούνται,
κατέχονται, παραλαμβάνονται ή αποστέλλονται από τον εγκεκριμένο
αποθηκευτή, κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του, προϊόντα που
υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και τελούν υπό καθεστώς
αναστολής,
γ) "Εγκεκριμένος Αποθηκευτής":
το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει
λάβει άδεια από τις αρμόδιες Αρχές να παράγει, να μεταποιεί, να
κατέχει, να παραλαμβάνει και να αποστέλλει, κατά την άσκηση του
επιτηδεύματός του, προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) και βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη υπό καθεστώς αναστολής.
δ) "Εγγεγραμμένος Επιτηδευματίας":
το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δεν
έχει την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή, έχει όμως άδεια από τις
αρμόδιες Αρχές να παραλαμβάνει, κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του,
προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), τελούν υπό
αναστολή και προέρχονται από άλλο Κράτος - Μέλος. Ωστόσο, ο
εγγεγραμμένος επιτηδευματίας δεν δύναται να κατέχει ή να αποστέλλει
προϊόντα με αναστολή της καταβολής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.).
ε) "Μη Εγγεγραμμένος Επιτηδευματίας":
το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που
δεν έχει την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή, έχει όμως την
ικανότητα, κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του, να παραλαμβάνει
περιστασιακά προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.), τελούν υπό αναστολή όσον αφορά αυτόν το φόρο και προέρχονται
από άλλο Κράτος - Μέλος. Ο επιτηδευματίας αυτός δεν δύναται να κατέχει
ή να αποστέλλει προϊόντα υπό αναστολή καταβολής του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.). Ο μη εγγεγραμμένος επιτηδευματίας οφείλει, προτού
αποσταλούν τα προϊόντα, να εγγυάται την καταβολή του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) στις αρμόδιες Αρχές.
Αρχή
Άρθρο 56
Απαιτητό του φόρου
1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καθίσταται απαιτητός κατά τη
θέση των προϊόντων σε ανάλωση ή κατά τη διαπίστωση των ελλειμμάτων που
εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 65 του παρόντα
Κώδικα.
Θεωρείται ως θέση σε ανάλωση των προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικό
Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.):
α) κάθε έξοδος, ακόμα και αντικανονική, από
καθεστώς αναστολής,
β) κάθε παραγωγή, ακόμα και αντικανονική,
τέτοιων προϊόντων εκτός καθεστώτος αναστολής. γ) κάθε εισαγωγή, ακόμα και
αντικανονική, τέτοιων προϊόντων, εφόσον δεν τίθενται υπό καθεστώς αναστολής.
Για την εφαρμογή της παραπάνω περίπτωσης (α), ως
έξοδος από το καθεστώς αναστολής των πετρελαιοειδών προϊόντων που τελούν υπό
καθεστώς αναστολής εντός φορολογικών αποθηκών στο εσωτερικό της χώρας και
ζητείται η θέση τους σε ανάλωση, θεωρείται η φυσική έξοδος των προϊόντων από τη
φορολογική αποθήκη.
2. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) στις μεν περιπτώσεις (α) και
(γ) της προηγούμενης παραγράφου εισπράττεται με βάση τα ποσοστά ή τα
ποσά που ισχύουν κατά την ημερομηνία εξόδου των προϊόντων από το
καθεστώς αναστολής ή από την έξοδό τους από το τελωνειακό καθεστώς στο
οποίο είχαν τεθεί, στη δε περίπτωση (β) της ίδιας παραγράφου
εισπράττεται με βάση τα ποσοστά ή ποσά, που ισχύουν κατά την ημερομηνία
παραγωγής εκτός καθεστώτος αναστολής,
Στην περίπτωση αντικανονικής εξόδου από καθεστώς αναστολής ή
αντικανονικής παραγωγής ή αντικανονικής εισαγωγής, ο Ειδικός φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) εισπράττεται με βάση τα ποσοστά ή τα ποσά που
ισχύουν κατά το χρόνο διαπίστωσης των παραβάσεων αυτών.
3. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) επί
ελλειμμάτων εισπράττεται με βάση τα ποσοστά ή τα ποσά που ισχύουν κατά την
ημερομηνία διαπίστωσης αυτών από την αρμόδια Αρχή.
Εν τούτοις, όταν από τα στοιχεία που
διαθέτουν οι αρμόδιες Αρχές διαπιστώνεται ότι η εκτός καθεστώτος
αναστολής παραγωγή ή το έλλειμμα πραγματοποιήθηκαν ή υπήρξαν, κατά
περίπτωση, σε χρόνο προγενέστερο της διαπίστωσης, ο Ειδικός Φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) εισπράττεται με βάση τα ποσά ή τα ποσοστά που
ίσχυαν κατά την προηγούμενη της διαπίστωσης ημερομηνία στην οποία
πραγματοποιήθηκαν ή υπήρξαν.
Αρχή
Άρθρο 57
Ειδικές περιπτώσεις απαιτητού του φόρου
1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καθίσταται
απαιτητός και εισπράττεται και σε περίπτωση που τα προϊόντα έχουν ήδη τεθεί σε
ανάλωση σε άλλο Κράτος - Μέλος και βρίσκονται στην κατοχή προσώπου για
εμπορικούς σκοπούς στο εσωτερικό της χώρας.
Για το σκοπό αυτό, με την επιφύλαξη του άρθρου 56, ο Ειδικός Φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καθίσταται απαιτητός και εισπράττεται όταν τα
προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο Κράτος - Μέλος
παραδίδονται ή προορίζονται να παραδοθούν στο εσωτερικό της χώρας, για
τις ανάγκες επιτηδευματία που ασκεί ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα
ή Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου.
2. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) οφείλεται, κατά περίπτωση,
από το πρόσωπο που πραγματοποιεί την παράδοση ή κατέχει τα προϊόντα που
προορίζονται να παραδοθούν ή από τον παραλήπτη αυτών στο εσωτερικό της
χώρας και εισπράττεται με τις ίδιες διαδικασίες που εφαρμόζονται για
την είσπραξη του φόρου κατά την έξοδο των προϊόντων από το καθεστώς
αναστολής.
3. Η ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προϊόντων της παραγράφου 1 γίνεται
με την κάλυψη του προβλεπόμενου Απλουστευμένου Συνοδευτικού Διοικητικού
Εγγράφου (ΑΣΔΕ), που προβλέπεται από τις σχετικές Κοινοτικές Διατάξεις
(Κανονισμός ΕΟΚ, αριθμ. 3649/1992, ΕΕL 369/ 18.12.1992),
4. Τα πρόσωπα της παραγράφου 2 υποχρεούνται,
σε περίπτωση αποστολής των προϊόντων από άλλο Κράτος - Μέλος:
α) να καταθέτουν, πριν από την αποστολή, σχετική δήλωση στην αρμόδια
Αρχή του εσωτερικού της χώρας, καθώς και εγγύηση, η οποία να καλύπτει
τους αναλογούντες φόρους.
β) να καταβάλουν στην αρμόδια Αρχή, κατά την
άφιξη των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας, τους οφειλόμενους φόρους,
γ) να θέτουν στη διάθεση του ελέγχου κάθε
απαραίτητο στοιχείο ή έγγραφο, που κρίνεται από την αρμόδια Αρχή αναγκαίο ή
χρήσιμο, για την εξακρίβωση της πραγματοποίησης της παραλαβής των προϊόντων και
της καταβολής των οφειλόμενων φόρων.
5. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που έχει καταβληθεί στο
εσωτερικό της χώρας για προϊόντα, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή
προσώπου για εμπορικούς σκοπούς στο εσωτερικό άλλου Κράτους - Μέλους,
επιστρέφεται σύμφωνα με το άρθρο 66 του παρόντα Κώδικα.
6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι
λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
Αρχή
Άρθρο 58
Ειδικές περιπτώσεις κυκλοφορίας προϊόντων που έχουν
τεθεί σε ανάλωση.
Η κυκλοφορία προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση στο εσωτερικό
της χώρας και μεταφέρονται διαμέσου εδάφους άλλου Κράτους - Μέλους
χρησιμοποιώντας κατάλληλο δρομολόγιο, προκειμένου να παραδοθούν πάλι
στο εσωτερικό της χώρας, πραγματοποιείται με το προβλεπόμενο από τον
Καν. ΕΟΚ 3649/1992 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 1992 (ΕΕL 369/
18.12.1992), Απλουστευμένο Συνοδευτικό Διοικητικό Έγγραφο (ΑΣΔΕ).
Με το ίδιο συνοδευτικό έγγραφο γίνεται η κυκλοφορία
των προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο Κράτος - Μέλος και
μεταφέρονται διαμέσου του εδάφους της χώρας, προκειμένου να παραδοθούν πάλι στο
Κράτος - Μέλος που έχουν τεθεί σε ανάλωση. Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο
προηγούμενο εδάφιο:
α) Ο αποστολέας οφείλει να υποβάλει πριν την
αποστολή των εμπορευμάτων δήλωση στην αρμόδια Αρχή του τόπου αναχώρησης.
β) Ο παραλήπτης οφείλει να βεβαιώνει την παραλαβή των εμπορευμάτων
και να ενημερώνει την αρμόδια Αρχή του τόπου προορισμού.
γ) Ο αποστολέας και ο παραλήπτης υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση
του ελέγχου κάθε απαραίτητο στοιχείο ή έγγραφο που κρίνεται από τις
αρμόδιες Αρχές αναγκαίο ή χρήσιμο για την εξακρίβωση της
πραγματοποίησης της παραλαβής των προϊόντων.
Αρχή
Άρθρο 59
Απόκτηση προϊόντων για ατομική χρήση
Για τα προϊόντα που αγοράζονται από ιδιώτες για ατομική χρήση σε άλλα
Κράτη - Μέλη και μεταφέρονται αυτοπροσώπως, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) εισπράττεται στο Κράτος - Μέλος απόκτησης.
Αρχή
Άρθρο 60
Ειδικές περιπτώσεις κατοχής προϊόντων
1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 56,
57 και 59, ο Ειδικός Φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καθίσταται απαιτητός όταν τα προϊόντα που έχουν
τεθεί σε ανάλωση σε άλλο Κράτος
- Μέλος βρίσκονται στην κατοχή προσώπου για εμπορικούς σκοπούς στο
εσωτερικό της χώρας. Στην περίπτωση αυτή, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) οφείλεται από το πρόσωπο που τα κατέχει και εισπράττεται από
την αρμόδια Αρχή.
2. Για την απόδειξη ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο
άρθρο 59
προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς, οι αρμόδιες Αρχές λαμβάνουν υπόψη
τα ακόλουθα στοιχεία:
- την εμπορική ιδιότητα του κατόχου και τους λόγους κατοχής των
προϊόντων,
- τον τόπο όπου βρίσκονται τα προϊόντα ή, ανάλογα με
την περίπτωση, τον χρησιμοποιούμενο τρόπο μεταφοράς,
- κάθε έγγραφο σχετικό με τα προϊόντα,
- το είδος αυτών των προϊόντων,
- την ποσότητα των προϊόντων.
Στην περίπτωση αυτή, οι ποσότητες ανά προϊόν δεν
μπορούν να είναι μικρότερες από τα παρακάτω όρια για:
α) προϊόντα καπνού:
- τσιγάρα 800 τεμάχια
- πουράκια (πούρα βάρους όχι πάνω από 3γρ. το τεμάχιο) 400 τεμάχια
- πούρα 200 τεμάχια
- καπνός για κάπνισμα 1 κιλό
β) αλκοολούχα ποτά:
- οινοπνευματώδη ποτά 10 λίτρα
- ενδιάμεσα προϊόντα 20 λίτρα
- οίνοι (από τους οποίους το πολύ 60 λίτρα αφρώδεις) 90 λίτρα
- μπύρες 110 λίτρα
Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) πετρελαιοειδών
προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο Κράτος - Μέλος καθίσταται απαιτητός
και εισπράττεται από τις αρμόδιες Αρχές, όταν η μεταφορά αυτών με μη κανονικό
τρόπο γίνεται από ιδιώτες ή για λογαριασμό αυτών.
Ως μη κανονικές μεταφορές θεωρούνται οι μεταφορές
καυσίμων κινητήρων, όταν αυτά δεν περιέχονται στη δεξαμενή των οχημάτων.
Αρχή
Άρθρο 61
Άλλες περιπτώσεις απαιτητού και επιστροφής φόρου
1. Για τα προϊόντα τα οποία αγοράζονται σε άλλο Κράτος - Μέλος από
άτομα που δεν έχουν την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή ή του
εγγεγραμμένου ή μη εγγεγραμμένου επιτηδευματία και δεν προορίζονται για
εμπορικούς σκοπούς αποστέλλονται δε ή μεταφέρονται άμεσα ή έμμεσα από
τον πωλητή ή για δικό του λογαριασμό, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) επιβάλλεται στο εσωτερικό της χώρας με την άφιξη των
προϊόντων.
Για το σκοπό αυτό ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καθίσταται
απαιτητός με την άφιξη των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας και όταν
τα προϊόντα έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο Κράτος - Μέλος και
αποστέλλονται ή μεταφέρονται προς πρόσωπα της παρούσας παραγράφου.
2. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) είναι απαιτητός από τον
πωλητή ή το φορολογικό εκπρόσωπο αυτού που δεν είναι ο τελικός
παραλήπτης των προϊόντων ή τον παραλήπτη αυτών στο εσωτερικό της χώρας
και εισπράττεται με την προβλεπόμενη διοικητική διαδικασία.
Ο
φορολογικός εκπρόσωπος πρέπει να είναι εγκεκριμένος από τις αρμόδιες
Αρχές και εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας.
Στην περίπτωση αποστολής προϊόντων από το εσωτερικό της χώρας σε άλλο
Κράτος - Μέλος, η αρμόδια Αρχή στη δικαιοδοσία της οποίας είναι
εγκατεστημένος ο πωλητής πρέπει να εξακριβώνει ότι ο πωλητής τηρεί τις
ακόλουθες υποχρεώσεις:
- να εγγυάται στην αρμόδια Αρχή την καταβολή του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), υπό τους όρους που προβλέπει το Κράτος - Μέλος
προορισμού, πριν από την αποστολή των προϊόντων και να εξασφαλίζει την
καταβολή του μετά την άφιξη των προϊόντων,
- να τηρεί λογιστικά στοιχεία σχετικά με τις παραδόσεις των
προϊόντων.
3. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, ο Ειδικός Φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που καταβλήθηκε στο εσωτερικό της χώρας
επιστρέφεται, σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 66 του παρόντα
Κώδικα.
4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι
λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Β'
ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ
Άρθρο 62
Παραγωγή - Μεταποίηση - Κατοχή
1. Με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων του παρόντα Κώδικα, η παραγωγή, η
μεταποίηση και η κατοχή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 53 του
παρόντα Κώδικα, γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 'Οταν δεν
έχει καταβληθεί ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), τα ανωτέρω
πραγματοποιούνται σε φορολογική αποθήκη.
2. 'Οπου στο τρίτο μέρος του παρόντα Κώδικα αναφέρεται ο όρος
"μεταποίηση" εννοείται μεταποίηση για λογαριασμό του ιδίου ή για
λογαριασμό τρίτου.
Αρχή
Άρθρο 63
Σύσταση φορολογικών αποθηκών
1. Για τη σύσταση και λειτουργία των
φορολογικών αποθηκών απαιτείται άδεια της αρμόδιας Αρχής, η οποία παρέχεται μετά
από αίτηση του ενδιαφερομένου με απόφασή της, χωριστά για κάθε κατηγορία
προϊόντος.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζονται:
α) οι προϋποθέσεις με τις οποίες χορηγείται η
άδεια σύστασης και λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών,
β) ο ανώτατος χρόνος παραμονής των προϊόντων
κατά κατηγορία, στη φορολογική αποθήκη,
γ) η διαδικασία παραλαβής ή αποστολής των
προϊόντων,
δ) οι όροι αποθήκευσης και λογιστικής
διαχείρισης των προϊόντων,
ε) ο τρόπος παρακολούθησης των προϊόντων και
της άσκησης του ελέγχου αυτών,
στ) ο χρόνος διάρκειας της λειτουργίας των
αποθηκών αυτών και οι λόγοι ανάκλησης της άδειας αυτής πριν από το χρόνο λήξης,
ζ) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την
αναγνώριση ή λειτουργία των φορολογικών αποθηκών.
3. Οι αρμόδιες Αρχές ασκούν εποπτεία και
έλεγχο κατά τρόπο διαρκή ή περιοδικό στις φορολογικές αποθήκες, σύμφωνα με την
κείμενη νομοθεσία.
Ειδικά για τα βιομηχανοποιημένα καπνά οι όροι και
προϋποθέσεις για την εποπτεία και τον έλεγχο των φορολογικών αποθηκών θα
καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Αρχή
Άρθρο 64
Αναγνώριση εγκεκριμένου αποθηκευτή
1. Για το χαρακτηρισμό προσώπου ως εγκεκριμένου αποθηκευτή απαιτείται
άδεια της αρμόδιας Αρχής, η οποία παρέχεται με απόφασή της, μετά από
προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου,
2. Για να παρασχεθεί η άδεια της προηγούμενης παραγράφου το
ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο πρέπει:
α) να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να παραλαμβάνει και να
αποστέλλει, κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του, προϊόντα που
υπάγονται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και τελούν υπό αναστολή
καταβολής του φόρου αυτού, εφόσον βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη,
β) να μην έχει διαπράξει σοβαρές καθ'
υποτροπή παραβάσεις της Φορολογικής ή Τελωνειακής Νομοθεσίας, γ) να πληροί τις
λοιπές προϋποθέσεις που θα καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του τρίτου μέρους του παρόντα
Κώδικα ο εγκεκριμένος αποθηκευτής:
α) υποχρεούται:
- να τηρεί λογιστικά βιβλία των αποθεμάτων ή
κινήσεων των προϊόντων ανά αποθήκη,
- να επιδεικνύει τα προϊόντα σε κάθε ζήτηση της
αρμόδιας Αρχής,
- να δέχεται οποιονδήποτε έλεγχο,
- να παρέχει εγγύηση προς το Δημόσιο για τη
διασφάλιση των συμφερόντων του,
- να συμμορφώνεται με άλλες υποχρεώσεις που
επιβάλλει ο Υπουργός Οικονομικών και η αρμόδια Αρχή,
- να διαθέτει εντός των αποθηκών και αδαπάνως για το Δημόσιο
κατάλληλο και ασφαλή στεγασμένο χώρο για την εγκατάσταση της αρμόδιας
Αρχής προς διενέργεια των κατά περίπτωση απαιτούμενων εργασιών και
διατυπώσεων,
- να ενημερώνει την αρμόδια Αρχή για οποιαδήποτε μεταβολή των
δεδομένων που έχουν ληφθεί υπόψη για τη χορήγηση της άδειας και να
παρέχει τα επιβαλλόμενα από αυτήν τυχόν πρόσθετα διασφαλιστικά μέτρα.
β) επέχει ευθύνη έναντι του Δημοσίου για τους
φόρους που αναλογούν στα προϊόντα.
γ) ευθύνεται επίσης για τις πράξεις των
αποθηκαρίων των αποθηκών αυτών σε περίπτωση καταλογισμού τους από την αρμόδια
Αρχή.
Αρχή
Άρθρο 65
Απώλειες προϊόντων
1. Ο εγκεκριμένος αποθηκευτής απολαύει απαλλαγής για τις απώλειες που
επέρχονται στα πλαίσια του καθεστώτος αναστολής, εφόσον οφείλονται σε
τυχαία περιστατικά ή σε ανώτερη βία και έχουν βεβαιωθεί από τις
αρμόδιες Αρχές.
Απολαύει επίσης, στα πλαίσια του καθεστώτος αναστολής,
απαλλαγής για τις απώλειες (φύρες) που είναι εγγενείς στη φύση των
προϊόντων κατά τη διαδικασία παραγωγής, μεταποίησης, αποθήκευσης και
μεταφοράς των προϊόντων, όπου αυτές έχουν καθορισθεί με σχετικές
διατάξεις.
Οι απαλλαγές αυτές εφαρμόζονται επίσης στους επιτηδευματίες
που αναφέρονται στο άρθρο 55 κατά τη μεταφορά των προϊόντων υπό
καθεστώς αναστολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.).
Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού
Οικονομικών, καθορίζονται τα προϊόντα που υπόκεινται σε φυσική
απομείωση, τα ποσοστά της απομείωσης, καθώς και οι όροι και οι
προϋποθέσεις για την αναγνώριση των απωλειών αυτών.
2. Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1 απώλειες, οι οποίες λαμβάνουν
χώρα κατά τη διάρκεια ενδοκοινοτικής μεταφοράς των προϊόντων υπό
καθεστώς αναστολής καταβολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), πρέπει να
βεβαιώνονται σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με τα
παραπάνω προεδρικά διατάγματα και τις ισχύουσες διατάξεις.
3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 118 του
παρόντα Κώδικα, σε περίπτωση άλλων ελλειμμάτων εκτός από τις απώλειες που
αναφέρονται στην παράγραφο 1 και σε περίπτωση απωλειών για τις οποίες δεν
αναγνωρίζονται οι απαλλαγές που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο, οι φόροι
εισπράττονται με τους συντελεστές ή τα ποσά που ισχύουν το χρόνο που σημειώθηκαν
οι βεβαιωμένες από τις αρμόδιες Αρχές απώλειες ή, κατά περίπτωση, το χρόνο της
διαπίστωσης των ελλειμμάτων,
4. Αν κατά την ενδοκοινοτική κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής,
προϊόντων υποκειμένων σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.),
διαπιστώθηκαν ελλείμματα ή απώλειες της προηγούμενης παραγράφου 3, οι
αρμόδιες Αρχές που έκαναν τη διαπίστωση προβαίνουν σε σχετική σημείωση
στη δεύτερη σελίδα του επιστρεπτέου από τον παραλήπτη στον αποστολέα
αντιτύπου του Συνοδευτικού Διοικητικού Εγγράφου (ΣΔΕ).
Οι αρμόδιες Αρχές του τόπου προορισμού των προϊόντων, κατά τη θεώρηση
του επιστρεπτέου αντιτύπου, σημειώνουν επ' αυτού τη χορήγηση ή όχι απαλλαγής
κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού για τις απώλειες ή τα ελλείμματα
που διαπιστώθηκαν.
Αντίγραφο του αντιτύπου αυτού αποστέλλεται από τις
αρμόδιες Αρχές του τόπου προορισμού, στις Αρχές που διαπίστωσαν τις απώλειες ή
τα ελλείμματα.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Γ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ
Άρθρο 66
Επιστροφή φόρου
1. Τα προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας
δύνανται στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις και με τους όρους και τις
προϋποθέσεις, που καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών,
να αποτελέσουν, μετά από αίτηση επιτηδευματία στα πλαίσια της άσκησης
του επιτηδεύματός του, αντικείμενο επιστροφής του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) από τις αρμόδιες Αρχές, εφόσον τα προϊόντα αυτά δεν
πρόκειται να καταναλωθούν στο εσωτερικό της χώρας.
Εν τούτοις, δεν επιστρέφεται από τις αρμόδιες Αρχές
ο Ειδικός Φόρος που καταβλήθηκε, εφόσον δεν πληρούνται οι όροι και οι
προϋποθέσεις που καθορίζονται με τις παραπάνω προβλεπόμενες υπουργικές
αποφάσεις,
2. Για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου πρέπει να συντρέχουν
οι εξής προϋποθέσεις:
α) Ο αποστολέας υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια Αρχή για την επιστροφή
φόρου, πριν από την αποστολή των προϊόντων, η οποία συνοδεύεται με
έγγραφο ή άλλα στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται η καταβολή του
Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.).
β) Η ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προϊόντων πραγματοποιείται με την
κάλυψη του συνοδευτικού εγγράφου της παραγράφου 1 του άρθρου 115 του
παρόντα Κώδικα.
γ) Ο αποστολέας υποβάλλει το επιστρεπτέο αντίτυπο του συνοδευτικού
διοικητικού ή εμπορικού εγγράφου, συμπληρωμένο από τον παραλήπτη, το
οποίο συνοδεύεται από έγγραφο που πιστοποιεί την ανάληψη της υποχρέωσης
καταβολής των φόρων στο Κράτος - Μέλος προορισμού και είναι θεωρημένο
από την αρμόδια Αρχή του Κράτους - Μέλους προορισμού των προϊόντων ή
συνοδεύεται από ειδική ένδειξη (δήλωση) θεωρημένη από την ίδια Αρχή, με
τις κατωτέρω πληροφορίες:
- τη διεύθυνση της αρμόδιας Αρχής του Κράτους - Μέλους προορισμού,
- τον αριθμό και την ημερομηνία του διπλοτύπου καταβολής του φόρου
ή την ημερομηνία αποδοχής της δήλωσης.
δ) Αν τα προϊόντα της παραγράφου 1 φέρουν φορολογικό επίσημα (ένσημη
ταινία φορολογίας καπνού, ταινία ελέγχου αλκοολούχων ποτών), πρέπει
πριν από την αποστολή τους και προκειμένου να επιστραφεί ο Ειδικός
Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), να προσκομισθούν για καταστροφή τα
επισήματα αυτά στην αρμόδια Αρχή.
3. Στις περιπτώσεις του άρθρου 57 του παρόντα Κώδικα ο Ειδικός Φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) επιστρέφεται μόνο εφόσον ο φόρος αυτός εξοφλήθηκε στο
Κράτος - Μέλος προορισμού, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 4 του άρθρου
αυτού.
Το αίτημα επιστροφής δύναται να μην ικανοποιηθεί
από τις αρμόδιες Αρχές, αν δεν πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις
που καθορίζονται με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών,
4. Στις περιπτώσεις του άρθρου 61 του παρόντα Κώδικα ο Ειδικός Φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) επιστρέφεται στον πωλητή, εφόσον αυτός έχει
ακολουθήσει τις διαδικασίες της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου.
Το αίτημα επιστροφής δύναται να μην ικανοποιηθεί, εφόσον δεν
πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που καθορίζονται με την απόφαση
του Υπουργού Οικονομικών,
Αρχή
Άρθρο 67
Βεβαίωση και είσπραξη εκ των υστέρων
Επιστροφή αχρεωστήτως εισπραχθέντων.
Για τα προϊόντα στα οποία επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) εφαρμόζονται ανάλογα τα άρθρα 31 και
32 του παρόντα Κώδικα.
Αρχή
Άρθρο 68
Απαλλαγές
1. Απαλλάσσονται από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.)
τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 53 του παρόντα Κώδικα, εφόσον
προορίζονται:
α) για παράδοση στα πλαίσια διπλωματικών ή
προξενικών σχέσεων,
β) για αναγνωρισμένους Διεθνείς Οργανισμούς και για τα μέλη των
οργανισμών αυτών, μέσα στα όρια και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που
καθορίζονται από τις Διεθνείς Συμβάσεις για την ίδρυσή τους ή από τις
συμφωνίες για την έδρα τους,
γ) για τις Ένοπλες Δυνάμεις και τις Πολιτικές Υπηρεσίες που τις
συνοδεύουν ή τον εφοδιασμό των κυλικείων και των λεσχών τους, των άλλων
Κρατών - Μελών του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, που ενεργείται σύμφωνα
με τη συνθήκη,
δ) να καταναλωθούν στα πλαίσια συμφωνίας που
έχει συναφθεί με τρίτες χώρες ή Διεθνείς Οργανισμούς, εφόσον αυτή η συμφωνία
γίνεται δεκτή ή επιτρέπεται να υπαχθεί σε καθεστώς απαλλαγής από τον Φόρο
Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.).
Οι 'Ένοπλες Δυνάμεις και Οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο
αυτή δύνανται να παραλαμβάνουν προϊόντα από φορολογικές αποθήκες άλλων
Κρατών - Μελών ή του εσωτερικού της χώρας, υπό καθεστώς αναστολής της
επιβολής των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), με την κάλυψη του
συνοδευτικού εγγράφου της παραγράφου 1 του άρθρου 115 του παρόντα
Κώδικα, υπό τον όρο ότι το έγγραφο αυτό θα συνοδεύεται από
πιστοποιητικό απαλλαγής, η μορφή και το περιεχόμενο του οποίου
καθορίζονται από Κοινοτικές Διατάξεις.
2. Επίσης, απαλλάσσονται του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) τα
προϊόντα που προορίζονται για εφοδιασμό πλοίων και αεροσκαφών. Η
απαλλαγή αυτή παρέχεται σύμφωνα με τις ισχύουσες Εθνικές Διατάξεις.
3. Οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης των απαλλαγών των παραγράφων
1 και 2, καθώς και οι χορηγούμενες ποσότητες, καθορίζονται με αποφάσεις
του Υπουργού Οικονομικών.
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Δ'
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 69
Άγιο Όρος
Οι διατάξεις του τρίτου μέρους του παρόντα Κώδικα δεν θίγουν το
ειδικό καθεστώς του Αγίου Όρους, όπως είναι κατοχυρωμένο με το άρθρο 105 του
Συντάγματος.
Αρχή
Άρθρο 70
Πωλήσεις προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση
από καταστήματα πλοίων και αεροσκαφών
1. Οι επιτηδευματίες που εκμεταλλεύονται καταστήματα σε πλοία και
αεροσκάφη που εκτελούν ενδοκοινοτικά ταξίδια και επιθυμούν να
διενεργούν πωλήσεις προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας, κατά τη διάρκεια
της ενδοκοινοτικής πτήσης ή του ενδοκοινοτικού θαλάσσιου πλου σε
επιβάτες, προκειμένου να τα μεταφέρουν με τις αποσκευές τους, οφείλουν
να το δηλώσουν στην αρμόδια Αρχή και να λάβουν σχετική έγκριση.
2. Για τα προϊόντα που πωλούνται με τις προϋποθέσεις της προηγούμενης
παραγράφου, τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο Κράτος - Μέλος και
διακινούνται με το προβλεπόμενο στην παράγραφο 3 του άρθρου 57 του
παρόντα Κώδικα συνοδευτικό έγγραφο, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) καθίσταται απαιτητός με την πώληση των προϊόντων στο εσωτερικό
της χώρας και αποδίδεται από τον επιτηδευματία που εκμεταλλεύεται το
κατάστημα.
Αν η έδρα της επαγγελματικής δραστηριότητας του ανωτέρω
επιτηδευματία είναι σε άλλο Κράτος - Μέλος, τις φορολογικές του
υποχρεώσεις αναλαμβάνει ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και
εγκεκριμένος από τις αρμόδιες Αρχές φορολογικός του εκπρόσωπος.
3. Στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου ο επιτηδευματίας που
εκμεταλλεύεται το κατάστημα ή ο φορολογικός του εκπρόσωπος υποχρεούται:
α) να παρέχει εγγύηση για την καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) που αναλογεί στα προς πώληση προϊόντα,
β) να καταβάλει τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.)
με την πώληση αυτών,
γ) να θέτει στη διάθεση του ελέγχου κάθε
απαραίτητο στοιχείο ή έγγραφο, που κρίνεται από την αρμόδια Αρχή αναγκαίο ή
χρήσιμο, για την εξακρίβωση της καταβολής των οφειλόμενων φόρων.
4. Τα πρόσωπα της παραγράφου 2 καταβάλλουν τον Ειδικό Φόρο
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που αναλογεί στις πωλήσεις κάθε δεκαπενθημέρου
του μήνα, μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο, με τις ίδιες διαδικασίες που
εφαρμόζονται για την είσπραξη του φόρου κατά την έξοδο των προϊόντων
από το καθεστώς αναστολής..
5. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που έχει καταβληθεί στο
εσωτερικό της χώρας για προϊόντα τα οποία πωλούνται σε επιβάτες στο
εσωτερικό άλλου Κράτους - Μέλους επιστρέφεται
6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες
για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Αρχή
Άρθρο 71
Μικροί οινοπαραγωγοί
1. Οινοπαραγωγοί που παράγουν μέχρι χίλια (1.000) ΗL ετησίως
απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις
των Τμημάτων Β' και Γ' του Κεφαλαίου Α' του τρίτου μέρους του παρόντα
Κώδικα, καθώς και από τις άλλες υποχρεώσεις τις σχετικές με την
κυκλοφορία και τον έλεγχο.
2. Όταν οι οινοπαραγωγοί αυτοί διενεργούν
ενδοκοινοτικές πράξεις, ενημερώνουν τις αρμόδιες Αρχές τους και τηρούν τις
υποχρεώσεις που ορίζει ο Κανονισμός ΕΚ 2238/27.7.1993 (EEL200/10.8.1993), ιδίως
όσον αφορά το βιβλίο εξόδου και το Συνοδευτικό Διοικητικό Έγγραφο (ΣΔΕ).
3. Οι Φορολογικές Αρχές του Κράτους - Μέλους προορισμού ενημερώνονται
από τον παραλήπτη σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες παραλαβές οίνου, με
το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή με παραπομπή σε αυτό.
4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι με τους
οποίους οι μικροί οινοπαραγωγοί διενεργούν ενδοκοινοτικές πράξεις.
Αρχή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΑΛΚΟΟΛΗ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΠΝΑ
ΤΜΗΜΑ Α'
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Άρθρο 72
Ορισμός
Άρθρο 72
Πεδίο εφαρμογής
1. Ως ενεργειακά προϊόντα για την εφαρμογή
του τρίτου μέρους του παρόντα Κώδικα θεωρούνται τα ακόλουθα προϊόντα:
α) Σογιέλαιο και τα κλάσματά του, έστω
και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1507).
Αραχιδέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς
μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1508).
Ελαιόλαδο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς
μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1509).
Άλλα λάδια και τα κλάσματά τους, που παίρνονται αποκλειστικά από ελιές,
έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα και
μείγματα από αυτά τα λάδια ή τα κλάσματα με λάδια ή κλάσματα της κλάσης 1509
(κωδικός Σ.Ο. 1510).
Φοινικέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς
μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1511).
Λάδια ηλιοτρόπιου, κνήκου ή βαμβακιού και τα κλάσματά τους, έστω και
εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός
Σ.Ο. 1512).
Λάδια κοκοφοίνικα (λάδι κοπρά), λαχανοφοίνικα (φοινοκοπυρηνέλαιο) ή babassu
και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά
όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1513).
Λάδια αγριογογγύλης, αγριοκράμβης ή σιναπιού και τα κλάσματά τους, έστω και
εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα
(κωδικός Σ.Ο. 1514).
Άλλα λίπη και λάδια φυτικά (στα οποία περιλαμβάνεται και το λάδι jojoba) και
τα κλάσματά τους, σταθερά, έστω και εξευγενισμένα,
αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1515).
Λίπη και λάδια ζωικά ή φυτικά και τα κλάσματά τους, μερικώς ή ολικώς
υδρογονωμένα, διεστεροποιημένα, επανεστεροποιημένα ή
ελαϊδινισμένα (με ισομέρεια λιπαρών οξέων), έστω και εξευγενισμένα,
αλλά όχι αλλιώς παρασκευασμένα (κωδικός Σ.Ο. 1516).
Μαργαρίνη. Μείγματα ή παρασκευάσματα βρώσιμα από λίπη ή λάδια ζωικά ή
φυτικά ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του
κεφαλαίου αυτού, άλλα από τα λίπη και λάδια διατροφής και τα κλάσματά
τους της κλάσης 1516 (κωδικός Σ.Ο. 1517).
Λίπη και λάδια ζωικά ή φυτικά και τα κλάσματά τους, θερμικά επεξεργασμένα
(βρασμένα ή ψημένα), οξειδωμένα, αφυδατωμένα,
θειωμένα, εμφυσημένα, πολυμερισμένα με απλή θέρμανση ή αλλιώς χημικώς
τροποποιημένα, με εξαίρεση εκείνα της κλάσης 1516.
Μείγματα ή παρασκευάσματα μη βρώσιμα από λίπη ή
λάδια ζωικά ή φυτικά ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του
κεφαλαίου αυτού που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού
(κωδικός Σ.Ο. 1518), εφόσον όλα τα ανωτέρω προϊόντα πρόκειται
να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.
β) Λιθάνθρακες. Πλίνθοι, σφαίρες και
παρόμοια στερεά καύσιμα που παίρνονται από το λιθάνθρακα (κωδικός Σ.Ο.
2701).
Λιγνίτες, έστω και συσσωματωμένοι, με εξαίρεση το γαγάτη (κωδικός Σ.Ο.
2702).
Οπτάνθρακας (κοκ) και ημιοπτάνθρακας από λιθάνθρακα, λιγνίτη ή τύρφη, έστω
και συσσωματωμένοι. Ανθρακας αποστακτικού κέρατος
(κωδικός Σ.Ο. 2704).
Αέριο από λιθάνθρακα, υδραέριο, φτωχό αέριο και παρόμοια αέρια, με εξαίρεση
τα αέρια πετρελαίου και άλλους αεριώδεις
υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2705).
Πίσσες από λιθάνθρακα, λιγνίτη ή τύρφη και άλλες ορυκτές πίσσες, έστω και
αφυδατωμένες ή μερικώς αποσταγμένες, στις οποίες
περιλαμβάνονται και οι πίσσες που έχουν ανασυσταθεί (κωδικός Σ.Ο. 2706).
Λάδια και άλλα προϊόντα που προέρχονται από την απόσταξη σε υψηλή
θερμοκρασία των πισσών από λιθάνθρακα. Ανάλογα προϊόντα
στα οποία τα αρωματικά συστατικά υπερισχύουν κατά βάρος από τα μη
αρωματικά συστατικά (κωδικός Σ.Ο. 2707).
Πίσσα στερεή και οπτάνθρακας (κοκ) πίσσας, που παίρνονται από πίσσα
λιθανθράκων ή από άλλες ορυκτές πίσσες (κωδικός Σ.Ο.
2708).
Λάδια ακατέργαστα, από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (ακατέργαστο
πετρέλαιο), (κωδικός Σ.Ο. 2709).
Λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά, άλλα από τα ακατέργαστα λάδια.
Παρασκευάσματα που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού, που
περιέχουν κατά βάρος 70% ή περισσότερο λάδια από
πετρέλαιο ή ασφαλτούχα ορυκτά και στα οποία τα λάδια αυτά αποτελούν
το βασικό συστατικό.
Χρησιμοποιημένα λάδια (κωδικός Σ.Ο. 2710).
Αέρια πετρελαίου και άλλοι αέριοι υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2711).
Βαζελίνη, Παραφίνη, κερί πετρελαίου μικροκρυστάλλινο, slack wax,
οζοκηρίτης, κερί από λιγνίτη, κερί από τύρφη, άλλα ορυκτά κεριά
και παρόμοια προϊόντα που παίρνονται με σύνθεση ή άλλες μεθόδους,
έστω και χρωματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 2712).
Οπτάνθρακας (κοκ) από πετρέλαιο, άσφαλτος από πετρέλαιο και άλλα
υπολείμματα των λαδιών πετρελαίου ή των ασφαλτούχων
ορυκτών (κωδικός Σ.Ο. 2713).
Άσφαλτοι εν γένει φυσικές. Σχίστες και άμμος, ασφαλτούχα. Ασφαλτίτες και
πετρώματα ασφαλτούχα (κωδικός Σ.Ο. 2714).
Μείγματα ασφαλτούχα με βάση τη φυσική άσφαλτο εν γένει, την πίσσα του
πετρελαίου, την ορυκτή πίσσα ή το υπόλειμμα αυτής (π.χ.
μαστίχες ασφαλτούχες, cutbacks) (κωδικός Σ.Ο. 2715).
γ) Υδρογονάνθρακες άκυκλοι (κωδικός Σ.Ο.
2901).
Υδρογονάνθρακες κυκλικοί (κωδικός Σ.Ο. 2902).
δ) Μεθανόλη (μεθυλική αλκοόλη) (Κωδικός
Σ.Ο. 2905 11 00), εφόσον δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να
χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο θέρμανσης ή ως καύσιμο
κινητήρων.
ε) Παρασκευάσματα λιπαντικά (στα οποία περιλαμβάνονται και τα λάδια
κοπής, τα παρασκευάσματα για την απελευθέρωση του
παξιμαδιού της βίδας, παρασκευάσματα αντισκωριακά ή αντιδιαβρωτικά και τα
παρασκευάσματα για το ξεκαλούπωμα, με βάση τα
λιπαντικά) και παρασκευάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται στην
επεξεργασία με λάδι ή με λίπος των υφαντικών υλών, του δέρματος,
των γουνοδερμάτων ή άλλων υλών, με εξαίρεση εκείνα που περιέχουν σαν βασικά
συστατικά 70% ή περισσότερο κατά βάρος λάδια από
πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (κωδικός Σ.Ο. 3403).
στ) Αντικροτικά παρασκευάσματα,
ανασχετικά της οξείδωσης, προσθετικά εξουδετέρωσης καταλοίπων, βελτιωτικά
του ιξώδους των λιπαντικών λαδιών, προσθετικά κατά
της διάβρωσης και άλλα παρασκευασμένα προσθετικά, για ορυκτά λάδια (στα
οποία περιλαμβάνεται και η βενζίνη) ή για άλλα
υγρά που χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς με τα ορυκτά λάδια
(κωδικός Σ.Ο. 3811).
ζ) Αλκυλοβενζόλια σε μείγματα και
αλκυλοναφθαλένια σε μείγματα, άλλα από εκείνα των κλάσεων 2707 ή 2902
(κωδικός Σ.Ο. 3817).
η) Χημικά προϊόντα και παρασκευάσματα των χημικών ή συναφών
βιομηχανιών (στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα
που αποτελούνται από μείγματα φυσικών προϊόντων),
που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού και υπάγονται στον κωδικό
της Σ.Ο. 3824 90 99, εφόσον πρόκειται να
χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.
2. Ως ενεργειακό προϊόν για την εφαρμογή
του τρίτου μέρους του παρόντα Κώδικα θεωρείται επίσης:
Η ηλεκτρική ενέργεια του κωδικού Σ.Ο. 2716.
3. Από τα προϊόντα της προηγούμενης
παραγράφου 1 και ανεξάρτητα από το αν επιβαρύνονται με Ειδικό Φόρο
Κατανάλωσης, σύμφωνα με το άρθρο 73, τα παρακάτω
ενεργειακά προϊόντα υπόκεινται στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας του
τρίτου μέρους του Κώδικα:
α) Σογιέλαιο και τα κλάσματά του, έστω
και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1507).
Αραχιδέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς
μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1508).
Ελαιόλαδο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς
μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1509).
Άλλα λάδια και τα κλάσματά τους, που παίρνονται αποκλειστικά από ελιές,
έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς
μετασχηματισμένα, και μείγματα από αυτά τα λάδια ή τα κλάσματα με λάδια ή
κλάσματα της κλάσης 1509 (κωδικός Σ.Ο. 1510).
Φοινικέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς
μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1511).
Λάδια ηλιοτρόπιου, κνήκου ή βαμβακιού και τα κλάσματά τους, έστω και
εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός
Σ.Ο. 1512).
Λάδια κοκοφοίνικα (λάδι κοπρά), λαχανοφοίνικα (φοινοκοπυρηνέλαιο) ή babassu
και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά
όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1513).
Λάδια αγριογογγύλης, αγριοκράμβης ή σιναπιού και τα κλάσματά τους, έστω και
εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα
(κωδικός Σ.Ο. 1514).
Άλλα λίπη και λάδια φυτικά (στα οποία περιλαμβάνεται και το λάδι jojoba) και
τα κλάσματά τους, σταθερά, έστω και εξευγενισμένα,
αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1515).
Λίπη και λάδια ζωικά ή φυτικά και τα κλάσματά τους, μερικώς ή ολικώς
υδρογονωμένα, διεστεροποιημένα, επανεστεροποιημένα ή
ελαϊδινισμένα (με ισομέρεια λιπαρών οξέων), έστω και εξευγενισμένα,
αλλά όχι αλλιώς παρασκευασμένα (κωδικός Σ.Ο. 1516).
Μαργαρίνη. Μείγματα ή παρασκευάσματα βρώσιμα από λίπη ή λάδια ζωικά ή φυτικά
ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του
κεφαλαίου αυτού, άλλα από τα λίπη και λάδια διατροφής και τα κλάσματά τους
της κλάσης 1516 (κωδικός Σ.Ο. 1517).
Λίπη και λάδια ζωικά ή φυτικά και τα κλάσματά τους, θερμικά επεξεργασμένα
(βρασμένα ή ψημένα), οξειδωμένα, αφυδατωμένα,
θειωμένα, εμφυσημένα, πολυμερισμένα με απλή θέρμανση ή αλλιώς χημικώς
τροποποιημένα, με εξαίρεση εκείνα της κλάσης 1516.
Μείγματα ή παρασκευάσματα μη βρώσιμα από λίπη ή λάδια ζωικά ή φυτικά ή από
τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου
αυτού που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού (κωδικός Σ.Ο. 1518),
εφόσον όλα τα ανωτέρω προϊόντα πρόκειται να
χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.
β) Βενζόλιο (βενζένιο), (κωδικός Σ.Ο.
2707 10).
Τολουόλιο (τολουένιο), (κωδικός Σ.Ο. 2707 20).
Ξυλόλιο (ξυλένιο), (κωδικός Σ.Ο. 2707 30).
Άλλα μείγματα αρωματικών υδρογονανθράκων που αποστάζουν 65% ή περισσότερο
του όγκου τους (με τις απώλειες) στους 250°C
σύμφωνα με τη μέθοδο ASTM D 86 (κωδικός Σ.Ο. 2707 50).
γ) Ενεργειακά προϊόντα που υπάγονται
στους κωδικούς της Σ.Ο. 2710 11 έως και 2710 19 69. Εν τούτοις, για τα
προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς της Σ.Ο.
2710 11 21, 2710 11 25 και 2710 19 29, οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο
και την κυκλοφορία
ισχύουν για τη χύμα εμπορική κυκλοφορία.
δ) Αέρια πετρελαίου και άλλοι αέριοι
υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2711), με εξαίρεση το φυσικό αέριο των κωδικών
της Σ.Ο. 2711 11, 2711 21 και 2711 29.
ε) Υδρογονάνθρακες άκυκλοι κορεσμένοι (κωδικός Σ.Ο. 2901 10).
στ)
-
Βενζόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 20).
-
Τολουόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 30).
-
Ξυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 41).
-
Ξυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 42).
-
Ξυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 43).
-
Ισομερή του ξυλολίου σε μείγμα (κωδικός Σ.Ο.
2902 44).
ζ) Μεθανόλη (μεθυλική αλκοόλη) του
κωδικού της Σ.Ο. 2905 11 00, όταν δεν είναι συνθετικής προέλευσης και
πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο θέρμανσης ή
ως καύσιμο κινητήρων.
η) Χημικά προϊόντα και παρασκευάσματα των χημικών ή συναφών
βιομηχανιών (στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα που αποτελούνται
από μείγματα φυσικών προϊόντων), που δεν κατονομάζονται ούτε
περιλαμβάνονται αλλού και υπάγονται στον κωδικό της Σ.Ο. 3824 90 99,
εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα
κινητήρων.
4. Οι τίτλοι και κωδικοί αριθμοί της
Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.), που περιλαμβάνονται στο άρθρο αυτό,
αναφέρονται στο κείμενο της Σ.Ο. του κανονισμού (ΕΚ)
αριθ. 2031/2001 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2001 (ΕΕ L 279 της
23.10.2001), που τροποποιεί το παράρτημα Ι του
κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και
στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο.-
αντικαταστάθηκε ως άνω με το αρθρ. 1 παρ. 2 του ν. 3336/2005
Αρχή
Άρθρο 73
Συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
1. Οι
συντελεστές του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) στα παρακάτω πετρελαιοειδή
προϊόντα ορίζονται ως εξής:
ΕΙΔΟΣ |
ΚΩΔ.Σ.Ο. |
ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΕΥΡΩ
|
ΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ |
α) Βενζίνη αεροπλάνων |
27.10.00.26 |
437 |
χιλιόλιτρο |
β) Βενζίνη με μόλυβδο |
27.10.00.34 και 27.10.00.36 |
337 |
χιλιόλιτρο |
γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με αριθμό
οκτανίων μέχρι και 96,5 |
27.10.00.27 και 27.10.00.29 |
296 |
χιλιόλιτρο |
γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με αριθμό
οκτανίων μεγαλύτερο των 96,5 |
27.10.00.29 και 27.10.00.32 |
316 |
χιλιόλιτρο |
δ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με την
προσθήκη ειδικών προσθέτων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται
προς πώληση ή και χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο καύσιμο αντί της
μολυβδούχου βενζίνης των κωδικών της Σ.Ο. |
27.10.00.27
27.10.00.34 και 27.10.00.29 27.10.00.36 και 27.10.00.32
|
337 |
χιλιόλιτρο |
ε) Ειδικό καύσιμο αεριωθούμενων τύπου
βενζίνης |
27.10.00.37 |
437 |
χιλιόλιτρο |
στ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL)
κίνησης |
ΕΧ 27.10.00.66 |
245 |
χιλιόλιτρο |
Ειδικά για την περίοδο από 1η Νοεμβρίου μέχρι και 10η Απριλίου κάθε
έτους ο φόρος του πετρελαίου θέρμανσης ορίζεται σε εκατόν είκοσι τρία
(123) ευρώ το χιλιόλιτρο.
Στην περίπτωση που οι ανωτέρω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες
ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη
και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη.
|
ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL)
θέρμανσης |
ΕΧ 27.10.00.67 |
245 |
χιλιόλιτρο |
η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), άλλο
από εκείνο των περιπτώσεων στ' και ζ |
ΕΧ 27.10.00.66 και
ΕΧ 27.10.00.67 |
245 |
χιλιόλιτρο |
θ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης (FUEL ΟIL
- Μαζούτ) |
27.10.00.74 έως και 27.10.00.78 |
38 |
μετρ. τόνος |
ι) Κηροζίνη (φωτιστικό
πετρέλαιο) |
27.10.00.51 και ΕΧ 27.10.00.55 |
245 |
χιλιόλιτρο |
ια) Κηροζίνη θέρμανσης |
ΕΧ 27.10.00.55 |
245 |
χιλιόλιτρο |
Ειδικά για την περίοδο από 1η Νοεμβρίου μέχρι και 10η Απριλίου κάθε
έτους ο φόρος της κηροζίνης θέρμανσης ορίζεται σε εκατόν είκοσι τρία
(123) ευρώ το χιλιόλιτρο. Στην περίπτωση που οι ανωτέρω ημερομηνίες συμπίπτουν
με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη
για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη. |
ιβ) υγραέρια και μεθάνιο που χρησιμοποιούνται
ως καύσιμο κινητήρων |
ΕΧ 27.11.12.11 έως ΕΧ27.11.19.00 και ΕΧ27.11.29.00 |
100 |
μετρ. τόνος |
ιγ) Υγραέρια και μεθάνιο για λοιπές,
πλην της προηγούμενης περίπτωσης ιβ', χρήσεις |
ΕΧ 27.11.19.00 και ΕΧ 27.11.29.00 |
13 |
μετρ. τόνος |
2. Για την εφαρμογή των διατάξεων των ανωτέρω περιπτώσεων (ζ) και
(ια), ως "πετρέλαιο" ή "κηροζίνη θέρμανσης" θεωρούνται τα προοριζόμενα
να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο για τη λειτουργία κεντρικών
συστημάτων θέρμανσης (καλοριφέρ) ή άλλων μέσων για τη θέρμανση ανθρώπων
στους χώρους κατοικίας, διαμονής ή εργασίας τους.
3. Για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) στα
πετρελαιοειδή προϊόντα, που φορολογούνται με βάση το χιλιόλιτρο,
λαμβάνεται υπόψη θερμοκρασία προϊόντος 15οC.
4. Τα πετρελαιοειδή προϊόντα, πλην εκείνων που αναφέρονται στην
παράγραφο 1, εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν, προσφέρονται προς
πώληση ή και χρησιμοποιούνται ως "καύσιμο θέρμανσης" ή "καύσιμο
κίνησης", υπόκεινται στο συντελεστή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.), που καθορίζεται ανάλογα με τη χρήση για το ισοδύναμο καύσιμο
θέρμανσης ή καύσιμο κίνησης.
Με τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν θίγονται οι διατάξεις
του άρθρου 3 του ν. 2074/1992 (ΦΕΚ 128 Α), όπως ισχύουν.
5. Εκτός από τα προϊόντα του
άρθρου 72 του παρόντα Κώδικα, κάθε προϊόν που
προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή και χρησιμοποιείται ως
καύσιμο κίνησης προσθετικό ή αυξητικό του τελικού όγκου του καυσίμου αυτού,
φορολογείται ως καύσιμο κίνησης.
Ομοίως, κάθε άλλος υδρογονάνθρακας, που δεν
αναφέρεται στο άρθρο 72 του παρόντα Κώδικα, που
προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή και χρησιμοποιείται για
θέρμανση, φορολογείται με βάση το συντελεστή του αντίστοιχου πετρελαιοειδούς
προϊόντος της παραπάνω παραγράφου 1.
Εξαιρούνται ο άνθρακας, ο λιγνίτης, η τύρφη, άλλοι
παρόμοιοι στερεοί υδρογονάνθρακες και το φυσικό αέριο.
6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
1. Οι συντελεστές του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης στα παρακάτω ενεργειακά προϊόντα ορίζονται ως ακολούθως:
2. Για την εφαρμογή των περιπτώσεων ζ΄,
ια΄, στ΄, ι΄, ιγ΄, ιστ΄, ιδ΄, ιζ΄, ιθ΄ και ειδικότερα:
α) Για την εφαρμογή των παραπάνω
περιπτώσεων ζ΄ για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) και ια΄ για το
φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης για τη χρονική περίοδο από την 15η
Οκτωβρίου μέχρι και την 30ή Απριλίου κάθε έτους,
ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε είκοσι
ένα (21) ευρώ το χιλιόλιτρο.
Στην περίπτωση που οι παραπάνω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες
ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη
για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη.
β) Για την εφαρμογή των διατάξεων των παραπάνω περιπτώσεων στ΄, ι΄,
ιγ΄ και ιστ΄, ως καύσιμα κινητήρων θεωρούνται τα καύσιμα που
χρησιμοποιούνται σε μηχανές ή συσκευές στις οποίες η χημική
ενέργεια του καυσίμου μέσω της καύσης μετατρέπεται σε θερμική
ενέργεια και εν συνεχεία σε κινητική ενέργεια, ενώ για την εφαρμογή
των διατάξεων των παραπάνω περιπτώσεων ζ΄, ια΄, ιδ΄, ιζ΄ και ιθ΄, ως
καύσιμα θέρμανσης θεωρούνται τα προοριζόμενα να χρησιμοποιηθούν
αποκλειστικά και μόνο για τη λειτουργία κεντρικών συστημάτων
θέρμανσης (καλοριφέρ) ή άλλων μέσων για τη θέρμανση ανθρώπων στους
χώρους κατοικίας, διαμονής ή εργασίας τους.
3. Για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα, που φορολογούνται με βάση το
χιλιόλιτρο, λαμβάνεται υπόψη θερμοκρασία προϊόντος
15°C.
4. Τα ενεργειακά προϊόντα, πλην εκείνων για τα οποία καθορίζεται
συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στον παρόντα Κώδικα,
όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ή να διατεθούν προς πώληση ή
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων ή ως καύσιμα θέρμανσης,
φορολογούνται, αναλόγως της χρήσης, με το συντελεστή του ισοδυνάμου
καυσίμου κινητήρων ή καυσίμου θέρμανσης.
5. Εκτός από τα προϊόντα του
άρθρου 72 του παρόντα Κώδικα, κάθε
προϊόν, το οποίο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ή
διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως
καύσιμο κινητήρων ή ως πρόσθετο ή αυξητικό του τελικού όγκου του καυσίμου
κινητήρων, φορολογείται με το συντελεστή του
ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων.
6. Κάθε υδρογονάνθρακας, εκτός της τύρφης, ο οποίος δεν αναφέρεται
στο άρθρο 72 του παρόντα Κώδικα που πρόκειται να
χρησιμοποιηθεί ή διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται για θέρμανση,
φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου
ενεργειακού προϊόντος της παραπάνω παραγράφου 1.
7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται
κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου
αυτού.- αντικαταστάθηκε ως άνω με το αρθρ.1 παρ. 3 του ν.
3336/2005
Αρχή
Άρθρο 74
Ειδικές περιπτώσεις απαιτητού του φόρου
1. Εκτός από τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα που καθορίζουν τη
γενεσιουργό αιτία και τους όρους καταβολής του φόρου, ο Ειδικός
Φόρος Κατανάλωσης των ενεργειακών προϊόντων καθίσταται απαιτητός και
στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5
του προηγούμενου άρθρου.
2. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης των ενεργειακών προϊόντων και της
ηλεκτρικής ενέργειας καθίσταται απαιτητός και στις περιπτώσεις
που διαπιστώνεται ότι δεν πληρούται ή δεν πληρούται πλέον κάποιος
όρος τελικής χρήσης για την απαλλαγή ή την εφαρμογή μειωμένου
συντελεστή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.
3. Για την εφαρμογή των
άρθρων 54 και
56 του παρόντα Κώδικα, η
ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο
Κατανάλωσης και ο φόρος καθίσταται απαιτητός κατά τη στιγμή της
προμήθειάς τους από το διανομέα ή τον αναδιανομέα.
Όταν η παράδοση προς κατανάλωση λαμβάνει χώρα σε κράτος μέλος όπου δεν είναι
εγκατεστημένος ο διανομέας ή ο αναδιανομέας, ο
φόρος του κράτους μέλους παράδοσης είναι απαιτητός από εταιρεία που
πρέπει να καταγραφεί στο κράτος μέλος παράδοσης σύμφωνα
με τις διαδικασίες που ορίζονται στο κράτος αυτό.
Ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παράγει ηλεκτρική ενέργεια για δική του
χρήση θεωρείται ως διανομέας.
4. Για την εφαρμογή των
άρθρων 54 και
56 του παρόντα Κώδικα, ο
άνθρακας, ο οππτάνθρακας και ο λιγνίτης υπόκεινται
σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και ο φόρος καθίσταται
απαιτητός κατά τη στιγμή της παράδοσής τους από επιχειρήσεις, οι οποίες
πρέπει να εγγράφονται σε μητρώο για το σκοπό
αυτόν, από τις αρμόδιες αρχές.
Οι αρχές αυτές δύνανται να επιτρέψουν στον παραγωγό, στον έμπορο, στον
εισαγωγέα ή στον φορολογικό εκπρόσωπο να υποκαθιστούν
την εγγεγραμμένη επιχείρηση για τις φορολογικές υποχρεώσεις οι οποίες
της επιβάλλονται.
5. Οι όροι και οι διατυπώσεις εφαρμογής των διατάξεων των
προηγούμενων παραγράφων 3 και 4 καθορίζονται με απόφαση του
Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
6. Η κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων εντός μίας εγκατάστασης
παραγωγής ενεργειακών προϊόντων δεν θεωρείται ως γενεσιουργός
αιτία επιβολής φόρου, εάν η κατανάλωση συνίσταται σε ενεργειακά
προϊόντα που παράγονται εντός της εγκατάστασης.
Όταν η κατανάλωση αυτή γίνεται για λόγους άσχετους
προς την παραγωγή ενεργειακών προϊόντων και ειδικότερα για την προώθηση
οχημάτων, αυτό θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία
επιβολής του φόρου.- αντικαταστάθηκε ως άνω με το αρθρ. 1 παρ. 4 του
ν. 3336/2005
Αρχή
Άρθρο 75
Κανονικές δεξαμενές καυσίμων και ειδικά
εμπορευματοκιβώτια
1. Τα ενεργειακά προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε ένα άλλο
κράτος μέλος και τα οποία περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές
καυσίμων εμπορικών οχημάτων με κινητήρα και πρόκειται να
χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα από τα εν λόγω οχήματα, καθώς και σε ειδικά
εμπορευματοκιβώτια, και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τη
λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων με τα οποία
είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια, δεν υπόκεινται στον Ειδικό
Φόρο Κατανάλωσης του άρθρου 73 του παρόντα Κώδικα.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου νοούνται ως «κανονικές
δεξαμενές καυσίμων»:
-
Οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής τοποθετεί
μονίμως σε όλα τα οχήματα με κινητήρα του ίδιου τύπου με το εξεταζόμενο
όχημα και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων
επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την κίνηση
των οχημάτων όσο και, ενδεχομένως, για τη
λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων
συστημάτων. Θεωρούνται επίσης ως κανονικές
δεξαμενές καυσίμων οι δεξαμενές υγραερίου, που είναι τοποθετημένες σε
οχήματα με κινητήρα και επιτρέπουν την απευθείας χρησιμοποίηση
του υγραερίου ως καυσίμου, καθώς και οι δεξαμενές που είναι τοποθετημένες
σε άλλα συστήματα με τα οποία μπορεί να είναι
εξοπλισμένο το όχημα.
-
Οι δεξαμενές καυσίμων που ο κατασκευαστής
τοποθετεί μονίμως σε όλα τα εμπορευματοκιβώτια του ίδιου τύπου με τον τύπο
του εξεταζόμενου εμπορευματοκιβωτίου και η
μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του
καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της
μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων με τα οποία είναι
εξοπλισμένα τα ειδικά εμπορευματοκιβώτια.
3. Ως «ειδικά εμπορευματοκιβώτια»
νοούνται τα εμπορευματοκιβώτια που διαθέτουν ειδικά σχεδιασμένο εξοπλισμό
για συστήματα ψύξης, συστήματα οξυγόνωσης,
συστήματα θερμομόνωσης ή άλλα συστήματα.- αντικαταστάθηκε ως άνω με το
αρθρ. 1 παρ. 5 του ν. 3336/2005
Αρχή
Άρθρο 76
Παραγωγή ενεργειακών προϊόντων
1. Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του
άρθρου
54, της περίπτωσης α΄ του
άρθρου 55 και της περίπτωσης β΄
της παραγράφου 1 του
άρθρου 56 του παρόντα Κώδικα, ως παραγωγή
θεωρείται κατά περίπτωση και η εξόρυξη.
2. Δεν χαρακτηρίζονται ως παραγωγή ενεργειακών προϊόντων:
α) οι διεργασίες κατά τις οποίες
παράγονται παρεμπιπτόντως μικρές ποσότητες ενεργειακών προϊόντων,
β) οι διεργασίες δια των οποίων ο χρήστης ενός ενεργειακού
προϊόντος καθιστά δυνατή την εκ νέου χρησιμοποίησή του στην επιχείρησή
του, υπό τον όρο ότι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, ο οποίος έχει ήδη
καταβληθεί για το προϊόν αυτό, δεν υπολείπεται του φόρου, ο
οποίος θα ήταν απαιτητός εάν το εκ νέου χρησιμοποιηθέν ενεργειακό
προϊόν επρόκειτο να υποβληθεί ξανά σε φορολογία,
γ) η διεργασία η οποία συνίσταται στην ανάμιξη, εκτός μιας
εγκατάστασης παραγωγής ή μιας αποθήκης υπό
φορολογικό έλεγχο, ενεργειακών προϊόντων με άλλα
ενεργειακά προϊόντα ή άλλα υλικά, υπό τον όρο ότι:
Η προϋπόθεση που αναφέρεται στην πρώτη
υποπερίπτωση της περίπτωσης γ΄ δεν ισχύει όταν το μείγμα απαλλάσσεται για
ειδική χρήση. - αντικαταστάθηκε ως άνω με
το αρθρ. 1 παρ 6 του ν. 3336/2005
Αρχή
Άρθρο 77
Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής του φόρου
1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης που έχει ήδη καταβληθεί για ενεργειακά
προϊόντα που έχουν μολυνθεί ή έχουν αναμειχθεί τυχαία και
συνεπεία του γεγονότος αυτού κατέστησαν ακατάλληλα να χρησιμοποιηθούν
για το σκοπό που προορίζονταν, επιστρέφεται ή
συμψηφίζεται, εφόσον τα προϊόντα αυτά επανεισάγονται στη φορολογική αποθήκη
για ανακύκλωση.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι
όροι και οι διατυπώσεις εφαρμογής των διατάξεων της
προηγούμενης παραγράφου.- αντικαταστάθηκε ως άνω με το αρθρ. 1
παρ 7 του ν. 3336/2005
Αρχή
Άρθρο 78
Ειδικές απαλλαγές
1. Εκτός από τις απαλλαγές, που προβλέπονται από το
άρθρο 68,
απαλλάσσονται επίσης:
α) Τα πετρελαιοειδή προϊόντα του
άρθρου 72 του παρόντα Κώδικα για τα
οποία δεν ορίζεται συντελεστής με το
άρθρο 73 του παρόντα Κώδικα,
εφόσον δεν χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κίνησης ή θέρμανσης.
β) Τα πετρελαιοειδή προϊόντα, τα οποία παραλαμβάνονται με σκοπό τον
εφοδιασμό αεροσκαφών που εκτελούν αεροπορικές μεταφορές, με εξαίρεση τα
πετρελαιοειδή προϊόντα, τα οποία προορίζονται για τον εφοδιασμό
αεροσκαφών που εκτελούν ιδιωτικές πτήσεις αναψυχής.
Ως "ιδιωτική τπήση αναψυχής" νοείται η χρησιμοποίηση αεροσκάφους από
τον ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει τη χρήση
του με σύμβαση μίσθωσης ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, από το φυσικό ή
νομικό πρόσωπο, το οποίο το χρησιμοποιεί για μη εμπορικούς σκοπούς και
ειδικότερα, όταν δεν το χρησιμοποιεί για τη με ταφορά επιβατών ή
εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών με αντάλλαγμα ή για τους
σκοπούς του Δημοσίου,
γ) Τα πετρελαιοειδή προϊόντα που παραλαμβάνονται για να
χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τους σκοπούς της ναυσιπλοιας στα ύδατα
της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, (Ε.Ε.)συμπεριλαμβανομένης και της
επαγγελματικής αλιείας, εκτός από την περίπτωση, χρησιμοποίησής τους σε
ιδιωτικά σκάφη αναψυχής.
Ως "ιδιωτικό σκάφος" αναψυχής νοείται οποιοδήποτε σκάφος, το οποίο
χρησιμοποιείται από τον ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το
οποίο έχει τη χρήση του με σύμβαση μίσθωσης ή με οποιονδήποτε άλλο
τρόπο ή για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα όταν δεν
χρησιμοποιείται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την
παροχή υπηρεσιών με αντάλλαγμα ή για σκοπούς του Δημοσίου,
δ) Τα πετρελαιοειδή προϊόντα που παραλαμβάνονται από τις 'Ενοπλες
Δυνάμεις.
ε) Τα πετρελαιοειδή προϊόντα που εγχέονται στις υψικαμίνους με σκοπό
να διευκολυνθεί η χημική διεργασία αναγωγής, σε συνδυασμό με το κωκ που
χρησιμοποιείται ως κύριο καύσιμο.
στ) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης DIESEL που υπάγεται στους
κωδικούς Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) 27.10.00.66,00 και
27.10,00.67.00 και προορίζεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά ως
ηλεκτρομονωτικό υλικό ηλεκτρικών μετασχηματιστών.
ζ) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που υπάγεται στους Kωδικούς
Συνδυασμένης Oνοματολογίας (Σ.Ο.) 27.10.00.66.00 και 27.10.00.67.00 που
παραλαμβάνεται από βιομηχανίες ή βιοτεχνίες και προορίζεται να
χρησιμοποιηθεί
αποκλειστικά ως πρώτη ύλη για την παραγωγή των προϊόντων τους.
Bιομηχανίες ή βιοτεχνίες που μέχρι της ισχύος του παρόντος νόμου
παρελάμβαναν
το προϊόν αυτό με απαλλαγή από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, με έγκριση των
αρμόδιων αρχών, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1038/19θΟ (ΦΕΚ 67 Α΄), δεν
υποχρεούνται στην καταβολή του φόρου αυτού, εφόσον ύστερα από έλεγχο διαπιστωθεί
η νόμιμη χρησιμοποίησή του. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης που τυχόν έχει
καταβληθεί δεν επιστρέφεται.
2. Ειδικά για τα πετρελαιοειδή προϊόντα που χρησιμοποιούνται στις
παρακάτω περιπτώσεις, οι συντελεστές του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) ορίζονται, ως εξής:
ΕΙΔΟΣ |
ΚΩΔ.Σ.Ο. |
ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΕΥΡΩ
|
ΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ |
α) Βενζίνη για γεωργικές χρήσεις
άρθρου 16 του ν.3686/1957 (ΦΕΚ 64 Α) και δασικών συνεταιρισμών άρθρου 5
του ν.827/1978 (ΦΕΚ 194 Α) |
27.10.00.34 και 27.10.00.36 |
299 |
χιλιόλιτρο |
β) Υγραέρια και μεθάνιο που
παραλαμβάνονται απευθείας από βιομηχανίες, προκειμένου να
χρησιμοποιηθούν αποκλειστικό ως καύσιμη ύλη (άρθρο 2 του
ν.δ.4359/1964 (ΦΕΚ 147Α') |
ΕΧ
27.11.12.11έως
ΕΧ
27.11.19.00 και
ΕΧ
27.11.29.00 |
0,29 |
μετρ.τόνος |
γ) Βενζίνη εκχύλισης (εξάνιο) που
παραλαμβάνεται με τους όρους των διατάξεων του β.δ. 57/1967 (ΦΕΚ 14 Α') |
ΕΧ 27.10.00.25 |
17 |
μετρ.τόνος |
δ) Υγραέρια και μεθάνιο που
χρησιμοποιείται στη γεωργία |
ΕΧ
27.11.12.11έως και
ΕΧ
27.11.19.00 και
ΕΧ
27.11.29.00 |
0,29 |
μετρ.τόνος |
ε) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL)
κίνησης που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παραγωγή ηλεκτρικού
ρεύματος. |
ΕΧ 27.10.00.66 |
120 |
χιλιόλιτρο |
στ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL)
που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη γεωργία, στις καλλιέργειες
οπωροκηπευτικών, στις ιχθυοκαλλιέργειες και στη δασοκομία. |
ΕΧ 27.10.00.67 |
21 |
χιλιόλιτρο |
3. Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης του κωδικού Σ.Ο.
27.10.00.66 που χρησιμοποιείται από τις βιομηχανικές και βιοτεχνικές
επιχειρήσεις στους κινητήρες σταθερής θέσης, στα μηχανήματα και μηχανολογικό
εξοπλισμό και στα οχήματα που σύμφωνα με τον προορισμό τους χρησιμοποιούνται
εκτός οδικών αξόνων ή δεν έχουν λάβει άδεια κύριας χρήσης στις δημόσιες
οδούς, καθώς και από τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τα δημόσια και
ιδιωτικά νοσηλευτικά και προνοιακά ιδρύματα, ο συντελεστής Ε.Φ.Κ. ορίζεται
σε
120 ευρώ το χιλιόλιτρο.
Στις επιχειρήσεις αυτές επιστρέφεται η διαφορά του ποσού του Ε.Φ.Κ. που
υπολογίζεται με βάση το συντελεστή της περίπτωσης στ' της παραγράφου 1 του
άρθρου 73 του νόμου αυτού και του συντελεστή των 120 ευρώ ανά χιλιόλιτρο.
4. Με την επιφύλαξη άλλων Κοινοτικών και Εθνικών Διατάξεων οι
παρεχόμενες με τις προηγούμενες παραγράφους 1 και 2 απαλλαγές ή
μειώσεις του συντελεστή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.),
εφαρμόζονται ανάλογα και σε προϊόντα άλλα από εκείνα που αναφέρονται
στο άρθρο 72 του παρόντα Κώδικα, εφόσον αυτά χρησιμοποιούνται ως
υποκατάστατα πετρελαιοειδών, προορίζονται για τις ίδιες με τα προϊόντα
που υποκαθιστούν χρήσεις και τελούν υπό φορολογικό έλεγχο για τη
διαπίστωση της νόμιμης χρησιμοποίησής τους.
5. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η
διαδικασία επιστροφής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και ο τρόπος
ελέγχου της νόμιμης χρησιμοποίησης του πετρελαίου για το οποίο χορηγείται
επιστροφή του φόρου αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενης παραγράφου
1. Εκτός από τις απαλλαγές που προβλέπονται από το
άρθρο 68,
απαλλάσσονται επίσης:
α) Ενεργειακά προϊόντα που
παραλαμβάνονται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τις
αεροπορικές μεταφορές εκτός των ιδιωτικών
πτήσεων αναψυχής.
Ως «ιδιωτική πτήση αναψυχής» νοείται η χρησιμοποίηση αεροσκάφους από τον
ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο
το χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, για
μη εμπορικούς σκοπούς, και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη
μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι
αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.
β) Ενεργειακά προϊόντα που παραλαμβάνονται προκειμένου να
χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τη ναυσιπλοΐα στα
ύδατα της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της
επαγγελματικής αλιείας, εκτός από την περίπτωση χρησιμοποίησής τους σε
ιδιωτικά σκάφη αναψυχής, και ηλεκτρική ενέργεια
που παράγεται επί ενός σκάφους αναψυχής.
Ως «ιδιωτικά σκάφη αναψυχής» νοούνται οποιαδήποτε σκάφη που
χρησιμοποιούνται από τον ιδιοκτήτη τους ή από το φυσικό ή νομικό
πρόσωπο το οποίο τα χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιονδήποτε
άλλον τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς, και ειδικότερα όταν
δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την
παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων
αρχών.
γ) Τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που
παραλαμβάνονται από τις Εθνικές Ένοπλες Δυνάμεις.
δ) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που υπάγεται στους
κωδικούς της Σ.Ο. 2710 19 41 και 2710 19 45 και προορίζεται να
χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά ως ηλεκτρομονωτικό υλικό ηλεκτρικών
μετασχηματιστών.
ε) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που υπάγεται στους
κωδικούς της Σ.Ο. 2710 19 41 και 2710 19 45 που
παραλαμβάνεται από βιομηχανίες ή βιοτεχνίες και
προορίζεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά ως πρώτη ύλη για την παραγωγή
των προϊόντων τους.
στ) Τα προϊόντα των περιπτώσεων κβ΄ και κγ΄ του άρθρου 73, που
προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από τις
βιομηχανίες ή βιοτεχνίες ως πρώτες ύλες για την
παραγωγή των προϊόντων τους.
2. Ειδικά για τα ενεργειακά προϊόντα που
χρησιμοποιούνται στις παρακάτω περιπτώσεις, οι συντελεστές του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης ορίζονται ως εξής:
3. Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL)
του κωδικού της Σ.Ο. 2710 19 41 που χρησιμοποιείται από τις βιομηχανικές και
βιοτεχνικές επιχειρήσεις στους κινητήρες σταθερής θέσης, στα
μηχανήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό και στα οχήματα που σύμφωνα
με τον προορισμό τους χρησιμοποιούνται εκτός δημοσίων οδών ή δεν
έχουν λάβει άδεια κύριας χρήσης στις δημόσιες οδούς, καθώς και
από τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τα δημόσια και ιδιωτικά
νοσηλευτικά και προνοιακά ιδρύματα, ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης ορίζεται σε 120 ευρώ το χιλιόλιτρο.
Στις επιχειρήσεις αυτές επιστρέφεται η διαφορά του ποσού του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης που υπολογίζεται με βάση το συντελεστή
της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του
άρθρου 73 του παρόντα Κώδικα και του
συντελεστή των 120 ευρώ ανά χιλιόλιτρο.
4. Με την επιφύλαξη άλλων Κοινοτικών και Εθνικών Διατάξεων οι
παρεχόμενες με τις προηγούμενες παραγράφους 1 και
2 απαλλαγές ή μειώσεις του συντελεστή Ειδικού
Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) εφαρμόζονται ανάλογα και σε προϊόντα άλλα
από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 72 του
παρόντα Κώδικα, εφόσον αυτά χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα ενεργειακών
προϊόντων, προορίζονται για τις ίδιες με τα προϊόντα που υποκαθιστούν
χρήσεις και τελούν υπό φορολογικό έλεγχο για τη διαπίστωση της νόμιμης
χρησιμοποίησής τους.
5. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η
διαδικασία επιστροφής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και
ο τρόπος ελέγχου της νόμιμης χρησιμοποίησης του πετρελαίου για το
οποίο χορηγείται επιστροφή του φόρου αυτού, σύμφωνα με τις
διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 3.
Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του
παρόντος άρθρου, καθώς και ο τρόπος ελέγχου της
νόμιμης χρησιμοποίησης των παραλαμβανόμενων με μερική ή ολική απαλλαγή
προϊόντων.- αντικαταστάθηκε ως άνω με το αρθρ. 1 παρ 8 του ν.
3336/2005
Αρχή
ΤΜΗΜΑ Β'
ΑΛΚΟΟΛΗ - ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ
Άρθρο 79
Γενικές διατάξεις
Αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά στα οποία επιβάλλεται Ειδικός Φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53
του παρόντα Κώδικα, θεωρούνται:
α) η αιθυλική αλκοόλη,
β) η μπύρα,
γ) τα ενδιάμεσα προϊόντα,
δ) το κρασί,
ε) τα παρασκευαζόμενα ποτά με ζύμωση, εκτός από το κρασί και την
μπύρα.
Αρχή
Άρθρο 80
Αιθυλική αλκοόλη
Ο όρος αιθυλική αλκοόλη του άρθρου 79 του παρόντα
Κώδικα περιλαμβάνει:
α) όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του
1,2% νοl., τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.07 και 22.08,
ακόμη και όταν τα εν λόγω προϊόντα αποτελούν μέρος προϊόντος
υπαγόμενου σε άλλο κεφάλαιο της Συνδυασμένης Ονοματολογίας,
β) τα προϊόντα των κωδικών Σ.Ο. 22.04, 22.05 και 22.06 με αποκτημένο
ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 22% νοl.,
γ) τα αλκοολούχα ποτά που περιέχουν ακέραια
προϊόντα ή άλλα φυτικά προϊόντα σε διάλυμα.
Αρχή
Άρθρο 81
Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης Καθορισμός του ύψους αυτού
1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης,
καθορίζεται ανά εκατόλιτρο (ΗL) άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης θερμοκρασίας
20ο C και υπολογίζεται με βάση τον αριθμό εκατολίτρων άνυδρης αιθυλικής
αλκοόλης.
2. Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής
αλκοόλης καθορίζεται σε εννιακόσια οκτώ (908) ευρώ ανά εκατόλιτρο
άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.
Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης καθορίζεται σε χίλια ενενήντα
(1.090) ευρώ ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής
αλκοόλης.- αντικαταστάθηκε ως άνω με το αρθρ. 12 παρ.3 α. του ν.3336/2005
3. Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) συντελεστής
Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης, έναντι του
ισχύοντος κανονικού συντελεστή, για την αιθυλική αλκοόλη που
προορίζεται για την παρασκευή ούζου ή που περιέχεται στο τσίπουρο και
την τσικουδιά.
Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε τετρακόσια
πενήντα τέσσερα (454) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.
Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα
τοις εκατό (50%) συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής
αλκοόλης, έναντι του ισχύοντος κανονικού
συντελεστή, για την αιθυλική αλκοόλη που προορίζεται για την παρασκευή ούζου
ή που περιέχεται στο τσίπουρο και την τσικουδιά.
Ο
μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε πεντακόσια σαράντα πέντε (545) ευρώ
ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.- αντικαταστάθηκε ως άνω με το
αρθρ. 12 παρ.3 β. του ν.3336/2005
Ο κατά τα παραπάνω μειωμένος συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) εφαρμόζεται και στην περιοχή Δωδεκανήσου για την αιθυλική
αλκοόλη που περιέχεται και στα λοιπά, πλην των παραπάνω, αλκοολούχα
ποτά ή άλλα αλκοολούχα προϊόντα, τα οποία αποκτώνται από τα άλλα Κράτη
- Μέλη της Κοινότητας, αποστέλλονται από φορολογική αποθήκη της λοιπής
Ελλάδος ή εισάγονται στην περιοχή αυτή από τρίτες χώρες.
Η ίδια μείωση του φόρου ισχύει και για την αιθυλική αλκοόλη που
χρησιμοποιείται στην περιοχή αυτή για την παραγωγή των παραπάνω ποτών
και προϊόντων.
Οι όροι και προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας
παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Αρχή
Άρθρο 82
Φορολόγηση τσίπουρου ή τσικουδιάς
διημέρων οινοπνευματοποιών Α' κατηγορίας
1. Το τσίπουρο ή η τσικουδιά που παρασκευάζεται από απόσταγμα στεμφύλων σταφυλιών και λοιπών επιτρεπόμενων υλών από τους Διήμερους
οινοπνευματοποιούς Α' κατηγορίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα
των νόμων περί "φορολογίας οινοπνεύματος", υπόκειται σε εφάπαξ η κατ'
αποκοπή φορολόγηση πενήντα εννέα λεπτών (0,59) ευρώ ανά χιλιόγραμμο
έτοιμου προϊόντος.
2. Η καταβολή του φόρου γίνεται κατά την έκδοση της άδειας απόσταξης,
με βάση τη δήλωση του δικαιούχου για την ποσότητα των στεμφύλων ή άλλων
επιτρεπόμενων υλών που πρόκειται να αποστάξει και την ποσότητα του τσίπουρου ή
της τσικουδιάς που θα παραχθεί
3. Η διάθεση στην κατανάλωση του ανωτέρω
προϊόντος γίνεται χωρίς τοπικούς και χρονικούς περιορισμούς, με την έκδοση των
προβλεπόμενων από την ισχύουσα νομοθεσία φορολογικών στοιχείων.
Αρχή
Άρθρο 83
Απαλλαγές από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης
αιθυλικής και ισοπροπυλικής αλκοόλης
1. Τα προϊόντα του άρθρου 80 του παρόντα Κώδικα απαλλάσσονται του
Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ,) αιθυλικής αλκοόλης, στις παρακάτω
περιπτώσεις:
α) όταν διανέμονται με τη μορφή αιθυλικής
αλκοόλης, η οποία έχει υποστεί πλήρη μετουσίωση, σύμφωνα με τις ισχύουσες
διατάξεις περί μετουσίωσης,
β) όταν έχουν υποστεί μετουσίωση, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της
Ελληνικής Νομοθεσίας ή της νομοθεσίας άλλου Κράτους - Μέλους και
χρησιμοποιούνται για την παρασκευή οποιουδήποτε προϊόντος που δεν
προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση (παραγωγή ποτών) ,
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται σύμφωνα με τις
εκάστοτε ισχύουσες Κοινοτικές Διατάξεις, μετά από εισήγηση της αρμόδιας
Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους, καθορίζεται το είδος και το
ποσοστό των χρησιμοποιούμενων μετουσιωτικών της αιθυλικής αλκοόλης,
γ) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ξυδιού σύμφωνα με τον
ορισμό του κωδικού Σ,Ο. 22.09,
δ) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή φαρμάκων, όπως αυτά
ορίζονται στην αριθ, Α6α/9392/91/ 10.03.1992 (ΦΕΚ 233 Β) κοινή απόφαση
των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών
Ασφαλίσεων,
ε) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αρωματικών ουσιών που
προορίζονται για την παραγωγή ειδών διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών,
με ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μέχρι και 1 ,2% νοl.,
στ) όταν χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ή ως συστατικά ημιτελών
προϊόντων γιά την παραγωγή ειδών διατροφής, γεμιστών ή όχι, εφόσον σε
κάθε περίπτωση η περιεχόμενη αιθυλική αλκοόλη δεν υπερβαίνει τα 8,5
λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά 100 χιλιόγραμμα προϊόντος για τις
σοκολάτες και τα 5,5 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά 100
χιλιόγραμμα προϊόντος, για άλλα προϊόντα,
ζ) όταν χρησιμοποιούνται ως δείγματα για
αναλύσεις για τη διεξαγωγή των αναγκαίων δοκιμών παραγωγής ή για επιστημονικούς
σκοπούς,
η) όταν χρησιμοποιούνται για σκοπούς
επιστημονικής έρευνας,
θ) όταν χρησιμοποιούνται στα νοσοκομεία, θεραπευτήρια, κλινικές,
νοσηλευτικά ιδρύματα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, για ιατρικούς
σκοπούς,
ι) Όταν χρησιμοποιούνται για τον ψεκασμό αρτοσκευασμάτων και
παραλαμβάνονται
από βιομηχανίες ή βιοτεχνίες που διαθέτουν αυτόματα μηχανήματα ψεκασμού των
αρτοσκευασμάτων αυτών.
2. Απαλλάσσεται του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) η ισοπροπυλική
αλκοόλη, η οποία προορίζεται για φαρμακευτική χρήση, καθώς και εκείνη
που κατόπιν μετουσιώσεως προορίζεται για βιομηχανικές ή βιοτεχνικές
χρήσεις.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι ποσότητες,
οι όροι και οι διατυπώσεις των απαλλαγών από τον Ειδικό Φόρο
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής και ισοπροπυλικής αλκοόλης, για τις περιπτώσεις
(ζ), (η) και (θ) της παραγράφου 1 και της παραγράφου 2, καθώς και κάθε
λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
Αρχή
Άρθρο 84
Ενσημες ταινίες φορολογίας αλκοολούχων ποτών
1. Στα αλκοολούχα ποτά που παράγονται στο εσωτερικό της χώρας,
προέρχονται από άλλα Κράτη - Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε. Ε,) ή
εισάγονται από τρίτες χώρες και προορίζονται να καταναλωθούν σε άμεση
συσκευασία λιανικής πώλησης στο εσωτερικό της χώρας και στα οποία
επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), επικολλώνται ένσημες ταινίες
φορολογίας.
2. Η επικόλληση των ταινιών αυτών γίνεται στους χώρους παραγωγής και
διασφαλίζει την καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που αναλογεί στο
προϊόν.
3. Οι ταινίες αυτές χορηγούνται: - στους
εγκεκριμένους αποθηκευτές και εγγεγραμμένους επιτηδευματίες, προκειμένου να
επικολληθούν σε αλκοολούχα ποτά προερχόμενα από άλλο Κράτος - Μέλος ή σε
εισαγωγείς προκειμένου για ποτά από τρίτες χώρες. - στους εγκεκριμένους
αποθηκευτές ή ποτοποιούς, προκειμένου να επικολληθούν σε αλκοολούχα ποτά
εγχώριας παραγωγής. - στους κατά το άρθρο 114 του παρόντα Κώδικα εγκεκριμένους
φορολογικούς εκπροσώπους εγκεκριμένων αποθηκευτών άλλων Κρατών - Μελών.
4. Από την υποχρέωση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου
εξαιρούνται τα προϊόντα που εισάγονται από φυσικά πρόσωπα και
προορίζονται για ατομική χρήση υπό τους όρους και προϋποθέσεις που
καθορίζονται από τις κείμενες διατάξεις.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
δύναται να εξαιρούνται ορισμένα προϊόντα από την υποχρέωση επικόλλησης ενσήμων
ταινιών φορολογίας.
6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται η αξία
(κόστος), ο τύπος και οι προδιαγραφές των ενσήμων ταινιών φορολογίας,
η διαδικασία χορήγησης, η ημερομηνία έναρξης επικόλλησης αυτών, καθώς
και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
Αρχή
Άρθρο 85
Καταστροφή ενσήμων ταινιών φορολογίας
Ενσημες ταινίες φορολογίας που υφίστανται βλάβη ή φθορά κατά την
επικόλλησή τους ή καθίσταται αδύνατη η επικόλλησή τους από άλλη αιτία
στα προϊόντα για τα οποία προορίζονται, καθώς και αυτές που είναι
κακέκτυπες καταστρέφονται ενώπιον Επιτροπής η οποία συγκροτείται με
εισήγηση της αρμόδιας Αρχής και απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και
αντικαθίστανται σύμφωνα με όσα ειδικότερα καθορίζονται στην απόφαση
αυτή,.
Σε περίπτωση που η παραπάνω βλάβη ή φθορά των ενσήμων ταινιών
φορολογίας από άλλη αιτία, οφείλεται κατά την κρίση της Επιτροπής, σε
υπαιτιότητα του παραλήπτη, η αντικατάστασή τους γίνεται με την καταβολή
του αντιτίμου αυτών.
Αρχή
Άρθρο 86
Ορισμός μπύρας
Μπύρα θεωρείται κάθε προϊόν αλκοολικού τίτλου μεγαλύτερου του 0,5 νοl., που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 22,03, καθώς και κάθε προϊόν, το
οποίο είναι μίγμα μπύρας με μη αλκοολούχα ποτά, τα οποία υπάγονται στον
κωδικό Σ.Ο. 22,06.
Αρχή
Άρθρο 87
Τρόπος υπολογισμού και συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
1.
α) Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των προϊόντων του άρθρου
86του παρόντα Κώδικα καθορίζεται με βάση τον αριθμό των εκατόλιτρων της
μπύρας και τους βαθμούς ΡLΑΤΟ κατά όγκο.
β) Σε περίπτωση που οι βαθμοί ΡLΑΤΟ της μπύρας δεν αντιστοιχούν σε
ακέραιο αριθμό, για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
(Ε.Φ.Κ.) το κλασματικό μέρος στρογγυλοποιείται στον πλησιέστερο ακέραιο
αριθμό και συγκεκριμένα, εφόσον το κλάσμα είναι μικρότερο του μισού
(0,5), στρογγυλοποιείται στο μικρότερο ακέραιο αριθμό, ενώ εάν είναι
ίσο ή μεγαλύτερο του μισού (0,5), στρογγυλοποιείται στο μεγαλύτερο
ακέραιο αριθμό,
γ) Με αποφάσεις του γπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος
προσδιορισμού των βαθμών ΡLΑΤΟ της μπύρας, καθώς και κάθε λεπτομέρεια
για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
2. Ο φόρος αυτός ορίζεται σε ένα ευρώ και δεκατρία λεπτά (1,13) ανά
βαθμό ΡLΑΤΟ κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας,
3. Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) συντελεστής Ειδικού
Φόρου Κατανάλωσης μπύρας, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή, για την
μπύρα που παράγεται στη χώρα μας ή στα άλλα Κράτη - Μέλη της Ευρωπαϊκής
Ένωσης από ανεξάρτητα μικρά ζυθοποιεία, εφόσον η παραγωγή τους δεν
υπερβαίνει
τα 200,000 εκατόλιτρα μπύρας ετησίως.
Για την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ο όρος "ανεξάρτητο μικρό
ζυθοποιείο" σημαίνει το ζυθοποιείο, το οποίο πληροί τις εξής προϋποθέσεις:
-είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητο από οποιοδήποτε όλλο,
-χρησιμοποιεί δικές του εγκαταστάσεις και
-δεν λειτουργεί βάσει άδειας εκμεταλλεύσεως άλλου
επιτηδευματία.
Θεωρούνται επίσης ως ένα και μόνο ανεξάρτητο μικρό
ζυθοποιείο δύο ή περισσότερα μικρά ζυθοποιεία όταν αυτά συνεργάζονται και η
συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα 200.000 εκατόλιτρα μπύρας.
Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε πενήντα επτά λεπτά (0,57) ευρώ
ανά βαθμό Plato κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.
Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζονται
με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Oικονομικών".
Αρχή
Άρθρο 88
Ενδιάμεσα προϊόντα
1. Ενδιάμεσα προϊόντα του άρθρου 79 του παρόντα Κώδικα νοούνται όλα
τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% νοl,
μέχρι και 22% νοl τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο, 22,04, 22.05
και 22.06 και τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 86,
90 και 92 του παρόντα Κώδικα.
2, Επίσης στην κατηγορία των ενδιάμεσων προϊόντων υπάγεται κάθε απλό
ποτό προερχόμενο από ζύμωση, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του
άρθρου 92 και το οποίο έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του 5,5% νοl η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση,
καθώς και κάθε αφρώδες ποτό προερχόμενο από ζύμωση που εμπίπτει στο
πεδίο εφαρμογής του άρθρου 92 του παρόντα Κώδικα, έχει αποκτημένο
αλκοολικό τίτλο άνω του 8,5% νοl η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ
ολοκλήρου από ζύμωση.
Αρχή
Άρθρο 89
Συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.
Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που επιβάλλεται
στα προ.ίόντα του προηγούμενου άρθρου ορίζεται σε σαράντα πέντε (45)
ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, με εξαίρεση τα προϊόντα που
ορίζονται στα σημεία 5, 6 και 7 του μέρους ΙΒ του Παραρτήματος γι του
Κανονισμού ΕΚ του Συμβουλίου αριθμός 1493/1999 (ΕΕL 179/14.7.1999), για
τα οποία ο συντελεστής ορίζεται σε είκοσι δύο ευρώ και πενήντα λεπτά
(22,5) ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος.
Αρχή
Άρθρο 90
Κρασί
Ο όρος κρασί του άρθρου 79 του παρόντα Κώδικα περιλαμβάνει το "απλό
κρασί" και "αφρώδη κρασιά":
1. Ο όρος "απλό κρασί" περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα που υπάγονται
στους κωδικούς αριθμούς Σ.Ο, 22.04 και 22.05, εκτός από τα αφρώδη
κρασιά της επόμενης παραγράφου, τα οποία:
α) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% νοl,
μέχρι και 15% νοl, με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο
τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση,
β) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 15% νοl.
μέχρι και 18% νοl., με την προϋπόθεση ότι έχουν παραχθεί χωρίς
εμπλουτισμό και η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται
εξ ολοκλήρου από ζύμωση.
2. Ο όρος "αφρώδη κρασιά" περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα που υπάγονται
στους κωδικούς Σ,Ο, 22.04.10, 22.04.21.10, 22.04.29.10 και 22,05 και τα
οποία πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
α) Περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού, τα οποία
συγκρατούνται με σύρματα ή συνδετήρες ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστον 3
bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα.
β) Έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω των 1,2% νοl,
μέχρι και 15% νοl, με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο
τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.
Αρχή
Άρθρο 91
Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που επιβάλλεται
στα προϊόντα του προηγούμενου άρθρου, είναι μηδέν (0) ευρώ.
Αρχή
Άρθρο 92
Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση,
εκτός από κρασί και μπύρα
1. Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και την μπύρα
θεωρούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04 και
22.05 και δεν περιλαμβάνονται στο άρθρο 90 του παρόντα Κώδικα, καθώς
και τα προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 22.06, με εξαίρεση τα
λοιπά αφρώδη ποτά που παρασκευάζονται με ζύμωση και τα οποία ορίζονται
με την παράγραφο 2, καθώς και όλα τα προϊόντα που καλύπτονται από το
άρθρο 86 του παρόντα Κώδικα, τα οποία:
α) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% νοl.
μέχρι και 10% νοl..
β) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μεγαλύτερο του
10% νοl. μέχρι και 15% νοl, με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο
προϊόν προέρχεται αποκλειστικά από ζύμωση.
2. "Λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" νοούνται όλα τα
προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ,Ο, 22.06.00.31 και 22.06.00.39,
καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04.10,
22.04.21.10, 22.04.29.10 και 22.05, τα οποία δεν αναφέρονται στο άρθρο
90 του παρόντα Κώδικα και πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
α) Περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού που
συγκρατούνται με σύρμα ή συνδετήρα ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστον 3 bar,
η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα,
β) Έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% νοl.
μέχρι και 13% νοl,.
γ) Έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 13% νοl.
μέχρι και 15% νοl., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν
προέρχεται αποκλειστικά από ζύμωση.
Αρχή
Άρθρο 93
Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που επιβάλλεται
στα προϊόντα του προηγούμενου άρθρου είναι μηδέν (0) ευρώ,
TMHMA Γ'
ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΠΝΑ
Άρθρο 94
Είδη βιομηχανοποιημένων καπνών
Βιομηχανοποιημένα καπνά, στα οποία επιβάλλεται Ειδικός Φόρος
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 του παρόντα Κώδικα,
θεωρούνται:
α) τα τσιγάρα,
β) τα πούρα και τα σιγαρίλλος,
γ) ο λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για
την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων,
δ) τα άλλα καπνά για κάπνισμα.
Αρχή
Άρθρο 95
Έννοια βιομηχανοποιημένων καπνών
1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα
Κώδικα θεωρούνται:
Α. Τσιγάρα:
α) Οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι
οποίοι δεν είναι πούρα ή σιγαρίλλος.
β) Οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλυστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων.
γ) Οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη
βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.
Β. Πούρα ή σιγαρίλλος:
α) Οι κύλινδροι καπνού που αποτελούνται εξ
ολοκλήρου από φυσικό καπνό.
β) Οι κύλινδροι καπνού που είναι εφοδιασμένοι με εξωτερικό περίβλημα
από φυσικό καπνό.
γ) Οι κύλινδροι καπνού με τεμαχισμένο μείγμα απομισχομένων φύλλων
καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου που
καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, εκτός από
το ακροστόμιο καλαμάκι, όσον αφορά τα πούρα με ακροστόμιο καλαμάκι, και
ένα υποπερίβλημα και τα δύο από ανασχηματισμένο (αναγεννημένο) καπνό,
όταν το βάρος της μονάδας, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του
τμήματος που εισέρχεται στο στόμα, είναι ίσο ή μεγαλύτερο των 1,2
γραμμαρίων και όπου το περιτύλιγμα προσαρμόζεται σε σπειροειδές σχήμα με
οξεία γωνία τουλάχιστον 30 μοιρών στον άξονα κατά μήκος του πούρου.
δ) Οι κύλινδροι καπνού με τεμαχισμένο μείγμα απομισχομένων φύλλων καπνού
και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από
ανασχηματισμένο (αναγεννημένο) καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και
όπου χρειάζεται και το φίλτρο, εκτός από το ακροστόμιο καλαμάκι, όσον αφορά τα
πούρα με ακροστόμιο καλαμάκι, όταν το βάρος της μονάδας, μη περιλαμβανομένου του
φίλτρου ή του τμήματος που εισέρχεται στο στόμα, είναι ίσο ή μεγαλύτερο των 2,3
γραμμαρίων και όπου η περίμετρος σε πάνω από ένα τρίτο τουλάχιστον του μήκους
είναι ίση ή μεγαλύτερη των 34 χιλιοστομέτρων.
Γ. Λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή
χειροποίητων τσιγάρων:
Ο κομμένος ή κατ' άλλον τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος
(νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για
κάπνισμα χωρίς μεταγενέστερη βιομηχανική μεταποίηση και του οποίου τουλάχιστον
το 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από 1
χιλιοστόμετρο ή μεγαλύτερο από 1 χιλιοστόμετρο, εφόσον ο καπνός αυτός πωλείται ή
έχει πωληθεί για στρίψιμο τσιγάρων.
Δ. Άλλα καπνά για κάπνισμα:
α) Ο κομμένος ή κατ' άλλον τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος
(νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος είναι κατ |